Η έκρηξη ενός ηφαιστείου μπορεί να επηρέασε την εξέλιξη της τέχνης, ιδιαίτερα της ζωγραφικής και της ποίησης;
“H Κραυγή” (The Scream, στα Νορβηγικά “Skrik”, στα Γερμανικά “Der Schrei der Natur” - Η Κραυγή της Φύσης”) είναι ένα πολύ γνωστό έργο ζωγραφικής του Νορβηγού εξπρεσιονιστή ζωγράφου Edvard Munch (1893).
Ο καλλιτέχνης απεικονίζει ένα εμβληματικό πρόσωπο με μεγάλη αγωνία και εκφραστικότητα, που θεωρείται ότι συμβολίζει την αγωνία του σύγχρονου ανθρώπου. Όμως ο πίνακας έχει ως φόντο ένα κατακόκκινο -πορτοκαλί ηλιοβασίλεμα, κάτι που δεν δικαιολογείται από τα χρώματα που έχει ο ουρανός στην Νορβηγία. Το έργο αυτό είναι μέρος μιας συνολικότερης εργασίας του ζωγράφου με τίτλο "The Frieze of Life," που συνδέεται με προσωπικές εμπειρίες του Ε. Munch που επηρέασαν τον καλλιτέχνη, όπως ο θάνατος της μητέρας του το 1868 και της αδελφής του το 1877. Τα έργα αυτά δημιουργήθηκαν στην δεκαετία του 1890, αλλά μερικά αυτά ξεκίνησαν προηγούμενες δεκαετίες, όπως για παράδειγμα πιστεύεται για την “Κραυγή”.
Ο Edvard Munch είχε δηλώσει ότι εμπνεύστηκε αυτό το έργο κατά την διάρκεια ενός περιπάτου με φίλους του όταν είδε αυτά τα χρώματα του ουρανού κι αισθάνθηκε μια «άπειρη κραυγή περνώντας μέσα από τη φύση». Οι μελετητές έχουν εντοπίσει το σημείο της βόλτας σε ένα φιόρδ με θέα στο Όσλο και έχουν προτείνει διάφορες εξηγήσεις για τον αφύσικο - για την περιοχή - ουρανό.
Περίπου την ίδια εποχή, ένας Βρετανός καλλιτέχνης, ο William Ashcroft παρήγαγε μετά το 1883 πάρα πολλά σχέδια με εντυπωσιακά κόκκινα ηλιοβασιλέματα γύρω από την Chelsea στην Αγγλία, απεικονίζοντας τον ουρανό που έβλεπε να φλέγεται.
Ορισμένες επιστημονικές δημοσιεύσεις αποδίδουν τα έντονα αυτά χρώματα στη ζωγραφική στην επίδραση που είχε η έκρηξη το 1883 του ηφαιστείου Κρακατούα στον ουρανό του μισού σχεδόν πλανήτη. Εκείνη η έκρηξη ευθύνεται για 38-40000 θανάτους στην Ινδονησία και μεγάλες καταστροφές σε κατοικίες, λιμάνια και εγκαταστάσεις, Είχε, όμως, όπως φαίνεται, κι άλλες επιπτώσεις, λιγότερο ορατές και μάλλον θετικές. Επηρέασε την τέχνη.
Η έκρηξη του ηφαιστείου απελευθέρωσε στην ατμόσφαιρα τεράστιες ποσότητες ηφαιστειακής τέφρας που σκοτείνιασε τον ουρανό σε μια τεράστια έκταση, για αρκετούς μήνες, από τον Αύγουστο 1883 μέχρι τον Φεβρουάριο 1884. Η τέφρα “δημιούργησε” εντυπωσιακά σκηνικά, ηλιοβασιλέματα με βαθύ ζωηρό κόκκινο, σε όλο τον κόσμο για πολλούς μήνες. Ήταν σαν να είχε πάρει ξαφνικά φωτιά ο ουρανός. Μάλιστα σε ορισμένες περιοχές των ΗΠΑ (ιδιαίτερα στην Νέα Υόρκη) η πυροσβεστική δέχτηκε κλήσεις από πολίτες που πίστεψαν ότι κάπου είχαν ξεσπάσει πυρκαγιές. Η τέφρα από την έκρηξη του ηφαιστείου δημιούργησε επίσης γύρω από τον ήλιο ένα “δαχτυλίδι”, που ονομάστηκε το “Δαχτυλίδι του Επισκόπου” (Bishop's Ring ), ενώ στο λυκόφως έδινε ένα ηφαιστειογενές μoβ χρώμα.
Εκείνη την εποχή δεν υπήρχαν ακόμα φωτογραφικές μηχανές που θα μπορούσαν να αποτυπώσουν σε φιλμ αυτά τα έντονα χρώματα. Φαίνεται όμως ότι αυτό επηρέασε την ζωγραφική, Ιδιαίτερα το ρεύμα των εξπρεσιονιστών.
Σε μια επιστημονική δημοσίευση το 2004, ο Donald Olson, καθηγητής φυσικής κι αστρονομίας στο Texas State University, και οι συνάδελφοι του, αναφέρουν ότι “Για αρκετά χρόνια μετά την έκρηξη, διαπιστώνονται αναφορές ότι το φεγγάρι φαίνονταν μπλε και μερικές φορές πράσινο. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι μερικά από τα σύννεφα τέφρας αποτελούνταν από σωματίδια με διάσταση περίπου 1 μm - μέγεθος που επιτρέπει να διαχέεται έντονα το κόκκινο φως, κι επιτρέπει ταυτόχρονα να περάσουν κι άλλα χρώματα. Έτσι το φεγγάρι μέσα από τα σύννεφα αναδύονταν με μπλε, και μερικές φορές με πράσινο χρώμα”. Πρότεινε μάλιστα την ιδέα ότι μέσα από παρόμοια έργα ζωγραφικής όπως αυτό του Ε. Munch, απεικονίζονταν ο ουρανός πάνω από την Νορβηγία μήνες μετά την έκρηξη.
Όμως η έκρηξη του ηφαιστείου φαίνεται ότι επηρέασε όχι μόνο τη ζωγραφική αλλά και την ποίηση. Σε διάφορες επιστημονικές καταγραφές της εποχής αναφέρονται πληροφορίες όχι μόνο για την μεγάλη καταστροφή και τους χιλιάδες ανθρώπους που βρήκαν τραγικό θάνατο από την έκρηξη και το τσουνάμι που ακολούθησε, αλλά και για την πορεία που ακολούθησε το σύννεφο τέφρας που ελευθερώθηκε από το ηφαίστειο. Ήδη από τον Αύγουστο 1883 τεράστιες ποσότητες τέφρας ελευθερώνονταν από το ηφαίστειο στην ατμόσφαιρα. Μέσα σε λίγες εβδομάδες, το σύννεφο στην στρατόσφαιρα μετακινήθηκε από τους τροπικούς προς τους πόλους. Προς τα τέλη Οκτωβρίου 1883 ο περισσότερος κόσμος, μεταξύ άλλων η Βρετανία, έβλεπαν λυρικά ηλιοβασιλέματα, τα οποία προκαλούσαν τα χρώματα που δημιουργούσε η ηφαιστειακή τέφρα. “Όλο τον Νοέμβριο και Δεκέμβριο του 1883 ο ουρανός φλέγονταν από χρώματα κόκκινα της magenta, πράσινα, μπλε, πορτοκαλί, χρώματα διαφορετικά από αυτά του ηλιοβασιλέματος”, έγραφε ο ποιητής Hopkins, σε μια αναλυτική έκθεσή του 2000 λέξεων που τμήμα της δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό περιοδικό Nature, τον Ιανουάριο 1884. Αν και ο Hopkings δεν γνώριζε τότε ποια ήταν η αιτία αυτών των αλλαγών στον ουρανό, καταγράφει σε ένα ιδιαίτερο ρεπορτάζ αλλά δίνοντας του μορφή ραψωδίας, αυτά που βλέπει:
“Above the green in turn appeared a red glow, broader and burlier in make; it was softly brindled, and in the ribs or bars the colour was rosier, in the channels where the blue of the sky shone through it was a mallow colour. Above this was a vague lilac. The red was first noticed 45º above the horizon, and spokes or beams could be seen in it, compared by one beholder to a man’s open hand. By 4.45 the red had driven out the green, and, fusing with the remains of the orange, reached the horizon. By that time the east, which had a rose tinge, became of a duller red, compared to sand; according to my observation, the ground of the sky in the east was green or else tawny, and the crimson only in the clouds. A great sheet of heavy dark cloud, with a reefed or puckered make, drew off the west in the course of the pageant: the edge of this and the smaller pellets of cloud that filed across the bright field of the sundown caught a livid green. At 5 the red in the west was fainter, at 5.20 it became notably rosier and livelier; but it was never of a pure rose. A faint dusky blush was left as late as 5.30, or later. While these changes were going on in the sky, the landscape of Ribblesdale glowed with a frowning brown. (from G. M. Hopkins, “The Remarkable Sunsets”, Nature 29 (3 January 1884), pp. 222-23)
Κι άλλοι ποιητές (Algernon Swinburne, Robert Bridges, Alfred Tennyson) επηρεάστηκαν από τις ασυνήθιστες εικόνες του ουρανού που φλέγονταν εκείνη την εποχή, μετά την έκρηξη του ηφαιστείου, αλλά το έργο του ποιητή Hopking αναγνωρίζεται ως το πιο ολοκληρωμένο και ποιοτικό για το θέαμα αυτό.