- Ο Όλι Ρεν, που έχει υπογράψει ο ίδιος το Μνημόνιο εκ μέρους της Κομισιόν, το παρουσιάζει τώρα ως «έγγραφο το οποίο υπεγράφη από τις ελληνικές αρχές», συμπληρώνοντας μάλιστα ότι τα μέλη της τρόικας «δεν επιβάλλουν ούτε υποχρεώνουν την Ελλάδα να υιοθετήσει οιεσδήποτε διατάξεις». Ο πλήρης πάντως τίτλος του εγγράφου είναι Μνημόνιο Συγκεκριμένων Όρων (conditionalities) Οικονομικής Πολιτικής, υποδηλώνοντας προφανώς ότι οι όροι από κάποιους έχουν τεθεί.
- Στην ίδια απάντηση η Κομισιόν αφήνει ακάλυπτο τον ισχυρισμό της ελληνικής κυβέρνησης, που περιέχεται μάλιστα στο άρθρο 1 του πρόσφατου νόμου για τα εργασιακά και το ασφαλιστικό (Ν. 3863/2010), ότι οι συγκεκριμένες ρυθμίσεις θεσπίζονται κατ’ εφαρμογή του Μνημονίου (το τελευταίο προέβλεπε μόνο διαπραγματεύσεις των κοινωνικών εταίρων). Παράλληλα, όμως, επιβεβαιώνει έμμεσα ότι η Κομισιόν δεν έχει κάνει καμμιά απολύτως ενέργεια για να διασφαλίσει ότι τα μέτρα για την εφαρμογή του Μνημονίου είναι συμβατά με το άρθρο 9 της Συνθήκης Λειτουργίας της Ε.Ε., που επιβάλλει να συνεκτιμώνται πάντα οι απαιτήσεις για κοινωνική προστασία και καταπολέμηση του κοινωνικού αποκλεισμού.
«Η απάντηση του κ. Ρεν αποτελεί προσβολή στη νοημοσύνη των πολιτών», σχολίασε ο Μιχάλης Τρεμόπουλος. «Για ένα έγγραφο που καθορίζει τη ζωή μιας ολόκληρης χώρας, η Κομισιόν παραπέμπει στην ελληνική κυβέρνηση και η ελληνική κυβέρνηση στην Κομισιόν και την τρόικα. Δε μας ανησυχεί το ενδεχόμενο να μείνει ορφανό το Μνημόνιο στην τρυφερή ηλικία των πέντε μόλις μηνών. Μας ανησυχεί όμως ότι οι επίσημες ηγεσίες ενδιαφέρονται μόνο για τη βραχυπρόθεσμη «δουλειά» και αδιαφορούν πλήρως για την ευρωπαϊκή νομιμότητα και για τις συνέπειες στους θεσμούς και τις προοπτικές της Ευρώπης και της Ελλάδας».
Ακολουθούν η απάντηση του Επιτρόπου και η ερώτηση του ευρωβουλευτή:
E-5411/10EL
Απάντηση του κ. Rehn
εξ ονόματος της Επιτροπής
(20.9.2010)
1. Η Επιτροπή εφιστά την προσοχή του αξιότιμου μέλους του Kοινοβουλίου στο γεγονός ότι το μνημόνιο συμφωνίας είναι έγγραφο το οποίο υπεγράφη από τις ελληνικές αρχές. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και το Δ.Ν.Τ δεν επιβάλλουν ούτε υποχρεώνουν την Ελλάδα να υιοθετήσει οιεσδήποτε διατάξεις. Οι τελικές αποφάσεις όσον αφορά την ελληνική νομοθεσία ανήκουν στην αποκλειστική αρμοδιότητα της Ελληνικής Κυβέρνησης και του Ελληνικού Κοινοβουλίου.
2. Η Επιτροπή πιστεύει ακράδαντα ότι δεν υπάρχει αντίφαση μεταξύ του μνημονίου συμφωνίας και της συνθήκης για τη λειτουργία της ΕΕ. Οι σχετικές διατάξεις του μνημονίου συμφωνίας ειδικότερα αντανακλούν τις αρχές της «ευελισφάλειας» επί των οποίων έχει επιτευχθεί συμφωνία και μάλιστα τόσο η ευελιξία όσο και η ασφάλεια θεωρούνται εξίσου σημαντικές, όσον αφορά την αγορά εργασίας, για την προώθηση της απασχόλησης ιδίως των ομάδων του πληθυσμού που αντιμετωπίζουν τις μεγαλύτερες δυσκολίες εισόδου στην αγορά εργασίας, όπως είναι οι μακροχρόνια άνεργοι και οι νέοι. Η ΕΕ υποστηρίζει τις προσπάθειες του εν λόγω κράτους μέλους για περισσότερη και καλύτερη απασχόληση. Το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο μάλιστα διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στη χρηματοδότηση αποτελεσματικών πολιτικών όσον αφορά την αγορά εργασίας στην Ελλάδα.
Ερώτηση με αίτημα γραπτής απάντησης E-5411/2010
προς την Επιτροπή
Άρθρο 117 του Κανονισμού
Michail Tremopoulos (Verts/ALE)
Θέμα: Αλλαγές εργασιακής νομοθεσίας στην Ελλάδα
Στο Μνημόνιο Συγκεκριμένων Όρων Οικονομικής Πολιτικής[1] μεταξύ της Ελληνικής Κυβέρνησης αφενός και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και του Δ.Ν.Τ. αφετέρου, προβλέπονται υπό τον τίτλο «ενίσχυση των θεσμών της αγοράς εργασίας» διαπραγματεύσεις της κυβέρνησης με τους κοινωνικούς εταίρους για αναθεώρηση των θεσμών συλλογικών διαπραγματεύσεων.
Στο πλαίσιο αυτό η Ελληνική Κυβέρνηση προωθεί ρυθμίσεις για τις εργασιακές σχέσεις ως μέρος σχεδίου νόμου για την κοινωνική ασφάλιση[2] . Οι προτεινόμενες ρυθμίσεις περιορίζουν από 16 μήνες σε 2-6 μήνες τον απαιτούμενο χρόνο προειδοποίησης που επιτρέπει στον εργοδότη να μειώνει κατά 50% τις αποζημιώσεις των απολυόμενων μισθωτών. Η αποζημίωση απόλυσης είναι ιδιαίτερα σημαντική για την οικονομική επιβίωση των ανέργων, καθώς το επίδομα ανεργίας αντιστοιχεί στο 70% του ελάχιστου νόμιμου μισθού για μέχρι 12 μήνες, ενώ εναλλακτικές μορφές εισοδηματικής υποστήριξης δεν παρέχονται γενικά για τους ανέργους. Το ίδιο σχέδιο νόμου προβλέπει παράλληλα ελαστικότερες προϋποθέσεις για νόμιμες ομαδικές απολύσεις, αυστηρότερους όρους για προσφυγή συνδικάτων σε διαδικασία υποχρεωτικής διαιτησίας, αμοιβές χαμηλότερες από το βασικό μισθό για νέους μέχρι 25 ετών με προαιρετική μόνο επιδότηση της διαφοράς από δημόσιο φορέα, καθώς και θεσμούς μαθητείας για νέους 15-18 ετών σχεδιασμένους με ευρύτατα περιθώρια να λειτουργούν ως προκάλυμμα μη νόμιμης εργασιακής σχέσης.
Στο άρθρο 1 του συγκεκριμένου σχεδίου νόμου οι ρυθμίσεις αυτές παρουσιάζονται ως θεσπιζόμενες κατ’ επιταγή του Μνημονίου(2).
Ερωτάται η Ευρωπαϊκή Επιτροπή:
1. Αποτελούν οι συγκεκριμένες ρυθμίσεις επιταγή δική της, της Ε.Κ.Τ. και του Δ.Ν.Τ., όπως επιχειρεί να παρουσιάσει η Ελληνική Κυβέρνηση[3];
2. Τι ενέργειες έχει αναλάβει από την πλευρά της ώστε η εφαρμογή του Μνημονίου να είναι συμβατή με το άρθρ. 9 της Συνθήκης Λειτουργίας της ΕΕ;