Η έρευνα του Παν/μίου του Southampton που πραγματοποιήθηκε για λογαριασμό της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και της Οικονομικής Επιτροπής των Ηνωμένων Εθνών για την Ευρώπη τεκμηριώνει αυτό που όλοι λίγο-πολύ γνωρίζουμε: η Ελλάδα καταλαμβάνει την χειρότερη, τελευταία, θέση μεταξύ των 28 κρατών – μελών της ΕΕ ως προς την ποιότητα ζωής των ηλικιωμένων και την ενεργή γήρανση των πολιτών. Στο Παν/μιο του Southamptonεπεξεργάστηκαν τον Κατάλογο Ενεργού Γήρανσης (ActiveAgeingIndex - AAI), ένα εργαλείο που παρακολουθεί την πρόοδο στις ευρωπαϊκές χώρες ως προς τη δυνατότητα των ηλικιωμένων να ζήσουν ποιοτικά. Εξετάστηκαν έτσι 22 δείκτες που έχουν κατηγοριοποιηθεί σε 4 ομάδες: απασχόληση, κοινωνική συμμετοχή, ανεξάρτητη διαβίωση και περιβάλλον υγιούς κι ενεργούς γήρανσης.
Σύμφωνα λοιπόν με την έρευνα, και στους ειδικούς τομείς η Ελλάδα έχει από τις χειρότερες επιδόσεις: κατατάσσεται στην 25η χειρότερη θέση (μεταξύ των 28 Κρατών-Μελών) σε σχέση με την δυνατότητα απασχόλησης των ηλικιωμένων, στην 23η χειρότερη θέση σε σχέση με την ενεργή κοινωνική συμμετοχή, την 26η χειρότερη θέση ως προς το περιβάλλον που μπορεί να διασφαλίσει ενεργή γήρανση και στην 25η χειρότερη θέση σε σχέση με την ανεξάρτητη, υγιή και ασφαλή καθημερινή διαβίωση των ηλικιωμένων.
Όπως και σε πολλούς άλλους τομείς, η Ελλάδα δεν είχε προ κρίσης στρατηγική για την «υγιή κι ενεργή γήρανση», ούτε, όμως, απέκτησε στη διάρκεια της κρίσης μια νέα, καινοτόμο και κοινωνικά δίκαιη πολιτική για την τρίτη ηλικία.
Σπαταλήθηκαν πόροι, διογκώθηκε η διαφθορά, ενισχύθηκαν οι κοινωνικές αδικίες σε όλη την περίοδο προ – κρίσης, αλλά η κρίση δυστυχώς δεν συνέβαλε στην αλλαγή των αποτυχημένων πολιτικών και πρακτικών. Είναι φανερό, ότι για όλα τα κακά δεν φταίει η κρίση όπως και δεν εξηγούνται όλα τα δεινά μας υπό το πρίσμα «της κρίσης και του Μνημονίου». Για παράδειγμα πώς εξηγείται το γεγονός ότι άλλες χώρες σε χειρότερη οικονομική κατάσταση διασφαλίζουν καλύτερη ποιότητα ζωής και ενεργή γήρανση για τους ηλικιωμένους πολίτες; Ή το γεγονός ότι αν και πιο φτωχοί σε προηγούμενες εποχές, οι ηλικιωμένοι είχαν πιο ενεργό ρόλο στην κοινωνία κι ένοιωθαν πιο ευτυχισμένοι; Είναι λοιπόν οι πολιτικές για την τρίτη ηλικία που απέτυχαν συνολικά και πρέπει να αλλάξουν ριζικά.
Οι ποσοτικές διεκδικήσεις της αριστεράς ή η απορρύθμιση της κοινωνικής προστασίας είναι οι δύο όψεις του ίδιου αποτυχημένου οικονομίστικου μοντέλου για την κοινωνία. Οι ΠΡΑΣΙΝΟΙ-ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ υποστηρίζουμε ότι είναι καιρός - με «πρώτη φορά αριστερά στην εξουσία» μάλιστα – να ασκήσουμε κριτική και στα δυο αποτυχημένα μοντέλα κοινωνικής πολιτικής, όπως τα έχουμε δει πλέον να εφαρμόζονται και στη χώρα μας. Και να κατανοήσουμε ότι η αλλαγή του μοντέλου πρέπει να είναι ριζική, δεν είναι θέμα περισσότερων χρημάτων ή έστω πιο δίκαιης κατανομής μεταξύ των διαφόρων κοινωνικών ομάδων. Προφανώς χρειάζονται και χρήματα, αλλά αυτά πρέπει να αξιοποιούνται αποτελεσματικά στο πλαίσιο μιας καινοτόμας και πιο δημοκρατικής κοινωνικής πολιτικής. Διαφορετικά σπαταλιούνται πόροι που δεν υπάρχουν χωρίς να επιτυγχάνεται βελτίωση της ποιότητας ζωής.
Η βασική κοινωνική αλλαγή που απαιτείται είναι μια στρατηγική που αναγνωρίζει ότι κάθε άνθρωπος και κάθε ηλικία μπορεί να προσφέρει στην κοινωνία. Πρέπει να προσαρμόσουμε τις συνθήκες ζωής, εργασίας, κοινωνικής συμμετοχής στις διαφορετικές δεξιότητες που έχουν οι πολίτες και όχι να προσπαθούμε να προσαρμόσουμε όλους σε μια ενιαία πραγματικότητα. Προϋπόθεση όμως είναι να υπάρχει κατάλληλη εκπαίδευση και ευνοϊκό περιβάλλον (οικονομικό, κοινωνικό, υποδομών, δομημένου χώρου) για να αναδειχθούν ικανότητες και δυνατότητες που υπάρχουν. Η πρόκληση, λοιπόν, σήμερα είναι να διαμορφωθεί μέσα από διάλογο μια νέα στρατηγική και ένα κοινωνικό περιβάλλον που θα προσφέρει ευκαιρίες στους ηλικιωμένους για κοινωνική δραστηριότητα και συμμετοχή.
Οι στρατηγικές για την υγιή και ενεργή γήρανση δεν σημαίνουν αυτομάτως περισσότερα χρήματα αλλά κυρίως αλλαγή κουλτούρας και υποδείγματος, με στόχο μια θετική προσέγγιση για την αντιμετώπιση των προκλήσεων της γήρανσης, διασφάλιση συνθηκών ώστε οι πολίτες να γερνάνε υγιείς παραμένοντας ενεργοί, να συμμετέχουν στην κοινωνική ζωή, να μπορούν - αν θέλουν - να συνεχίσουν να εργάζονται και να προσφέρουν τόσο στη δουλειά τους όσο και στην κοινωνία, να είναι ανεξάρτητοι στην καθημερινή ζωή τους και να έχουν τα πλήρη δικαιώματα ενός πολίτη.
Μέχρι σήμερα, η πολιτική του ελληνικού κράτους αλλά και των κομμάτων σε σχέση με τους ηλικιωμένους περιορίζονταν σχεδόν αποκλειστικά σε θέματα διασφάλισης της σύνταξης και της πρόσβασης των ηλικιωμένων στο φάρμακο και στο νοσοκομείο. Αυτό σε μια εποχή κρίσης και μείωσης των συντάξεων και των κοινωνικών παροχών έχει ως συνέπεια να αποκλείεται σήμερα σημαντικό ποσοστό του πληθυσμού από την πρόσβαση στις υπηρεσίες υγείας και να λαμβάνει σύνταξη στα όρια της επιβίωσης. Αλλά, κυρίως, να τίθεται μεγάλο τμήμα της κοινωνίας στο περιθώριο και να εντείνεται ο κοινωνικός αποκλεισμός των ηλικιωμένων.
Μια στρατηγική «ανεξάρτητης διαβίωσης και ενεργούς – υγιούς γήρανσης» θα σταματήσει, να αντιμετωπίζει τα γηρατειά σαν «βάρος στην οικογένεια και στην κοινωνία», θα σταματήσει να ανατροφοδοτεί την αδυναμία αυτοεξυπηρέτησης. Θα έχει, όπως δείχνουν πολλές έρευνες, και σημαντικά οφέλη για τον οικογενειακό και κρατικό προϋπολογισμό, θα εξοικονομούσε δημόσιους πόρους ώστε να ενισχύονται δραστηριότητες και πολιτικές κοινωνικής συμμετοχής και ένταξης αντί να κατευθύνονται, όπως σήμερα, σημαντικοί πόροι λανθασμένα σε δράσεις που συντηρούν τον αποκλεισμό και την περιθωριοποίηση. Υγιής γήρανση σημαίνει άνθρωποι λιγότερο εξαρτημένοι από τις οικογένειες, το κράτος και τα κόμματα (πελατειακό σύστημα).
Η κρίση και κυρίως η αντιμετώπιση της κρίσης έπρεπε να οδηγήσουν σε ένα κύμα δίκαιων κοινωνικών και πολιτικών – οικονομικών αλλαγών με στόχο τη βελτίωση της ζωής των ανθρώπων, στην ενίσχυση της κοινωνικής συνοχής και της καινοτομίας, δημιουργώντας ένα περιβάλλον ευνοϊκό για όλες τις ηλικίες, ιδιαίτερα όμως για τους/τις νέους/ες αλλά και τους/τις ηλικιωμένους/ες. Παλιές συνταγές για την επίλυση των κοινωνικών και οικονομικών προβλημάτων δεν προσφέρουν βιώσιμες λύσεις. Δυστυχώς οι προηγούμενες κυβερνήσεις στάθηκαν ανίκανες να προκαλέσουν έναν διάλογο για τις αλλαγές που χρειάζεται η χώρα, και εφάρμοσαν σε μεγάλο βαθμό καταστροφικές, οριζόντιες πολιτικές. Ο ΣΥΡΙΖΑ και ως αντιπολίτευση και ως κυβέρνηση επιβεβαιώνει ότι δεν έχει σχέδιο ριζικών αλλαγών στην κοινωνία προς μια κοινωνική και οικολογική, προοδευτική, κατεύθυνση. Αγωνίζεται επικοινωνιακά για να πείσει ότι μπορεί να οδηγήσει στην επιστροφή στο παλιό αλλά φυσικά αδυνατεί να χρηματοδοτήσει ένα μοντέλο που είχε ήδη φτάσει στα όρια του και κατέρρεε, με αποτέλεσμα να φτάσουμε στη χρεοκοπία.
Η εποχή του τέλους των ψευδαισθήσεων έφτασε πολύ πιο γρήγορα από όσο αναμέναμε, η εποχή των βαθιών αλλαγών όμως χρειάζεται πολύ δουλειά και κυρίως αφύπνιση της κοινωνίας από τον λήθαργο ότι κάποιος σωτήρας θα μας σώσει χωρίς να χρειαστεί εμείς οι πολίτες να αναλάβουμε ενεργό ρόλο.