22 Ιουνίου 2012

Το νέο Ευρωπαϊκό Ταμείο Θάλασσας και Αλιείας: Εργαλείο- Κλειδί για την βιώσιμη μεταρρύθμιση της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής

Παρουσίαση έκθεσης του Ν.Χρυσόγελου στην Επιτροπή Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Ασφάλειας Τροφίμων

 

Αυτές τις μέρες καλείται το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο να συναποφασίσει για το μέλλον της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής (ΚΑλΠ). Ο ευρωβουλευτής των Οικολόγων Πράσινων, Νίκος Χρυσόγελος, έχει αναλάβει τη σύνταξη της έκθεσης - γνωμοδότησης της Επιτροπής Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Ασφάλειας Τροφίμων, για τη σύσταση του νέου Ευρωπαϊκού Ταμείου Θάλασσας και Αλιείας.

 

Τα αλιευτικά πεδία της Ευρώπης ήταν κάποτε από τα πιο παραγωγικά στον κόσμο, αλλά τριάντα χρόνια Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής (ΚΑλΠ) έχουν ως αποτέλεσμα τη σοβαρή μείωση των πληθυσμών των ψαριών, την υποβάθμιση των οικοσυστημάτων, καθώς και βλάβες στα βιολογικά είδη, σε οικοτόπους και αλιευτικά πεδία (Το 63% των εξεταζόμενων ιχθυαποθεμάτων στον Ατλαντικό έχουν υπεραλιευθεί, στη Μεσόγειο το ποσοστό αγγίζει το 82%, ενώ στη Βαλτική 4 από τα 6 ιχθυαποθέματα έχουν υπεραλιευθεί). Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αναγνώρισε την πλεονάζουσα αλιευτική ικανότητα ως μία από τις βασικές κινητήριες δυνάμεις της υπεραλίευσης και αναγνωρίζει ότι οι επιδοτήσεις έχουν συμβάλει σε αυτή την ανισορροπία μέσω της τεχνητής διατήρησης της πλεονάζουσας αλιευτικής ικανότητας. Το 2011 έκθεση του Ευρωπαϊκού Ελεγκτικού Συνεδρίου το επιβεβαιώνει αυτό, δηλώνοντας ότι η πλεονάζουσα αλιευτική ικανότητα του στόλου οδηγεί στην εξάντληση των αποθεμάτων των ψαριών, απειλώντας την ευημερία των θαλασσών μας και την βιωσιμότητα των αλιευτικών κοινοτήτων.

 

Η πρόταση για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Θάλασσας και Αλιείας (ΕΤΘΑ) (COM(2011) 804 τελικό), η οποία θα αντικαταστήσει το ισχύον Ευρωπαϊκό Ταμείο Αλιείας (ΕΤΑ), αποτελεί βασικό στοιχείο της δέσμης μεταρρυθμίσεων της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής.

 

Με την πρόταση κανονισμού, διατίθεται ποσό 6,567 εκατ. ευρώ για την ενίσχυση:
1) της ανάπτυξης της αλιείας, της υδατοκαλλιέργειας και των αλιευτικών περιοχών,
2) του ελέγχου και της εκτέλεσης στον τομέα της αλιείας,
3) της συλλογής δεδομένων,
4) της ολοκληρωμένης θαλάσσιας πολιτικής και
5) της ανάπτυξης τεχνικών και διοικητικών μέσων για την υποστήριξη της εφαρμογής της ΚΑΠ.

 

«Η ΚΑλΠ έχει κατηγορηθεί για πολλά προβλήματα, αλλά δεν πρέπει να λησμονείται ότι είναι το αποτέλεσμα ενός πολιτικού συμβιβασμού των Υπουργών», δήλωσε ο Ν. Χρυσόγελος. «Η πλήρης και ορθή εφαρμογή της ισχύουσας ΚΑλΠ θα μπορούσε να αποτρέψει ένα μεγάλο μέρος της σημερινής κρίσης που αντιμετωπίζουν τόσο τα ιχθυαποθέματα όσο και ο τομέας της αλιείας στην ΕΕ. Τα κράτη μέλη απέτυχαν παταγωδώς στο παρελθόν να εφαρμόσουν όσα είχαν συμφωνηθεί. Αυτή η μεταρρύθμιση και η εφαρμογή της, θα δείξει αν πραγματικά επιθυμούν να έχουν μια βιώσιμη αλιεία στην Ευρώπη ή αν θέλουν να συνεχίσουν την καθοδική πορεία. Η χρηματοδότηση λοιπόν με δημόσιους πόρους, μέσω του Ευρωπαϊκού Ταμείου Θάλασσας κι Αλιείας, πρέπει να ενθαρρύνει όσους ψαρεύουν με τον πλέον βιώσιμο τρόπο από περιβαλλοντική και κοινωνική άποψη, την προστασία του θαλάσσιου οικοσυστήματος και της θαλάσσιας βιοποικιλότητας καθώς και τη δημιουργία θαλάσσιων προστατευόμενων περιοχών για να ανακάμψει ο πλούτος των θαλασσών. Το Ταμείο πρέπει επίσης να ενισχύσει την συγκέντρωση δεδομένων και την επιστημονική έρευνα που θα επιτρέψουν τη διαμόρφωση πρακτικών που θα καθιστούν βιώσιμες τις αλιευτικές δραστηριότητες. Οι τροπολογίες που έχω καταθέσει με την έκθεσή μου είναι προς αυτή τη κατεύθυνση. Αποσκοπούν να εδραιώσουν την προσέγγιση ότι η πρόληψη είναι η καλύτερη μέθοδος, ότι η βιώσιμη αλιεία είναι αυτή που βασίζεται σε καλή γνώση και μακροχρόνια διατήρηση του οικοσυστήματος καθώς και ότι η αλιεία πρέπει και μπορεί να διατηρεί μακροχρόνια ένα δημόσιο αγαθό, όπως είναι τα ψάρια».

 

(Ακολουθεί ολόκληρη η τοποθέτηση του Νίκου Χρυσόγελου στην Επιτροπή Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Ασφάλειας Τροφίμων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου)

 

"Αξιότιμοι συνάδελφοι, αξιότιμες συναδέλφισσες

 

Η πρόταση για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Θάλασσας και Αλιείας, η οποία θα αντικαταστήσει το ισχύον Ευρωπαϊκό Ταμείο Αλιείας, αποτελεί εργαλείο - κλειδί όσον αφορά τη μεταρρύθμιση της Kοινής Aλιευτικής Πολιτικής (ΚΑλΠ).

 

Η Κοινή Αλιευτική Πολιτική (ΚΑλΠ) χρειάζεται πράγματι μεταρρύθμιση και το νέο Tαμείο πρέπει να σχεδιαστεί προσεχτικά ώστε να μην επαναληφτούν λάθη του παρελθόντος και να διασφαλιστεί η βιώσιμη αλιεία.

 

Η μεταρρύθμιση της ΚΑλΠ και του χρηματοδοτικού μέσου προσφέρει μια σημαντική ευκαιρία για την εξάλειψη των επιδοτήσεων που συμβάλλουν στην υπεραλίευση στοχεύοντας στη μετάβαση προς μια πραγματικά βιώσιμη αλιεία, στην ευημερία των αλιέων αλλά και την επίτευξη υγιών θαλάσσιων οικοσυστημάτων.

 

Η πρόταση για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Θάλασσας και Αλιείας συνδυάζει οικονομικούς πόρους για την αλιεία και τις υδατοκαλλιέργειες, καθώς και για τον έλεγχο και την εφαρμογή των μέτρων, τη συλλογή δεδομένων και την Ολοκληρωμένη Θαλάσσια Πολιτική.

 

Η ενσωμάτωση αυτών των πρώην διαχωρισμένων χρηματοδοτικών εργαλείων σε ένα ενιαίο χρηματοδοτικό μέσο μπορεί να απλοποιήσει τη διοίκηση και διαχείριση μέσω ενοποιημένων κανόνων και διαδικασιών, ενώ θα συμβάλει στην αποτελεσματικότερη και αποδοτικότερη κατανομή των διαθέσιμων πόρων.

 

Η πρόταση αποσκοπεί στο να διασφαλίσει ότι η χρηματοδότηση θα διατίθεται μόνο στα κράτη μέλη που συμμορφώνονται με τους στόχους και τους κανονισμούς της ΚΑλΠ και ειδικότερα με τις υποχρεώσεις ελέγχου, τον κανονισμό για τη Παράνομη Αλιεία και τις υποχρεώσεις συλλογής δεδομένων. Επιτρέπει τη χρηματοδότηση των αλιευτικών επιχειρήσεων μόνο εφόσον συμμορφώνονται με την ΚΑλΠ.

 

Η πρόταση περιλαμβάνει σημαντικό αριθμό μέτρων, αναγκαίων για να στηριχθεί η βιώσιμη αλιεία στην ΕΕ, να μπουν νέοι άνθρωποι στο επάγγελμα και να βελτιωθούν οι συνθήκες εργασίας.

 

Μέτρα όπως η προώθηση του ανθρώπινου κεφαλαίου και του κοινωνικού διαλόγου, η διευκόλυνση της διαφοροποίησης και της δημιουργίας νέων θέσεων εργασίας, καθώς και η δημιουργία και διαχείριση τοπικών, «από τα κάτω» πρωτοβουλιών για την ενίσχυση της σωστής, βιώσιμης διαχείρισης των αλιευτικών περιοχών, την προώθηση τοπικών στρατηγικών βιώσιμης ανάπτυξης και τοπικών συμπράξεων μεταξύ σημαντικών κοινωνικών εταίρων.

 

Η πρόταση περιλαμβάνει, επίσης, μέτρα για την υποστήριξη της βιοποικιλότητας, συμπεριλαμβανομένης της διαχείρισης, αποκατάστασης και παρακολούθησης των περιοχών του δικτύου Natura 2000 και της προώθησης των προστατευόμενων θαλάσσιων περιοχών που μπορούν να συμβάλλουν στην ανάκαμψη της θαλάσσιας βιοποικιλότητας.

 

Τέλος, η πρόταση περιλαμβάνει μερικές θετικές διατάξεις, οι οποίες θα μπορούσαν να ενισχύσουν τη διαφάνεια και την πληροφόρηση του κοινού, να βελτιώσουν τη συλλογή και διαβίβαση δεδομένων, καθώς και τον έλεγχο και την αποτελεσματική εφαρμογή των διατάξεων για την αλιεία, παρόλο που δεν ανταποκρίνονται πλήρως σε περιφερειακά και τοπικά χαρακτηριστικά.

 

Ωστόσο, η πρόταση υπολείπεται των προσδοκιών για μια απαραίτητη διαρθρωτική αλλαγή που θα διασφαλίζει ότι η δημόσια ενίσχυση θα χρησιμοποιηθεί αποκλειστικά για τη προώθηση της αειφόρου αλιείας. Στην πραγματικότητα, η συντριπτική πλειοψηφία της διαθέσιμης χρηματοδότησης θα μπορούσε και πάλι να διατεθεί για μέτρα τα οποία ευνοούν μια μερίδα επιχειρήσεων και όχι ολόκληρο τον αλιευτικό τομέα ή την κοινωνία γενικότερα.

 

Υπάρχει πολύ περιορισμένη αναφορά στη παράκτια μικρής κλίμακας αλιεία, καθώς και στη στροφή προς μια διαχειριστική προσέγγιση με βάση τα οικοσυστήματα και τη προστασία της βιοποικιλότητας.

 

Η πρόταση δεν αντιμετωπίζει ουσιαστικά τις χρηματοδοτήσεις που συμβάλλουν στη διατήρηση της υφιστάμενης πλεονάζουσας αλιευτικής ικανότητας. Θα έπρεπε να επιτρέπει τη χρηματοδότηση για πλοία, στόλους και εργαλεία μόνο στη βάση κατάλληλης αξιολόγησης της αλιευτικής ικανότητας σε σχέση πάντα με τις διαθέσιμες αλιευτικές δυνατότητες, να λαμβάνει υπόψη πόσα ψάρια υπάρχουν στα αλιευτικά πεδία.

 

Η πρόταση περιλαμβάνει επίσης ενισχύσεις για τη δημιουργία συστημάτων Μεταβιβάσιμων Αλιευτικών Παραχωρήσεων (ΜΑΠ), ενώ πολλοί κοινωνικοί φορείς, ΜΚΟ και κράτη μέλη αντιτίθενται στις υποχρεωτικές ΜΑΠ, που τις χαρακτηρίζουν λύση μονόδρομο. Κάθε ενίσχυση που αποσκοπεί στη θέσπιση συστημάτων για τη διαχείριση των αλιευμάτων θα πρέπει να στοχεύει σε διαχειριστικά μέτρα που εμπλέκουν τους κοινωνικούς εταίρους σε επίπεδο αλιευτικού πεδίου.

 

Η ενίσχυση σκαφών ή λιμένων για να κάνουν καλύτερη χρήση των ανεπιθύμητων εμπορικών αλιευμάτων θα υπονομεύσει τις επιθυμητές υποχρεώσεις κατά την εκφόρτωση, καθώς και τη προσπάθεια να αλιεύουν πιο στοχευμένα, επιλεκτικά και βιώσιμα. Η χρηματοδότηση θα πρέπει να στοχεύει στη μείωση των ποσοστών θνησιμότητας των ανεπιθύμητων αλιευμάτων, π.χ. μέσω έρευνας σε πιο επιλεκτικές και φιλικές προς το περιβάλλον πρακτικές και αλιευτικά εργαλεία και όχι τόσο στην εμπορία των ανεπιθύμητων αλιευμάτων.

 

Τέλος, η πρόταση περιλαμβάνει μια σειρά μέτρων τα οποία θα προωθήσουν αδιακρίτως την ανάπτυξη των υδατοκαλλιεργειών, χωρίς την απαραίτητη εξέταση περιβαλλοντικών και κοινωνικών παραμέτρων.

 

Σε αυτό το πλαίσιο οι βασικές τροπολογίες που κατέθεσα επικεντρώνονται σε ορισμένα σημεία:

 

Ορισμένοι τύποι χρηματοδότησης που προβλέπονταν στο σχέδιο καταργούνται με βάση τις τροπολογίες που κατέθεσα, όπως:

- για την αποθήκευση ψαριών που αλιεύονται όταν δεν υπάρχει αγορά. Μεταξύ του να αλιεύονται ψάρια μόνο όταν οι συνθήκες της αγοράς εγγυώνται καλή τιμή και του να αποθηκεύονται για μεγάλα χρονικά διαστήματα είναι προτιμητέο το πρώτο.
- για τα ασφάλιστρα των εκμεταλλεύσεων υδατοκαλλιέργειας, δεδομένου ότι πρόκειται για δαπάνες που πρέπει να επιβαρύνουν τους ίδιους τους επιχειρηματίες και όχι τους φορολογούμενους.
- για ενίσχυση της διαχείρισης των «Μεταβιβάσιμων Αλιευτικών Παραχωρήσεων».
- για διαφήμιση και κυκλοφορία στην αγορά ψαριών για τα οποία υπάρχει περιορισμένη ή καθόλου ζήτηση στην αγορά.

 

Σε αρκετά σημεία προστίθενται διατυπώσεις που επιδιώκουν να διασφαλίσουν ότι η ενίσχυση δεν έχει ως συνέπεια την υπεραλίευση ή την άκριτη προώθηση της υδατοκαλλιέργειας. Τα κονδύλια ανακατανέμονται για να στηριχτεί η συγκέντρωση επιστημονικών και άλλων στοιχείων και για να βελτιωθεί η επιτήρηση των αλιευτικών δραστηριοτήτων.

 

Το τμήμα που αφορά τις υδατοκαλλιέργειες τροποποιείται για να μετατοπιστεί η έμφαση από την άνευ κριτηρίων προώθηση της υδατοκαλλιέργειας, ενός κλάδου που μπορεί να προξενήσει σημαντικά περιβαλλοντικά προβλήματα εάν δεν τύχει καλής διαχείρισης, προς μια προσαρμογή των δραστηριοτήτων της υδατοκαλλιέργειας σε περιβαλλοντικά φιλικότερες συνθήκες. Γι αυτό η προτεραιότητα σε ότι αφορά στις υδατοκαλλιέργειες δίνεται σε έργα σχεδιασμένα με τέτοιο τρόπο ώστε να μειώνεται ο περιβαλλοντικός αντίκτυπος των δραστηριοτήτων τους.

 

Η αλιεία είναι ουσιαστικά η ιδιωτική εκμετάλλευση ενός δημόσιου αγαθού και συνοδεύεται κατά συνέπεια από ορισμένες ευθύνες και προϋποθέσεις που περιστρέφονται κυρίως γύρω από την μέριμνα για αποφυγή της εξάντλησης των αλιευτικών πόρων ή της υποβάθμισης του θαλάσσιου περιβάλλοντος και των παράκτιων κοινοτήτων που εξαρτώνται από αυτό για την επιβίωσή τους.

 

Συνοψίζοντας, η χρηματοδότηση πρέπει κατά προτίμηση να αποσκοπεί στην συγκέντρωση δεδομένων που θα επιτρέψουν την διεξαγωγή αναλύσεων περί βιωσιμότητας των αλιευτικών δραστηριοτήτων και στην στήριξη όσων ψαρεύουν με τον πλέον βιώσιμο τρόπο από περιβαλλοντική και κοινωνική άποψη αλλά και στην προστασία του θαλάσσιου οικοσυστήματος και της θαλάσσιας βιοποικιλότητας μακροχρόνια.

 

Οι τροπολογίες που έχω καταθέσει με την έκθεσή μου είναι προς αυτή τη κατεύθυνση. Αποσκοπούν να εδραιώσουν την προσέγγιση ότι η πρόληψη είναι η καλύτερη μέθοδος όπως και ότι η βιώσιμη αλιεία είναι αυτή που βασίζεται σε καλή γνώση και μακροχρόνια διατήρηση του οικοσυστήματος.
 

Last modified on Τρίτη, 26 Ιουνίου 2012 12:47