10 Δεκεμβρίου 2013

Απάντηση του Επίτροπου Ρεν στο Νίκο Χρυσόγελο για τη βιωσιμότητα του χρέους

 

Ανάγκη ενεργούς συμμετοχής όλων των σχετικών φορέων στη χάραξη της αναπτυξιακής πολιτικής της χώρας

«Την ανάγκη ενεργούς συμμετοχής όλων των σχετικών φορέων στη χάραξη της αναπτυξιακής πολιτικής της χώρας ώστε να εξασφαλιστεί η αποτελεσματική και αποδοτική αξιοποίηση των κοινοτικών πόρων», επισημαίνει ο Επίτροπος Όλι Ρεν, απαντώντας σε ερώτησή του Νίκου Χρυσόγελου, ευρωβουλευτή των Οικολόγων Πράσινων, για τη βιωσιμότητα του ελληνικού δημόσιου χρέους και την πιθανότητα επιπλέον χρηματοδότησης ενός ολοκληρωμένου εναλλακτικού σχεδίου για την ανασυγκρότηση της παραγωγικής βάσης της χώρας και τη δημιουργία βιώσιμων θέσεων απασχόλησης. Την ίδια στιγμή ο Επίτροπος συνεχίζει να αγνοεί την πραγματικότητα αναφέροντας ότι «το ελληνικό δημόσιο χρέος το 2021 εκτιμάται να κινείται σε επίπεδα χαμηλότερα του 120%, με την παραδοχή ότι το πρόγραμμα οικονομικής προσαρμογής εξακολουθεί να υλοποιείται στο ακέραιο».

Αν η απάντηση του Επίτροπου Ρεν στην ερώτησή μου σχετικά με τη βιωσιμότητα του ελληνικού δημόσιου χρέους δεν ερχόταν δύο μόλις μέρες μετά τη δημοσίευση της έκθεσης του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) που διαπιστώνει πως το 2020 το χρέος θα βρίσκεται στο 157% του ΑΕΠ εξαιτίας παρατεταμένου αποπληθωρισμού και ύφεσης, θα σχολίαζε κανείς  πως απλώς πρόκειται για την ίδια απάντηση ρουτίνας από την Κομισιόν απέναντι στα σχετικά ερωτήματα. Σύμφωνα με την έκθεση του ΟΟΣΑ, από την έναρξη εφαρμογής του πρώτου Μνημονίου το 2010, έως και σήμερα, η ύφεση που προκάλεσε το πρόγραμμα διόγκωσε το χρέος κατά 38,5% του ΑΕΠ, εξαφανίζοντας έτσι τα κέρδη από το κούρεμα του χρέους μέσω του PSI, που είχε φέρει ελάφρυνση ύψους 38,6% έως το 2013. Αυτό σημαίνει ότι παρά τις θυσίες και παρά το κούρεμα, τελικά τα δημοσιονομικά επιδεινώθηκαν γιατί καταστράφηκε η οικονομία κι αυξήθηκε η ανεργία. Όμως, είναι επικίνδυνο να συνεχίζει η τρόικα, μέλος της οποίας είναι η Διεύθυνση του Ολι Ρεν, να επιμένει στην εφαρμογή ενός πλήρως αποτυχημένου προγράμματος που όλοι πλέον βλέπουν την καταστροφή που προκαλεί, ακόμα και σε δημοσιονομικό επίπεδο. Εξάλλου πρόφατη ήταν και η έκθεση "Το δημόσιο χρέος μετά το τέλος του Μνημονίου" του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους που έχει συσταθεί στην Ελληνική Βουλή, η οποία δόθηκε στη δημοσιότητα στις 9 Οκτωβρίου που διαπιστώνει ότι είναι ψευδαίσθηση να αναμένουμε ότι η χώρα θα επιστρέψει στις αγορές μετά το 2014 για να καλύψει με λογικούς όρους τις ανάγκες αναχρηματοδότησης του χρέους, συν τυχόν έκτακτες ανάγκες. Η αριθμητική του χρέους είναι εναντίον μας. Οι Πράσινοι είχαμε πει εγκαίρως, και σε πανευρωπαϊκό επίπεδο, ότι αυτό το σχέδιο δεν θα πετύχαινε. Αλλά θέλουμε να είμαστε ειλικρινείς. Για να αλλάξει αυτό το αποτυχημένο σχέδιο είναι φανερό ότι χρειάζεται να διαμορφωθεί «από τα κάτω», μέσα από διάλογο μεταξύ δημιουργικών επαγγελματικών και κοινωνικών δυνάμεων, ένα εναλλακτικό σχέδιο διεξόδου από την κρίση, που θα επιδώξει ευρύτατες ευρωπαϊκές συμμαχίες. Οι Πράσινοι παίζουμε καταλυτικό ρόλο σε αυτή την στρατηγική, ας ενισχύσουμε τις πρωτοβουλίες κι ας ενδυναμώσουμε τον διάλογο στην κοινωνία», καταλήγει ο Νίκος Χρυσόγελος.

Αναλυτικά για την απάντηση του Όλι Ρεν και το σχολιασμό της

Για την προετοιμασία της χώρας για την προγραμματική περίοδο 2014-2020

 «Η αναφορά αυτή είναι σημαντική, καθώς ο μέχρι τώρα σχεδιασμός της επόμενης Προγραμματικής Περιόδου, αρκείται αφενός στην κάλυψη υπερδεσμεύσεων μεγάλων έργων της τρέχουσας περιόδου, ενώ ακόμη δεν έχει αποφασιστεί η δομή των επιχειρησιακών προγραμμάτων και σίγουρα δεν έχει υπάρξει ικανοποιητική διαβούλευση με τους περιφερειακούς φορείς και την κοινωνία των πολιτών», δήλωσε ο Νίκος Χρυσόγελος. «Και αυτοί οι πόροι, δυστυχώς, φαίνεται πως πρόκειται να θυσιαστούν -τουλάχιστον σε επίπεδο αρχικού σχεδιασμού- στο βωμό των αναγκών που έχουν προκύψει από «προβληματικές» πλέον συμβάσεις για πολύ μεγάλα δημόσια έργα. Δεν υπάρχει σχέδιο, δεν υπάρχουν προτεραιότητες, μετρήσιμοι στόχοι. Οι πόροι που προβλέπονται από τα Ευρωπαϊκά Διαρθρωτικά και Επενδυτικά Ταμεία είναι σημαντικοί, δεν θα είναι όμως από μόνοι τους ικανοί να βγάλουν τη χώρα από τη βαθιά κρίση, πολύ περισσότερο αν δεν υπάρξει ένα νέο σχέδιο με όροαμα αλλά και ρεαλισμό, συνοχή και συγκεκιρμένους στόχους για την οικονομία, την απασχόληση, την κοινωνική αλληλεγγύη και το περιβάλλον.

Στόχος των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων που υλοποιούνται στο πλαίσιο του προγράμματος είναι ακριβώς να δημιουργηθεί η βάση για βιώσιμη ανάπτυξη, καθώς και νέες θέσεις απασχόλησης στην Ελλάδα», δηλώνει στην απάντησή του ο Όλι Ρεν, χωρίς να αναφέρεται γιατί αυτό δεν επιτυγχάνεται και, χωρίς να αναφερθεί σε πιθανή νέα χρηματοδότηση.

«Σε αυτή την Προγραμματική Περίοδο, είναι απαραίτητο οι Περιφέρειες, οι Δήμοι, οι ομάδες πολιτών να ακουστούν, να συν-σχεδιάσουν, να συν-αποφασίσουν, να υλοποιήσουν, να διαχειριστούν», επισημαίνει ο Νίκος Χρυσόγελος, που είναι και Πςεριφερειακός Σύμβουλος Ν. Αιγαίου με τον ΟΙΚΟΛΟΓΙΚΟ ΑΝΕΜΟ. «Επιτέλους, οι Περιφέρειες πρέπει να αφεθούν να αυτονομηθούν σε επίπεδο σχεδιασμού και υλοποίησης από την κεντρική κρατική διοίκηση, να στελεχωθούν επαρκώς και να λειτουργήσουν όπως ακριβώς προβλέπεται από τους Κανονισμούς της νέας Προγραμματικής περιόδου. Απαιτείται, όμως, κινητοποίηση και από τους αυτοδιοικητικούς φορείς και την κοινωνία των πολιτών, ώστε να απαιτήσουν τη διαχείριση των κονδυλίων που προβλέπονται για την κάθε περιοχή αλλά στη βάση ιεραρχημένων προτεραιοτήτων και μετά από ουσιαστική κι όχι προσχηματική διαβούλευση με την κοινωνία των πολιτών, όπως προβλέπεται από τους νέους Κανονισμούς. Αυτό είναι σημαντικό για να αποφευχθούν τα φαινόμενα που ζούμε αυτούς τους μήνες με τις μεταφορές κονδυλίων για τους αυτοκινητοδρόμους και την ουσιαστική αδυναμία των Περιφερειών να ασκήσουν πολιτική για το συμφέρον των πολιτών».

Για τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους

Στην απάντηση του Επίτροπου Ρεν στην ερώτηση του Νίκου Χρυσόγελου για τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους αναφέρει πως «το ελληνικό δημόσιο χρέος το 2021 εκτιμάται να κινείται σε επίπεδα χαμηλότερα του 120%, με την παραδοχή ότι το πρόγραμμα οικονομικής προσαρμογής εξακολουθεί να υλοποιείται στο ακέραιο.

Αν η απάντηση του Επίτροπου Ρεν στην ερώτησή μου σχετικά με τη βιωσιμότητα του ελληνικού δημόσιου χρέους δεν ερχόταν δύο μόλις μέρες μετά τη δημοσίευση της έκθεσης του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) που διαπιστώνει πως το 2020 το χρέος θα βρίσκεται στο 157% του ΑΕΠ εξαιτίας παρατεταμένου αποπληθωρισμού και ύφεσης, θα σχολίαζε κανείς  πως απλώς πρόκειται για την ίδια πάγια προσέγγιση των σχετικών ερωτημάτων από την Επιτροπή. Όμως η «συγκυρία» είναι τέτοια, που δημιουργούνται ερωτήματα. Ο ΟΟΣΑ είναι οργανισμός παγκοσμίου κύρους και εμβέλειας και μέλη του είναι οι ανεπτυγμένες οικονομίες του κόσμου. Σύμφωνα, επίσης, με την έκθεση του ΟΟΣΑ, από την έναρξη εφαρμογής του πρώτου Μνημονίου το 2010, έως και σήμερα, η ύφεση που προκάλεσε το πρόγραμμα διόγκωσε το χρέος κατά 38,5% του ΑΕΠ, εξαφανίζοντας έτσι τα κέρδη από το κούρεμα του χρέους μέσω του PSI, που είχε φέρει ελάφρυνση ύψους 38,6% έως το 2013. Αυτό σημαίνει ότι παρά τις θυσίες και παρά το κούρεμα, τελικά τα δημοσιονομικά επιδεινώθηκαν γιατί καταστράφηκε η οικονομία κι αυξήθηκε η ανεργία. Σύμφωνα με τις δηλώσεις του επικεφαλής του ΟΟΣΑ, πρέπει να υπάρξει λύση στο θέμα του χρέους ακόμα και με κούρεμα το ταχύτερο δυνατόν[[1]].

Η απόκλιση στις εκτιμήσεις είναι τεράστια.  Όπως πολύ μεγάλη είναι και η απόκλιση με τις διαπιστώσεις της έκθεσης "Το δημόσιο χρέος μετά το τέλος του Μνημονίου" του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους σύμφωνα με την οποία: α) μία  νέα δανειακή σύμβαση για το κλείσιμο του δημοσιονομικού κενού δίνει μόνο προσωρινή λύση για ένα ή δύο χρόνια, β) το χρέος δεν πρόκειται να τεθεί σε τροχιά μείωσης και να γίνει βιώσιμο έως το 2022 αποκλειστικά με εθνικές προσπάθειες αποταμίευσης, ενώ γ) αποτελεί ψευδαίσθηση να αναμένουμε ότι η χώρα θα επιστρέψει στις αγορές μετά το 2014 για να καλύψει με λογικούς όρους τις ανάγκες αναχρηματοδότησης του χρέους, συν τυχόν έκτακτες ανάγκες. Η έκθεση του ΟΟΣΑ μιλάει για ξεκάθαρα μη βιώσιμο χρέος και για άμεση ανάγκη κουρέματος ή με κάθε τρόπο μείωση του χρέους. Οι παγκόσμιοι οργανισμοί σε διάφορες παρεμβάσεις τους επισημαίνουν πως το ελληνικό «πείραμα» δεν έχει προηγούμενο και πως έχουν μάλλον εξαντληθεί όλα τα περιθώρια για οποιαδήποτε λύση. [[2]]

Όμως η Επιτροπή συνεχίζει με την πάγια τακτική της και λειτουργεί σε άλλο «μήκος κύματος». Δεν είναι η πρώτη φορά που η Επιτροπή «σνομπάρει» εκθέσεις αναγνωρισμένων ινστιτούτων ή και αρμόδιων υπηρεσιών Κρατών Μελών. Και δεν είναι η πρώτη φορά που εγχώρια και μη τμήματα ανάλυσης (συνήθως τραπεζών ή οίκων αξιολόγησης) σπεύδουν να κατακρίνουν τις «ανακρίβειες» των τμημάτων ανάλυσης παγκόσμιων οργανισμών -κουνώντας μάλιστα το δάκτυλο στην κυβέρνηση που επέτρεψε!! στον επικεφαλής του ΟΟΣΑ να παρουσιάσει δημόσια τα συμπεράσματα της έκθεσης[[3]] -  όπως του ΟΟΣΑ και του ΔΝΤ.

Οι διαρκείς αναθεωρήσεις -προς το χειρότερο πάντα- των εκτιμήσεων της Επιτροπής, δεν φαίνεται να πτοεί τον Επίτροπο Όλι Ρεν που συνεχίζει να επαναλαμβάνει τις ίδιες, απίθανες για την πλειοψηφία των πειρσσότερων αναγνωρισμένων οικονομολόγων και ινστιτούτων, προβλέψεις. Επαναλαμβάνεται η ιστορία με τους δημοσιονομικούς πολλαπλασιαστές, όταν η Επιτροπή δεν αναγνώριζε ακόμη και δικές της εσωτερικές εκθέσεις και συμπεράσματα όπως τον «οριακό πολλαπλασιαστή».

Όμως, η κατάσταση έχει αλλάξει. Υπάρχει, πλέον, το Ευρωπαϊκό εξάμηνο και η συζήτηση που απορρέει από αυτό για ισόρροπη δαπάνη για την αντιμετώπιση δημοσιονομικών κενών και αναγκών για δράσεις πρόνοιας και κοινωνικής προστασίας, υπάρχει η απόφαση του Κοινοβουλίου μετά από πρωτροβουλία των Πράσινων για λογοδοσία της τρόικας, υπάρχει σειρά ψηφισμάτων που υποχρεώνουν –τουλάχιστον τυπικά- η λήψη αποφάσεων να τεκμηριώνεται από επαρκείς και αναγνωρισμένες μελέτες», κατέληξε ο Νίκος Χρυσόγελος.

Ακολουθεί ολόκληρο το κείμενο της ερώτησης του Νίκου Χρυσόγελου και της απάντησης του Επιτρόπου κ. Όλι Ρεν

Ερώτηση με αίτημα γραπτής απάντησης E-011660/2013 προς την Επιτροπή

Άρθρο 117 του Κανονισμού

Θέμα:             Το δημόσιο χρέος μετά το τέλος του Μνημονίου

Σύμφωνα με την έκθεση "Το δημόσιο χρέος μετά το τέλος του Μνημονίου" του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους[4] που έχει συσταθεί στην Ελληνική Βουλή, η οποία δόθηκε στη δημοσιότητα στις 9 Οκτωβρίου, μία μέρα πριν από την έναρξη της συζήτησης επί του Σχεδίου του Προϋπολογισμού 2014 στην αρμόδια Επιτροπή Οικονομικών Υποθέσεων:

–      Μια νέα δανειακή σύμβαση για το κλείσιμο του δημοσιονομικού κενού δίνει μόνο προσωρινή λύση για ένα ή δύο χρόνια.

–      Το χρέος δεν πρόκειται να τεθεί σε τροχιά μείωσης και να γίνει βιώσιμο έως το 2022 αποκλειστικά με εθνικές προσπάθειες αποταμίευσης.

–      Είναι ψευδαίσθηση να αναμένουμε ότι η χώρα θα επιστρέψει στις αγορές μετά το 2014 για να καλύψει με λογικούς όρους τις ανάγκες αναχρηματοδότησης του χρέους, συν τυχόν έκτακτες ανάγκες. Η αριθμητική του χρέους είναι εναντίον μας.

Με δεδομένο ότι όπως διαπιστώνει η προαναφερθείσα έκθεση αλλά και άλλες εκθέσεις ειδικών, "η χώρα είναι σε χειρότερη θέση να αντιμετωπίσει το πρόβλημα του δημοσίου χρέους της, αφού έχει καταρρεύσει η παραγωγική της βάση" και αφού αυξάνεται για άλλη μια χρονιά η αδυναμία των μικρομεσαίων επιχειρήσεων αλλά και των πολιτών να ανταποκριθούν στην βαριά φορολογία αλλά και στην πληρωμή των ασφαλιστικών εισφορών που οδηγεί σε αύξηση των ελλειμμάτων των ασφαλιστικών ταμείων πάνω από 1,5 δις ευρώ. Ερωτάται η Ευρωπαϊκή Επιτροπή:

1.     Πώς απαντάει στην έκθεση του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους που διαπιστώνει επί της ουσίας ότι η ακολουθούμενη πολιτική δεν οδηγεί σε αντιμετώπιση των δημοσιονομικών προβλημάτων και θεωρεί ότι δεν θα επιτευχθεί μόνο με ελληνικές προσπάθειες η βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους μέχρι το 2022;

2.     Σκοπεύει να συζητήσει με την ελληνική κυβέρνηση, τους επαγγελματικούς και κοινωνικούς φορείς ένα ολοκληρωμένο εναλλακτικό σχέδιο για την ανασυγκρότηση της παραγωγικής βάσης της χώρας και τη δημιουργία βιώσιμων θέσεων απασχόλησης, που θα χρηματοδοτηθεί με επιπλέον πόρους την περίοδο 2014-2020, αφού οι πόροι από τα ευρωπαϊκά διαρθρωτικά και επενδυτικά ταμεία, αν και σημαντικοί, δεν προβλέπεται να βγάλουν τη χώρα από τη βαθιά κρίση;

EL

E-011660/2013

Απάντηση του κ. Rehn

εξ ονόματος της Επιτροπής

(4.12.2013)

1. Ο ελληνικός δείκτης του χρέους προς το ΑΕΠ προβλέπεται να ακολουθήσει και πάλι πτωτική τροχιά το 2014 και να μειωθεί σε επίπεδα χαμηλότερα του 120 % το 2021, με την παραδοχή ότι το πρόγραμμα οικονομικής προσαρμογής εξακολουθεί να υλοποιείται στο ακέραιο. Για λεπτομερή ανάλυση της δημοσιονομικής κατάστασης της Ελλάδας και ανάλυση της βιωσιμότητας του χρέους της, η Επιτροπή παραπέμπει τον κ. βουλευτή στην έκθεση συμμόρφωσης[5] η οποία δημοσιεύτηκε μετά το πέρας της προηγούμενης επανεξέτασης.

2. Ο στόχος των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων που υλοποιούνται στο πλαίσιο του προγράμματος είναι ακριβώς να δημιουργηθεί η βάση για βιώσιμη ανάπτυξη, καθώς και νέες θέσεις απασχόλησης στην Ελλάδα. Η χώρα αναμένεται να λάβει σημαντική χρηματοδότηση από τα ευρωπαϊκά διαρθρωτικά και επενδυτικά ταμεία την επόμενη περίοδο προγραμματισμού, η οποία, εφόσον επενδυθεί σωστά, θα συμβάλει σημαντικά στην επίτευξη ευημερίας στο μέλλον για την Ελλάδα.

Οι πόροι που χορηγούνται στην Ελλάδα από τα διαρθρωτικά και επενδυτικά ταμεία για την περίοδο 2014-2020 πρέπει να διοχετευτούν σε μικρό αριθμό επενδυτικών προτεραιοτήτων ώστε να μεγιστοποιηθούν τα αποτελέσματά τους στην έξυπνη και βιώσιμη ανάπτυξη και τη δημιουργία θέσεων εργασίας. Έχουν καθοριστεί ορισμένες προϋποθέσεις ώστε να εξασφαλιστεί η αποτελεσματική και αποδοτική αξιοποίηση των εν λόγω πόρων. Μία εξ αυτών είναι η ενεργός συμμετοχή όλων των σχετικών φορέων στη χάραξη της αναπτυξιακής πολιτικής της χώρας.

Last modified on Τρίτη, 10 Δεκεμβρίου 2013 12:00