Ζούμε όλοι μαζί. Γιατί κάποιοι να μην έχουν δικαιώματα;
Μας αρέσει να είναι έλληνες/ελληνίδες βουλευτές, υπουργοί, δήμαρχοι ή και υποψήφιοι για αρχηγοί κρατών, να διαπρέπουν σε οικονομικούς και κοινωνικούς φορείς σε άλλες χώρες, αλλά στη δική μας χώρα χιλιάδες μετανάστες να μην έχουν δικαιώματα αν και μένουν εδώ για πάνω από 30 ή 40 χρόνια;
Μια αναλυτική περιγραφή της κατάστασης από το Ελληνικό Φόρουμ Μεταναστών
Παγκόσμια Ημέρα Μετανάστη 2019
“Μεταναστευτικό: Πρόβλημα διαχείρισης ή απουσίας σχεδίου ένταξης; ”
Το Ελληνικό Φόρουμ Μεταναστών, με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Μετανάστη, τονίζει για ακόμη μία φορά την άμεση ανάγκη ύπαρξης μιας ουσιαστικής μεταναστευτικής πολιτικής για τους πρόσφυγες και τους μετανάστες.
Λόγω της προσφυγικής κρίσης, η προσοχή όλων έχει στραφεί τα τελευταία 4 χρόνια στους συνανθρώπους μας που εγκλωβίστηκαν στην Ελλάδα, προσπαθώντας να φτάσουν σε μια εξιδανικευμένη Ευρώπη. Οι περίπου 100.000 πρόσφυγες που βρίσκονται αυτή τη στιγμή στην χώρα μας φαίνεται πως είναι ανεπιθύμητοι από την Ευρώπη, από τα περισσότερα πολιτικά κόμματα, αλλά και από την κυβέρνηση. Οι πρόσφυγες ζουν απομονωμένοι μέχρι να μετεγκατασταθούν ή να επιστρέψουν στις πατρίδες τους. Ακούμε για κέντρα κράτησης, για μετεγκατάσταση, ακούμε για εθελούσιες επιστροφές και απελάσεις, αλλά έχουμε πολύ καιρό να ακούσουμε για κοινωνική ένταξη και για ανθρώπινα δικαιώματα.
Η εκάστοτε κυβέρνηση οφείλει να ασχοληθεί με το πραγματικό πρόβλημα, το οποίο είναι η έλλειψη ουσιαστικής μεταναστευτικής πολιτικής και η παντελής απουσία της Ευρωπαϊκής πλευράς, υποστήριξης, πολιτικής. Παρόλο που η κατάσταση των προσφύγων φαίνεται πως είναι περισσότερο γνωστή στο πανελλήνιο, σε ό,τι αφορά τα θέματα των μεταναστών επικρατεί άγνοια.
Η κατάσταση για τους μετανάστες που βρίσκονται σήμερα στην Ελλάδα, συνοψίζεται στα εξής οκτώ σημεία:
- Το 50% των, πάνω από 550.000 μεταναστών, οι οποίοι καταγράφονται επισήμως από τις αρμόδιες υπηρεσίες του Υπουργείου Εσωτερικών, κατέχουν νόμιμο τίτλο διαμονής (δεκαετούς διάρκειας), άδεια η οποία πλέον έχει καταργηθεί και αναγκαστικά υποχρεώνει τους μετανάστες να μεταβούν είτε σε απλή άδεια διαμονής (3ετής) είτε σε άδεια επί μακρόν διαμένοντος (5ετής), ώστε να μπορούν να εξασφαλίσουν συνεχόμενη “νόμιμη” διαμονή στη χώρα.
- Γιατί χρειάζονται την συνεχόμενη “νόμιμη” διαμονή;
Γιατί σύμφωνα με τους πιο αυστηρούς νόμους στην Ευρώπη για πολιτογράφηση των αλλοδαπών, το δικαίωμα τόσο για άδεια επί μακρόν διαμένοντος (5 ετής) όσο και δικαίωμα για διεκδίκηση ιθαγένειας του τόπου που διαμένουν, το έχουν μόνο όσοι πολίτες τρίτων χωρών διαθέτουν άδεια διαμονής για 7 συνεχόμενα χρόνια. - Από τους 550.822 μετανάστες που κατέχουν άδεια διαμονής, προερχόμενοι από περίπου 150 διαφορετικά κράτη προέλευσης όπως καταγράφηκαν έως στις 31/10/2019, οι 5 πολυπληθέστερες κοινότητες μεταναστών είναι από: Αλβανία 357.472, Γεωργία 22.869, Πακιστάν 19.009, Ουκρανία 18.328 και Ρωσία 14.878. Αριθμοί που αποδεικνύουν ότι η μετανάστευση στην Ελλάδα είναι κατά βάση από την Ευρωπαϊκή ήπειρο.
- Περίπου 230.000 μετανάστες έχουν άδειες διαμονής, οι οποίες ανανεώνονται σε διάστημα άνω των 3 ετών (απλές, δεκαετίας, οικογενειακού μέλους κ.ά.). Μόνο οι 28.248 εξ αυτών, έχουν άδεια επί μακρόν διαμένοντος (5 ετής), η μόνη πιο “ασφαλής” άδεια διαμονής, η οποία παρέχει αυξημένη προστασία, δυνατότητα εργασίας σε άλλο κράτος-μέλος της Ε.Ε., καθώς και ίση μεταχείριση με τους πολίτες της Ε.Ε.
- 97.222 πολίτες τρίτων χωρών αδειοδοτούνται στη χώρα λόγω του συγγενικού τους δεσμού με Έλληνες ή Ευρωπαίους πολίτες.
- 24.882 κατέχουν άδεια διαμονής για εξαιρετικούς λόγους. Μέρος εξ αυτών, υποχρεώθηκαν να αιτηθούν για τέτοιου τύπου άδεια, λόγω π.χ. έλλειψης απαραίτητου αριθμού ενσήμων ή δεν κατάφεραν να συγκεντρώσουν τα απαιτούμενα δικαιολογητικά εγκαίρως κ.λπ., γεγονός που τους “επιστρέφει στο μηδέν”, σε ό,τι αφορά την συνεχόμενη διαμονή τους στην χώρα.
- Ενδιαφέρον παρουσιάζει η ηλικιακή κατανομή του πληθυσμού των μεταναστών, καθώς παρατηρούμε πως περίπου 99.400 είναι ανήλικοι. Μεγάλο μέρος εξ αυτών έχει το δικαίωμα για την απόκτηση της άδειας διαμονής δεύτερης γενιάς όταν ενηλικιωθεί. Επίσης, έχουν το δικαίωμα να αιτηθούν για απόκτηση ελληνικής ιθαγένειας.
- Ένα ζήτημα το οποίο, δυστυχώς, δεν έχει απασχολήσει ιδιαίτερα την ελληνική πολιτεία και τα μέσα ενημέρωσης, είναι η «γήρανση» και τα γηρατειά του μεταναστευτικού πληθυσμού. Βάσει των στοιχείων του Υπουργείου, περίπου 150.000 άνθρωποι με άδειες διαμονής, είναι ηλικίας άνω των 50 ετών. Μεγάλο μέρος αυτών είναι γονείς παιδιών δεύτερης γενιάς, με άδειες διαμονής που δύσκολα ανανεώνονται ή δεν τους εξασφαλίζουν σύνταξη κ.ά. Επιπλέον, λόγω της έλλειψης διακρατικών συμφωνιών με ορισμένες χώρες, δεν είναι καν εφικτή η έκδοση σύνταξης σε ανθρώπους που έχουν φύγει από τη χώρα και δικαιούνται να την λάβουν.
Δύο ζητήματα, θεωρούμε ως Ελληνικό Φόρουμ Μεταναστών, πρέπει να συζητηθούν σήμερα:
Δεύτερη Γενιά – Ιθαγένεια
Σχεδόν σε όλα τα ζητήματα που αφορούν την Δεύτερη γενιά, εξακολουθούμε να εντοπίζουμε προβλήματα. Και εδώ, υπάρχει έλλειψη στρατηγικής και σχεδιασμού κοινωνικής ένταξης και συμπερίληψης των παιδιών που έρχονται στην χώρα σε πολύ μικρή ηλικία. Πέραν αυτών των ελλείψεων όμως, υπάρχουν και ιδιαίτεροι παραλογισμοί. Όπως για παράδειγμα, η πρόσφατη καταγγελία εκπαιδευτικού για το γεγονός ότι κατά την διάρκεια επίσκεψης σε Μουσείο με μαθητές, της ζητήθηκε να ενημερώσει για τις χώρες καταγωγής των παιδιών, γιατί σύμφωνα με Υπουργικές αποφάσεις των τελευταίων ετών οι μαθητές που φοιτούν στο Δημόσιο σχολείο διαχωρίζονται από το Ελληνικό Δημόσιο σε παιδιά που εισέρχονται δωρεάν και σε παιδιά που καταβάλουν μειωμένο εισιτήριο, ανάλογα με τη χώρα καταγωγής τους!
Παλαιότερα, όσα παιδιά δεν μπορούσαν να υπαχθούν στις διατάξεις του νόμου 3838/10 είχαν ως μοναδική προστασία τη δυνατότητα για υπαγωγή στην κατηγορία των ανθρωπιστικών λόγων, εφόσον είχαν γεννηθεί ή φοιτήσει για 6 χρόνια στην ελληνική εκπαίδευση (νόμος 3907/11).
Το 2014 δημιουργήθηκε μία νέου τύπου άδεια διαμονής για τα παιδιά που γεννήθηκαν ή ήρθαν σε μικρή ηλικία στην Ελλάδα και επιθυμούσαν να αποκτήσουν την ελληνική ιθαγένεια, η άδεια διαμονής δεύτερης γενιάς. Σήμερα, μόνο 25.000 κατέχουν αυτή την άδεια (για την ακρίβεια, 24.674).
Η ελληνική πολιτεία, αν θέλει, μπορεί να διαπιστώσει ποιος/α ανήκει στις ωφελούμενες κατηγορίες του νόμου 4332/15. Όλα τα απαιτούμενα στοιχεία για την απόδοση της ελληνικής ιθαγένειας στους δικαιούχους είναι ήδη διαθέσιμα σε υπηρεσίες του ελληνικού κράτους σε προσβάσιμη ψηφιακή μορφή. Υπό μια έννοια, το ελληνικό κράτος μπορεί να γνωρίζει εκ των προτέρων, και με ακρίβεια, ποιοι είναι οι δικαιούχοι, και να περιμένει απλώς την δική τους έκφραση ενδιαφέροντος για να ολοκληρώσει την διαδικασία. Αρνούμαστε να πιστέψουμε πως το πρόβλημα είναι μόνο θέμα έλλειψης προσωπικού. Υπάρχει έλλειψη οργάνωσης, και ενδεχομένως, και πολιτικής βούλησης.
Παρά το γεγονός πως η μετανάστευση στην Ελλάδα έχει ξεκινήσει από την δεκαετία του ‘60, με την μαζική μετανάστευση να σημειώνεται κατά την δεκαετία του 1990, μόλις το 2009 άρχισε να συζητείται ο νέος νόμος για την ιθαγένεια. Και παρά το “αυτονόητο”, η ψήφιση του νόμου 3838/10 προκάλεσε πολιτικές συγκρούσεις στη χώρα που οδήγησαν στην αμφιλεγόμενη απόφαση του ΣτΕ που έκρινε τις διατάξεις που αφορούσαν την δεύτερη γενιά αντισυνταγματικές τον Φεβρουάριο του 2013. Από τότε και παρά την ψήφιση του νόμου 4332/15 η συζήτηση παραμένει ανοιχτή.
Εγκλωβισμός σε μια Άδεια διαμονής
Ο χρόνος είναι ο χειρότερος εχθρός του μετανάστη. Κάθε φορά που ψηφίζεται ένας νόμος για τους μετανάστες, κάθε φορά που ρυθμίζονται τα θέματα που μας αφορούν με υπουργικές αποφάσεις και προεδρικά διατάγματα, κάποιοι νιώθουν ότι λύθηκαν τα προβλήματα. Αυτό που δεν μπορούν να καταλάβουν όμως, είναι τι σημαίνει για έναν μετανάστη να παραμένει σε αναμονή της απόλαυσης των δικαιωμάτων του. Συνηθίσαμε να ζούμε «μισές» ζωές, και αυτό είναι ένα πρόβλημα που δεν αφορά μόνο εμάς, αφορά την ελληνική κοινωνία στο σύνολό της.
Δεν αποδεχόμαστε την κατάσταση στην οποία ζούμε, αλλά δεν έχουμε γνωρίσει κάποια άλλη. Γεγονός που δεν διαφαίνεται στον ορίζοντα, να αλλάζει. Οι καθυστερήσεις στην έκδοση αδειών διαμονής είναι ένα μέρος του προβλήματος που εντάσσεται σε μια γενικότερη κατάσταση όλων των υπηρεσιών του Δημοσίου. Το βασικό πρόβλημα εντοπίζεται στο γεγονός πως η πλειονότητα των μεταναστών πρώτης γενιάς βρίσκεται εγκλωβισμένη στις επισφαλείς άδειες διαμονής, από τις οποίες φαίνεται πως δεν μπορεί να ξεφύγει. Δεν είναι τυχαίο πως την άδεια διαμονής επί μακρόν διαμένοντος (5 ετής) την κατέχει μόνο το 4,5% των ανθρώπων που κατέχουν νόμιμο τίτλο διαμονής.
Άνθρωποι που βρίσκονται στην Ελλάδα 30 – 40 χρόνια, συνεχίζουν να μένουν στην χώρα με προσωρινές άδειες διαμονής, άδειες που απαιτούν ανανέωση κάθε 3-5 χρόνια. Θεωρητικά, ναι μεν έχουν το δικαίωμα αυτοί οι άνθρωποι να αιτηθούν την επί μακρόν διαμένοντος άδεια, αλλά πρακτικά δεν μπορούν καν να αιτηθούν για κάτι τέτοιο, λόγω της πολυπλοκότητας της νομοθεσίας και της έλλειψης σχεδιασμού ενιαίου νομοθετικού πλαισίου άπαξ.
Επίσης, θεωρητικά και πάλι, ο έχων συνεχόμενες άδειες διαμονής έχει δικαίωμα στην πολιτογράφηση. Πρακτικά, όμως, μετά από τις τόσες δυσκολίες στην διαδικασία έκδοσης μιας άδειας διαμονής, ακόμα και αυτό το δικαίωμα γίνεται άπιαστο όνειρο.
Λόγω αυτής της γενικότερης κατάστασης και της έλλειψης στρατηγικού σχεδιασμού, αλλά και ορθής ενημέρωσης των πολιτών, ο ρατσιστικός λόγος και η ξενοφοβία στην ελληνική κοινωνία επικρατούν. Επιπλέον, η διαχείριση του προσφυγικού γίνεται ακόμα πιο δύσκολη. Οι πρόσφυγες παραμένουν εγκλωβισμένοι σε “κέντρα κράτησης” για να βγουν μόνο όσοι θα φύγουν από τη χώρα, και οι μετανάστες εγκλωβίζονται σε ένα καθεστώς “προσωρινότητας” μέσα στη χώρα, για σχεδόν μια ζωή!
Μια αποτελεσματική αντιμετώπιση αυτής της κατάστασης είναι η χάραξη μιας πολιτικής ένταξης, ο σχεδιασμός και η υλοποίηση μιας ουσιαστικής μεταναστευτικής πολιτικής και όχι το “μπάλωμα” με επιμέρους μέτρα.
Σήμερα, την Παγκόσμια Ημέρα Μεταναστών, διεκδικούμε να είμαστε ξανά στο προσκήνιο και ζητάμε την χάραξη ουσιαστικής μεταναστευτικής πολιτικής, καθώς και τη δημιουργία ενός σχεδίου κοινωνικής ένταξης, ως μία πολιτική ανθρωπισμού και ισοπολιτείας. Έτσι μόνο διασφαλίζονται τόσο τα ανθρώπινα δικαιώματα κάθε άνδρα, γυναίκας και παιδιού, που περνούν τα σύνορα αναζητώντας ένα καλύτερο αύριο, όσο και η κοινωνική συνοχή της ελληνικής κοινωνίας.
Αθήνα, 18 Δεκεμβρίου 2019
Ελληνικό Φόρουμ Μεταναστών