Ενημερωτική συζήτηση στην Αθήνα, Κυριακή 2 Δεκεμβρίου,
ώρα 19.30
- για την αποθήκευση ψαριών που αλιεύονται όταν δεν υπάρχει αγορά. Μεταξύ του να αλιεύονται ψάρια μόνο όταν οι συνθήκες της αγοράς εγγυώνται καλή τιμή και του να αποθεματοποιούνται για μεγάλα χρονικά διαστήματα είναι προτιμητέο το πρώτο
- για τα ασφάλιστρα των εκμεταλλεύσεων υδατοκαλλιέργειας, δεδομένου ότι πρόκειται για δαπάνες που πρέπει να επιβαρύνουν τους ίδιους τους επιχειρηματίες και όχι τους φορολογούμενους
- για ενίσχυση της διαχείρισης των «μεταβιβάσιμων αδειών αλιείας»
- για διαφήμιση και κυκλοφορία στην αγορά ψαριών για τα οποία υπάρχει περιορισμένη ή καθόλου ζήτηση στην αγορά.
Σε αρκετά σημεία προστίθενται διατυπώσεις που επιδιώκουν να διασφαλίσουν ότι η ενίσχυση δεν έχει ως συνέπεια την υπεραλίευση. Τα κονδύλια ανακατανέμονται για να στηριχτεί η συγκέντρωση επιστημονικών και άλλων δεδομένων απαραίτητων για μια διαχειριστική προσέγγιση της αλιείας και των υδατοκαλλιεργειών βασισμένη στο οικοσύστημα και για να βελτιωθεί η επιτήρηση των αλιευτικών δραστηριοτήτων με στόχο να μην ψαρεύονται είδη πάνω από το όριο βιώσιμης αναπαραγωγής τους μέχρι το 2015 και να διασφαλιστεί μια καλή περιβαλλοντική κατάσταση μέχρι το 2020.
Αναλυτικά
Η αλιεία είναι ουσιαστικά η ιδιωτική εκμετάλλευση ενός δημόσιου αγαθού και συνοδεύεται κατά συνέπεια από ορισμένες ευθύνες που περιστρέφονται κυρίως γύρω από την μέριμνα για αποφυγή της εξάντλησης των αλιευτικών πόρων ή της υποβάθμισης του θαλάσσιου περιβάλλοντος και των παράκτιων κοινοτήτων που εξαρτώνται από αυτό για την επιβίωσή τους. Η χρηματοδότηση πρέπει κατά προτίμηση να αποσκοπεί αφενός στην συγκέντρωση δεδομένων που θα επιτρέψουν την διεξαγωγή αναλύσεων περί βιωσιμότητας των αλιευτικών δραστηριοτήτων κι αφετέρου στην στήριξη όσων αλιεύουν με τον πλέον βιώσιμο από περιβαλλοντική και κοινωνική άποψη τρόπο.
Τα αλιευτικά πεδία της Ευρώπης ήταν κάποτε από τα πιο παραγωγικά στον κόσμο, αλλά τριάντα χρόνια Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής (ΚΑλΠ) έχουν ως αποτέλεσμα τη σοβαρή μείωση των πληθυσμών των ψαριών, την υποβάθμιση των οικοσυστημάτων, καθώς και βλάβες στα βιολογικά είδη, σε οικοτόπους και αλιευτικά πεδία, ενώ δεν έχουν επωφεληθεί παρά ελάχιστα οι παράκτιοι και μικροί ψαράδες. Το 63% των εξεταζόμενων ιχθυαποθεμάτων στον Ατλαντικό έχουν υπεραλιευθεί, στη Μεσόγειο το ποσοστό αγγίζει το 82%, ενώ στη Βαλτική 4 από τα 6 ιχθυαποθέματα έχουν υπεραλιευθεί). Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αναγνώρισε την πλεονάζουσα αλιευτική ικανότητα ως μία από τις βασικές κινητήριες δυνάμεις της υπεραλίευσης και αναγνωρίζει ότι οι επιδοτήσεις έχουν συμβάλει στη σημερινή ανισορροπία. Το 2011 έκθεση του Ευρωπαϊκού Ελεγκτικού Συνεδρίου το επιβεβαιώνει αυτό, δηλώνοντας ότι η πλεονάζουσα αλιευτική ικανότητα του στόλου οδηγεί στην εξάντληση των αποθεμάτων των ψαριών, απειλώντας την ευημερία των θαλασσών μας και την βιωσιμότητα των αλιευτικών κοινοτήτων.
Η πρόταση για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Θάλασσας και Αλιείας (ΕΤΘΑ- EMFF) (COM (2011) 804 τελικό), που θα αντικαταστήσει το ισχύον Ευρωπαϊκό Ταμείο Αλιείας (ΕΤΑ), αποτελεί βασικό στοιχείο της δέσμης μεταρρυθμίσεων της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής. Ο προτεινόμενος Κανονισμός θα διαθέσει 6.5 δις ευρώ για στήριξη: 1) της ανάπτυξης της αλιείας, της υδατοκαλλιέργειας και των αλιευτικών περιοχών, 2) του έλεγχου και της εφαρμογής, 3) της συλλογής στοιχείων, 4) της Ολοκληρωμένης Θαλάσσιας Πολιτικής 5) της ανάπτυξης τεχνικών και διοικητικών μέσων για εφαρμογή της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής.
Η Κοινή Αλιευτική Πολιτική (ΚΑλΠ) χρειάζεται σήμερα ουσιαστική μεταρρύθμιση και το ΕΤΘΑ (EMFF) πρέπει να σχεδιαστεί για να την υποστηρίξει, προκειμένου να διασφαλιστεί η βιώσιμη αλιεία. Η μεταρρύθμιση της ΚΑλΠ και του χρηματοδοτικού μέσου προσφέρει μια σημαντική ευκαιρία για την εξάλειψη των επιδοτήσεων που συμβάλλουν στην υπεραλίευση . Οι πόροι του ειναι αναγκαίο να στοχεύσουν στη μετάβαση προς μια πραγματικά βιώσιμη αλιεία αλλά και στην επίτευξη υγιών θαλάσσιων οικοσυστημάτων.
Η πρόταση για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Θάλασσας και Αλιείας προβλέπει διάθεση οικονομικών πόρων για την αλιεία και τις υδατοκαλλιέργειες, καθώς και για τον έλεγχο και την επιβολή των μέτρων, τη συλλογή δεδομένων και την Ολοκληρωμένη Θαλάσσια Πολιτική. Η ενσωμάτωση αυτών των πρώην επιμέρους χρηματοδοτικών εργαλείων σε ένα ενιαίο χρηματοδοτικό μέσο μπορεί να απλοποιήσει τη διοίκηση μέσω ενοποιημένων κανόνων και διαδικασιών, ενώ θα συμβάλει στην αποτελεσματικότερη και αποδοτικότερη κατανομή των διαθέσιμων πόρων.
Η πρόταση επιδιώκει να διασφαλίσει ότι ευρωπαϊκή χρηματοδότηση θα είναι διαθέσιμη μόνο για τα κράτη μέλη που συμμορφώνονται με τους στόχους και τους κανόνες της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής, ιδίως τις υποχρεώσεις ελέγχου, το κανονισμό για την καταπολέμηση της παράνομης αλιείας και τις υποχρεώσεις συλλογής δεδομένων, ενώ χρηματοδοτεί μόνο επιχειρήσεις που τηρούν την Κοινή Αλιευτική Πολιτική. Η πρόταση περιέχει ένα μεγάλο αριθμό μέτρων τα οποία μπορούν να συμβάλουν στην βιώσιμη αναβάθμιση του τομέα της αλιείας της ΕΕ: μέτρα για την προώθηση του ανθρώπινου κεφαλαίου και του κοινωνικού διαλόγου, για τη διευκόλυνση της διαφοροποίησης και της δημιουργίας θέσεων εργασίας, για την θέσπιση και ανάπτυξη τοπικών πρωτοβουλιών από τα κάτω με στόχο την υποστήριξη αλιευτικών περιοχών, τοπικών στρατηγικών ανάπτυξης και τοπικών συμπράξεων. Η πρόταση περιλαμβάνει επίσης μέτρα για την υποστήριξη της βιοποικιλότητας, συμπεριλαμβανομένης της διαχείρισης, αποκατάστασης και παρακολούθησης περιοχών Natura 2000 και θαλάσσιων προστατευόμενων περιοχών.
Το νέο Ταμείο δεν περιλαμβάνει οικονομική υποστήριξη για την κατασκευή νέων λιμένων, νέων τόπων εκφόρτωσης ή νέων ιχθυοσκάλων, καθώς και ενισχύσεις για αντικατάσταση μηχανών, που είναι ένα βήμα προς τα εμπρός για την αποδέσμευση των επιδοτήσεων της αλιείας από τη πλεονάζουσα αλιευτική ικανότητα. Περιλαμβάνει όμως οικονομική υποστήριξη προς δραστηριότητες όπως η βελτίωση των συνθηκών εργασίας ή μείωση της κατανάλωσης ενέργειας, που είναι ένα θέμα με μεγάλη σημασία για τη μείωση των δαπανών των ψαράδων. Τέλος, η πρόταση περιλαμβάνει διατάξεις οι οποίες θα βελτιώσουν τη διαφάνεια και την ενημέρωση του κοινού, τη συλλογή και μεταφορά δεδομένων, καθώς και τον έλεγχο και την εφαρμογή, αν και δεν είναι προσαρμοσμένες στις περιφερειακές και τοπικές ιδιαιτερότητες.