Ν. Χρυσόγελος: Η Ελλάδα θα θυσιάσει το περιβάλλον;
Με αφορμή την υπερψήφιση από την Ολομέλεια του Ευρωκοινοβουλίου της έκθεσης σχετικά με την πρόταση της Κομισιόν για την τροποποίηση της Οδηγίας 2011/92/ΕΕ "Εκτίμηση των επιπτώσεων ορισμένων σχεδίων δημοσίων και ιδιωτικών έργων στο περιβάλλον" (COM(2012)0628) ο Νίκος Χρυσόγελος, ευρωβουλευτής των Οικολόγων Πράσινων, δήλωσε: "Ενώ στην Ελλάδα η Κυβέρνηση υπό το πρόσχημα των δανειακών απαιτήσεων και της δημοσιονομικής εξυγίανσης επιστρέφει σε αντιλήψεις για μια αναπτυξιακή πολιτική προηγούμενων δεκαετιών, στην Ευρώπη ψηφίστηκε η αναθεώρηση της Οδηγίας για την εκτίμηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων που ενισχύει το "οπλοστάσιο" της ΕΕ απέναντι σε έργα που έχουν αρνητικές επιπτώσεις στο περιβάλλον".
Το Ευρωκοινοβούλιο αποφάσισε την ανανέωση και την ενίσχυση της Οδηγίας για την εκτίμηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων, τη βελτίωση των υποχρεώσεων για την εκτίμηση της υφιστάμενης κατάστασης των έργων και των λογικών εναλλακτικών λύσεων, τη διευκρίνηση των ελάχιστων κριτηρίων για το περιεχόμενο και τους όρους της αξιολόγησης, ενώ ενισχύει την πρόσβαση στη δημόσια διαβούλευση. Ένα από τα πιο σημαντικά σημεία της αναθεώρησης της Οδηγίας είναι ότι εντάσσει πλέον στα έργα που απαιτούν ενδελεχή και υποχρεωτική εκτίμηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων τις δραστηριότητες εξόρυξης σχιστολιθικού φυσικού αερίου, καθώς και τα ανοιχτά ορυχεία.
Η πρόταση της Επιτροπής έχει ως στόχο την αναθεώρηση της νομοθεσίας της ΕΕ για τη θέσπιση κοινών ελάχιστων απαιτήσεων για την εκτίμηση των επιπτώσεων ορισμένων σχεδίων δημοσίων και ιδιωτικών έργων στο περιβάλλον (ΕΠΕ). Παρά το γεγονός ότι έχει τροποποιηθεί τρεις φορές από την έγκρισή της το 1985, η Οδηγία δεν έχει αλλάξει σημαντικά ώστε να λαμβάνει υπόψη τις τρέχουσες αλλαγές στο πολιτικό, νομικό και τεχνικό πλαίσιο. Κατά τη διάρκεια των τελευταίων 25 ετών η Ευρωπαϊκή Ένωση διευρύνθηκε και ταυτόχρονα μεγάλωσε το πεδίο και η σοβαρότητα των περιβαλλοντικών θεμάτων τα οποία πρέπει να αντιμετωπιστούν, όπως επίσης και ο αριθμός των σημαντικών έργων υποδομής σε επίπεδο ΕΕ (π.χ. διασυνοριακά έργα στον τομέα της ενέργειας ή των μεταφορών). Για να αντιμετωπίσει αυτές τις αλλαγές η πρόταση για τροποποίηση της Οδηγίας φέρνει νέες σημαντικές επικαιροποιήσεις στο νομοθετικό πλαίσιο, λαμβάνοντας υπόψη τις ελλείψεις στη διαδικασία ελέγχου, την ποιότητα και την ανάλυση της εκτίμησης των περιβαλλοντικών επιπτώσεων καθώς και τους κινδύνους ανακολουθιών εντός της διαδικασίας εκτίμησης.
Η Οδηγία ΕΙΑ υπήρξε κρίσιμης σημασίας μέσο για την προστασία του περιβάλλοντος στην Ευρώπη εδώ και πολλά χρόνια, αλλά δεν έχει ακόμα εφαρμοστεί σωστά σε όλα τα κράτη μέλη, ούτε εφαρμόζεται με πληρότητα σε όλα τα τοπικά έργα. Υπάρχουν αρκετοί τομείς που χρειάζονται ενίσχυση, και ιδίως όσον αφορά την συμμετοχή των πολιτών σε όλα τα στάδια των έργων, αυξημένο βαθμό διαφάνειας, την ανάγκη ανεξάρτητης και αντικειμενικής υποβολής εκθέσεων, σαφέστερες διατάξεις για την προστασία της εθνικής κληρονομιάς, έναν σαφή μηχανισμό για την προτίμηση της φιλικότερης προς το περιβάλλον εναλλακτικής λύσης, νομική προστασία με ανασταλτικό αποτέλεσμα, καθώς και ρητή απαγόρευση των σοβαρών περιβαλλοντικών επιπτώσεων και, το κυριότερο, ενισχυμένη προτεραιότητα στις περιβαλλοντικές επιταγές.
Πραγματικά, τα ισχυρά οικονομικά συμφέροντα που σχετίζονται με μεγάλα έργα υποδομών πολύ συχνά ασκούν αθέμιτη επιρροή στη λήψη των πολιτικών αποφάσεων σε τοπικό, περιφερειακό και εθνικό επίπεδο, εις βάρος του περιβάλλοντος. Στο πλαίσιο αυτό, η ενίσχυση της Οδηγίας ΕΙΑ είναι απαραίτητη για να εγγυηθούμε στους ευρωπαίους πολίτες ότι τα δικαιώματά τους γίνονται απολύτως σεβαστά και ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι σε θέση να εκπληρώνει τις δεσμεύσεις της, όπως προσδοκούν οι πολίτες, σε σχέση με τη βελτίωση της βιοποικιλότητας, την πρόληψη δραματικών αλλαγών στο κλίμα και την εξασφάλιση καλύτερης ισορροπίας μεταξύ της βελτίωσης των υποδομών, και των απαιτήσεων της φύσης. Η Οδηγία ΕΙΑ συνδέεται από τη φύση της με άλλες οδηγίες, και ιδίως με την Οδηγία για τη διατήρηση των αγρίων πτηνών και των φυσικών οικοτόπων, καθώς και με τις οδηγίες που αφορούν τη διαχείριση αποβλήτων. Τα παραρτήματα πρέπει να επανεξεταστούν διεξοδικά, όσον αφορά ιδίως τις προτεραιότητες σε αυτά τα πεδία.
Μολονότι προφανώς μετριοπαθής, η Οδηγία 2011/92/EΕ σχετικά με την εκτίμηση των επιπτώσεων ορισμένων σχεδίων δημοσίων και ιδιωτικών έργων στο περιβάλλον (οδηγία ΕΠΕ) αποτελεί την κορωνίδα της περιβαλλοντικής πολιτικής της Ένωσης. Περίπου 200 είδη έργων εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της - από την ανέγερση γεφυρών, λιμένων, αυτοκινητοδρόμων και χώρων απόθεσης απορριμμάτων, μέχρι τις εγκαταστάσεις εντατικής εκτροφής πουλερικών ή χοίρων (1).
Η Οδηγία ΕΠΕ καθιέρωσε την απλή αλλά θεμελιώδη αρχή των «τεκμηριωμένων αποφάσεων»: πριν από τη χορήγηση άδειας για δημόσια ή ιδιωτικά έργα που ενδέχεται να έχουν επίπτωση στο περιβάλλον, οι αρμόδιες αρχές των Κ-Μ καλούνται νομικώς να αποκτήσουν όλες τις αναγκαίες πληροφορίες, προκειμένου να διενεργήσουν εκτίμηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων. Η Οδηγία 2011/92/EΕ, η οποία ισχύει επί του παρόντος και είναι κατά κύριο λόγο διαδικαστικής φύσης, αποσκοπεί στο να διασφαλίσει τη περιβαλλοντική βιωσιμότητα των έργων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της. Τα έργα αυτά χωρίζονται σε δύο κατηγορίες: Αυτά για τα οποία λόγω των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών τους, η διενέργεια ΕΠΕ είναι υποχρεωτική (παράρτημα Ι) κι αυτά που υποχρεούνται ν' ακολουθήσουν διαδικασία ελέγχου του έργου (παράρτημα ΙΙ).
Για την αντιμετώπιση των προβλημάτων που εντοπίστηκαν και την ευθυγράμμιση του κειμένου της Οδηγίας με τις νέες πολιτικές προτεραιότητες της ΕΕ, όπως η εδαφική θεματική στρατηγική, ο οδικός χάρτης για μια αποτελεσματική από άποψη πόρων Ευρώπη και η Στρατηγική Ευρώπη 2020, η Επιτροπή υπέβαλε την πρόταση για αναθεώρηση της οδηγίας ΕΙΑ. Ακολουθώντας τις προτεραιότητες της ΕΕ, η πρόταση περιλαμβάνει μεταξύ των παραγόντων για τους οποίους πρέπει να αξιολογείται η επίπτωση ενός έργου, τη βιοποικιλότητα, τη χρήση φυσικών πόρων, την κλιματική αλλαγή και τους κινδύνους φυσικών και ανθρωπογενών κινδύνων. Η πρόταση ζητεί επίσης τα έργα να εξετάζονται λαμβάνοντας υπόψη κάθε είδους σωρευτική λειτουργία με άλλα έργα και δραστηριότητες, προκειμένου να αποφευχθεί η βλαπτική τακτική της κατάτμησης των έργων σε χωριστές παρτίδες, προκειμένου να περιοριστεί η περιβαλλοντική τους επίπτωση.