Οι ΠΡΑΣΙΝΟΙ-ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ χαιρετίζουμε την πρόοδο στις διαπραγματεύσεις για την επίλυση του Κυπριακού. 41 χρόνια μετά το πραξικόπημα που οδήγησε στην τουρκική εισβολή, φαίνεται να υπάρχει μεγάλη κινητικότητα και βάσιμη ελπίδα για λύση του Κυπριακού. Η διαδικασία των διαπραγματεύσεων που ξεκίνησε πρόσφατα, πραγματοποιείται μέσα σε ένα ευνοϊκότερο κλίμα χάρη στους ηγέτες των δυο κοινοτήτων, Νίκο Αναστασιάδη και Μουσταφά Ακιντζί, τους διαπραγματευτές των δύο πλευρών, Ανδρέα Μαυρογιάννη και Οζντίλ Ναμί αλλά και στις πολλές πρωτοβουλίες της κοινωνίας των πολιτών. Σημαντική είναι η ενεργός πλέον συμβολή όχι μόνο του ΟΗΕ αλλά και της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Είναι μια ιστορική ευκαιρία για την επίτευξη μιας λύσης που θα ξαναενώσει το νησί και θα δημιουργήσει συνθήκες μακροχρόνιας ειρηνικής συμβίωσης και ευημερίας και των δυο κοινοτήτων. Είναι ελπιδοφόρο ότι οι διαπραγματεύσεις αναζητούν μια λύση που θα στηρίζεται στις αρχές του διεθνούς δικαίου και θα διασφαλίζει τα ανθρώπινα δικαιώματα και ελευθερίες όλων των νόμιμων πολιτών της χώρας. Η Κύπρος φαίνεται ότι έχει ωριμάσει και είναι έτοιμη να επουλώσει για πάντα τα τραύματα που έχουν δημιουργηθεί εδώ και πάνω από 60 χρόνια και να κάνει πράξη τα όνειρα για μια ενιαία, ειρηνική, ευημερούσα Κύπρο για όλους τους κατοίκους της.
Η λύση στο Κυπριακό θα είναι και μια επιλογή να μείνουν πλέον στο παρελθόν εθνικισμοί και λάθη που στοίχησαν πολύ ακριβά στην κυπριακή δημοκρατία και στις δυο κοινότητες, ιδιαίτερα στους αθώους. Πιο πολύ πλήρωσε η ελληνοκυπριακή κοινότητα το πραξικόπημα και μετά την τουρκική εισβολή. Αθώα θύματα είχε και η τουρκοκυπριακή κοινότητα εξαιτίας μισαλλοδοξίας και εθνικισμών. Η εξαιρετική δουλειά που κάνει η Διερευνητική Επιτροπή Αγνοουμένων που έχει αναλάβει να παραδώσει ταυτοποιημένα τα οστά προσώπων καταγραφέντων ως αγνοουμένων στις διακοινοτικές συγκρούσεις καθώς και στα γεγονότα του Ιουλίου 1974 και μετέπειτα - δηλαδή 502 υποθέσεις Τουρκοκύπριων αγνοουμένων και 1493 υποθέσεις Ελληνοκύπριων αγνοουμένων – είναι μια υπενθύμιση για το που οδηγεί τις κοινωνίες το μίσος και ο εθνικισμός.
Απόψεις σαν κι αυτές που καλλιεργούνται στην Ελλάδα από τη νεοναζιστική Χρυσή Αυγή και τους ομοϊδεάτες της οδήγησαν στο να σκοτώνονται έλληνες από έλληνες, ελληνοκύπριοι από ελληνοκύπριους και έλληνες καθώς και κύπριοι από τις δυο κοινότητες μεταξύ τους. Είναι η χούντα, που άνοιξε το δρόμο στην τουρκική εισβολή. Είναι οι πραξικοπηματίες που εκτέλεσαν έλληνες και κυπρίους, όπως τον Σαββάκη Ευαγόρου, που θυσιάστηκε για να μπορέσει να διαφύγει ο Μακάριος. Εκατοντάδες αθώοι δολοφονήθηκαν είτε εξαιτίας της καταγωγής τους ή των απόψεων τους και μόνο, επιπλέον των θυμάτων της τουρκικής εισβολής. Ας μην τα ξεχνάμε αυτές τις δύσκολες εποχές όταν η κριτική σκέψη εξασθενεί και οι συνειδήσεις γίνονται ιδιαίτερα ελαστικές μέσα σε κλίμα θυμού και οργής.
Η επανένωση του νησιού θα είναι και μια απάντηση απέναντι σε διχασμούς και μίσος στη βάση της διαφορετικής καταγωγής που κυριαρχούν σε διάφορες περιοχές του πλανήτη. Θα είναι μια ελπίδα ότι η συνύπαρξη μέσα από την διαφορετικότητα μπορεί να είναι κυρίαρχη επιλογή των κοινωνιών στην ταραγμένη εποχή μας. Είναι γι αυτό πολύ ελπιδοφόρα και η πρόσφατη γενναία δήλωση του Τουρκοκύπριου ηγέτη Μουσταφά Ακιντζί: «αυτό στο οποίο οι Τ/κ αναφερόμαστε ως «ειρηνική επιχείρηση,ήταν πράγματι ένας πόλεμος, σπίτια χάθηκαν και οικογένειες διασκορπίστηκαν, παρά τα όσα πέρασαν οι Τ/κ το 1950 και το 1960, τα κύρια θύματα της τραγωδίας του 1974 που προκλήθηκε από την ελληνική χούντα ήταν οι Ε/κ». Όπως και η δήλωση του προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας Νίκου Αναστασιάδης ότι «με 41 χρόνια απαράδεκτης κατάστασης και κατοχής να συνεχίζονται, δεν έχουμε παρά να εργαστούμε έτσι ώστε να αποκαταστήσουμε τα πράγματα, να επουλώσουμε τις πληγές και να διαγράψουμε τις ουλές. Η συντήρηση ή διατήρηση του στάτους κβο δεν είναι προς όφελος κανενός, αντίθετα θεμελιώνει ή τσιμεντώνει, αν θέλετε, τα τετελεσμένα. Η καλή συνεργασία ή ο αλληλοσεβασμός είναι εκείνος, που θα δημιουργήσει τα θεμέλια της εμπιστοσύνης, αλλά και της προοπτικής για το μέλλον»
Η επανένωση του νησιού θα μπορούσε να έχει κι άλλη μια θετική επίπτωση, την επιστροφή τουλάχιστον του 50% των εδαφών που είναι σήμερα «έδαφος» των Βρετανικών Βάσεων, όπως τουλάχιστον έχει δεσμευτεί η βρετανική κυβέρνηση και επιβεβαίωσε στο κοινοβούλιο στις 1/6/2015 ο βρετανός υπουργός εξωτερικών.
Ας μην χαθεί λοιπόν η ιστορική ευκαιρία.