Οι πράσινες πολιτικές πλήττονται, αλλά θα επανακάμψουν
Η κάλυψη αντι-οικολογικών επιλογών μέσα από την δήθεν συμμετοχή των "οικολόγων" στην κυβέρνηση
Η συμμετοχή ενός πράσινου κόμματος σε μια δημοκρατική κυβέρνηση σε συνεργασία με άλλα κόμματα δεν είναι έγκλημα ούτε θα πρέπει να εξορκίζεται. Αλλά μια τέτοια συνεργασία πρέπει να βασίζεται σε αρχές και πολιτική/προγραμματική συμφωνία που θα είναι δεσμευτική και θα υλοποιείται. Στο παρελθόν - όταν ακόμα οι Οικολόγοι Πράσινοι ήταν ένα πολιτικό κόμμα που εκπροσωπούσε το μέλλον και την ελπίδα - απέρριψε/ψαμε την ανάληψη του υφυπουργείου περιβάλλοντος (με αρμοδιότητα τα δάση) που μας είχε προταθεί τον Οκτώβριο 2009 γιατί δεν θα βασίζονταν σε προγραμματική συμφωνία, ενώ και άλλες προσκλήσεις της εξουσίας τα χρόνια της κρίσης προς κάποια πράσινα στελέχη δεν μας γοήτευσαν ώστε να πιάσουμε την καρέκλα και να ξεχάσουμε τις πράσινες πολιτικές.
Κι όμως, πολλοί από αυτούς που διέδιδαν με μεγάλη ευκολία κατηγορίες για ορισμένους από εμάς ότι "ήμασταν έτοιμοι να πιάσουμε θέση στο στασίδι της εξουσίας", σήμερα έχουν πιάσει κυβερνητικά, κομματικά και κρατικά πόστα χωρίς να έχουν οποιαδήποτε αναστολή και δυσκολία να αποδεχτούν τις χειρότερες επιλογές για την κοινωνία και την οικολογία, αρκεί να διατηρούν την καρέκλα τους. Πόσο μίσος δεν σκόρπισαν στις λίστες και στο διαδίκτυο με κατηγορίες ενάντια σε κάποιους από εμάς ως δήθεν "φιλοπασόκους" ή "έτοιμους να υπουργικοποιηθούν", ότι δήθεν "συναντούσαμε κρυφά κάποιους πολιτικούς ώστε να μας κάνουν υπουργούς"! Σήμερα αυτοί οι ίδιοι όχι μόνο σιωπούν και καταπίνουν τα πάντα, αλλά ανέχονται τον "υπουργό" τους να συνυπογράφει απίστευτες αντιοικολογικές επιλογές!
Ένα από τα μεγαλύτερα σκάνδαλα πολιτικής εξαπάτησης είναι η συμμετοχή των Οικολόγων Πράσινων στην κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ. Υποτίθεται ότι «η αριστερά» των ΟΠ επικράτησε και επέβαλε τη συνεργασία «πρασίνων- αριστεράς», μόνο που αυτό έγινε μέσα από την συμμαχία της με ότι πιο τυχοδιωκτικό και καιροσκοπικό είχε βρεθεί στους ΟΠ και αφού πλέον είχε αποψιλωθεί το κόμμα, και είχαν απομείνει 30-40 άτομα, στην πραγματικότητα υποψήφιοι/ες για την κατάληψη κάποιας κρατικής ή κομματικής καρέκλας. Σήμερα αυτοί οι άνθρωποι αποδέχονται ότι πιο αντι-οικολογικό, απλώς για να διατηρήσουν τις καρέκλες τους και τα «προνόμια» που τους προσφέρει η συνεργασία στην κυβέρνηση.
Υποτίθεται ότι οι ΟΙΚΟΛΟΓΟΙ ΠΡΑΣΙΝΟΙ συμμετείχαν στην κυβέρνηση με τους ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ στη βάση 20 σημείων, ένα από τα οποία προέβλεπε την έξοδο της Ελλάδας από τα ορυκτά καύσιμα μέσα σε 20 χρόνια! Θα ήταν δηλαδή μια χώρα, η χώρας μας, που θα πρωτοπορούσε. Έμοιαζε - για όσους δεν ήξεραν – ότι επιτέλους η Ελλάδα θα έκανε στροφή στα ενεργειακά θέματα και θα έμπαινε στην μετα-λιγνιτική εποχή, στην εποχή μετά τα ορυκτά καύσιμα!
Πολλοί ευκολόπιστοι στην Ελλάδα και στην υπόλοιπη Ευρώπη πίστεψαν ότι μέσα από την κυβερνητική συμμαχία ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ-ΟΠ θα προωθηθούν πράσινες πολιτικές, θα ήταν δηλαδή μια περίεργη κάπως (η συμμετοχή των ΑΝΕΛ ξίνιζε μεν αλλά το κατάπιαν) κοκκινο-πράσινη συνεργασία. Ήταν, όμως, για όσους ήξεραν, κι όπως αποδεικνύεται εκ των υστέρων, ένα από τα μεγαλύτερα πολιτικά ψέματα. Βόλεψε όμως όλους, τον ΣΥΡΙΖΑ γιατί απέκτησε "οικολογικό άλλοθι" αλλά και την πολύ μικρή ομάδα, που είχε απομείνει στους Οικολόγους Πράσινους, που κατάφεραν να κρύψουν το μοίρασμα καρεκλών και την επικράτηση του καιροσκοπισμού κάτω από ένα μανδύα «πολιτικής συμφωνίας», μια δήθεν πολιτική δέσμευση της κυβέρνησης να προωθήσει πράσινη πολιτική.
Πρώτα, λοιπόν, χρησιμοποίησαν τους Οικολόγους Πράσινους, που είχαν απομείνει μόνο ως η σφραγίδα του ελληνικού «πράσινου» κόμματος - «μέλους του Ευρωπαϊκού Πράσινου Κόμματος» (αν και έγιναν μέλος όταν ήταν πράγματι πράσινο κόμμα) ώστε να πετύχουν προεκλογικά αλλά και μετεκλογικά την «νομιμοποίηση» μιας δήθεν ευρύτερης συμμαχίας αριστεράς-πράσινων. Κατάφεραν, έτσι, για ένα μεγάλο διάστημα να έχουν την υποστήριξη ή την ανοχή του Ευρωπαϊκού Πράσινου Κόμματος αλλά και να προβάλλουν ένα δήθεν «πράσινο» προφίλ της κυβέρνησης.
Με την συμμετοχή του Γ. Τσιρώνη στην κυβέρνηση ως αναπληρωτή υπουργού περιβάλλοντος εκπροσώπου των Οικολόγων Πράσινων και την εκλογή του Γ. Δημαρά ως «οικολόγου» βουλευτή πέτυχαν να καλύπτουν σοβαρές αντι-οικολογικές επιλογές κάτω από τον μανδύα ενός υποτίθεται «πράσινου» κόμματος. Μακρύς ο κατάλογος των «υπογραφών» αντι-οικολογικών έργων και ρυθμίσεων της τωρινής κυβέρνησης και του «οικολόγου» αναπληρωτή υπουργού περιβάλλοντος, έργα και ρυθμίσεις που δεν είχε καταφέρει να περάσει ακόμα και ο Σουφλιάς. Τώρα αυτές οι επιλογές έχουν την υπογραφή ή έστω την ανοχή του «οικολόγου» υπουργού.
Από τις πιο προκλητικές πολιτικές επιλογές της σημερινής κυβέρνησης είναι αυτές που αφορούν το ενεργειακό, υποτίθεται την σημαία του οικολογικού και πράσινου κινήματος παγκοσμίως. Είναι πρωτοφανές, ένα "πράσινο κόμμα" και ο υπουργός του να νομιμοποιούν την χειρότερη ενεργειακή πολιτική σε ευρωπαϊκό επίπεδο, αυτή που προωθεί νέες λιγνιτικές και πετρελαϊκές μονάδες, εξορύξεις ορυκτών καυσίμων, κοινές επενδύσεις με τους κινέζους για την προώθηση του λιγνίτη και στη βαλκανική γειτονιάς μας.
Όμως, οι επιλογές των Οικολόγων Πράσινων δεν αφορούν μόνο τα μέλη τους. Εξοργίζουν ένα αυθεντικό οικολογικό κίνημα που αγωνίζεται για την αλλαγή στη χώρα. Στο θέμα αυτό, όμως, θα κληθούν να πάρουν θέση και οι ευρωπαίοι Πράσινοι, το ευρωπαϊκό πράσινο κόμμα, που "ευθύνεται" στον ένα ή στον άλλο βαθμό για το γεγονός ότι οι Οικολόγοι Πράσινοι αντιμετωπίζονται ως ένα "κόμμα που εκπροσωπεί τις πράσινες ιδέες στην Ελλάδα", ενώ στη πραγματικότητα έχουν μετατραπεί σε έναν ιδιόρρυθμο μηχανισμό εξυπηρέτησης προσωπικών συμφερόντων που καμία σχέση δεν έχει με την οικολογία και τις πράσινες πολιτικές αξιοποιώντας την "συμμετοχή τους" στην ευρωπαϊκή πράσινη οικογένεια.
Όσοι αξιόλογοι άνθρωποι παραμένουν ακόμα στους Οικολόγους Πράσινους, παρά τα όσα γίνονται, έχουν πλέον και προσωπική ευθύνη για τον ευτελισμό των πράσινων ιδεών κι αξιών. Η σιωπή είναι πλέον συνενοχή!
Δεν μπορούμε να σιωπήσουμε απέναντι σε μια τέτοια καταστροφική πολιτική. Η ανάγκη να επανασυγκροτηθεί μια πραγματική πράσινη πολιτική που θα αφορά την οικονομία, την κοινωνική συνοχή και το περιβάλλον, είναι περισσότερο από ποτέ αναγκαία. Η έξοδος από την κρίση δεν θα έρθει μέσα από την επιστροφή σε μια βρώμικη και άδικη ανάπτυξη, σαν αυτή που επιδιώκεται, αλλά μόνο μέσα από την βαθιά αλλαγή του παραγωγικού και οικονομικού μοντέλου προς κατευθύνσεις που σέβονται το περιβάλλον και τους ανθρώπους. Και γύρω από αυτό το σχέδιο πρέπει να ανασυγκροτηθεί ένα νέο πράσινο κοινωνικό κίνημα και κόμμα, ακόμα και αν δεν λέγεται πλέον έτσι! Οι πράσινες ιδέες ζουν μέσα στην κοινωνία, είναι η ώρα να ριζώσουν ξανά και σε πολιτικό επίπεδο.
Η ενεργειακή επανάσταση προχωράει (αλλού)
Είναι δυνατόν μια χώρα όπως η Γερμανία να φτάσει να καλύπτει κατά 100% τις ενεργειακές ανάγκες της σε ηλεκτρική ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές; Η Γερμανία έχει πράγματι σχεδιάσει να πιάσει αυτόν τον στόχο – μετατροπή ολόκληρης της ηλεκτροπαραγωγής της ώστε να παράγεται όλη η ηλεκτρική ενέργεια της από ανανεώσιμες πηγές μέχρι το 2050, ενώ άλλες χώρες (Δανία, Σκωτία κα) σχεδιάζουν να το πετύχουν ίσως πιο νωρίς.
Μάλιστα ήδη σήμερα η Δανία ορισμένες μέρες του χρόνου παράγει με τα αιολικά της περισσότερη ενέργεια από αυτήν που χρειάζεται και γι αυτό την εξάγει σε άλλες χώρες (Γερμανία, Νορβηγία και Σουηδία). Για παράδειγμα στις αρχές Ιουλίου 2015, τα αιολικά της Δανίας – χωρίς να έχουν φτάσει στο μέγιστο της λειτουργίας τους – παρήγαγαν 116-140% της ηλεκτρικής ενέργειας που χρειάζονταν η χώρα και έτσι η Δανία πούλησε την περίσσεια ενέργειας στις 3 γειτονικές της χώρες.
Στην ίδια την Γερμανία οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας συνεισφέρουν κάθε χρόνο όλο και μεγαλύτερο ποσοστό στο συνολικό ενεργειακό μίγμα, φτάνοντας το 33% το 2015. Αλλαγές στην τεχνολογία και τα δίκτυα συμβάλλουν στην ολοένα μεγαλύτερη συμμετοχή των ΑΠΕ στο ενεργειακό μείγμα, ενώ και η τιμή της ενέργειας ακολουθεί διακυμάνσεις με τους καταναλωτές, ιδιαίτερα τους μεγάλους, να μπορούν να επιλέγουν πάροχο.
Σύμφωνα με πρόσφατη έκθεση του γερμανικού thinktank για την καθαρή ενέργεια Agora Energie wende, οι ΑΠΕ ήρθαν πρώτες στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας στην ΕΕ με ποσοστό 28,8% (28,5% το 2014), ενώ η πυρηνική ενέργεια έχει πέσει στη 2η θέση με 26,8% (27,7% το 2014) και ο λιγνίτης και το κάρβουνο στην 3η θέση με 26%. Το πετρέλαιο, το φυσικό αέριο και άλλες συμβατικές πηγές παραμένουν πλέον στο 18,3% (με πολλές μονάδες να έχουν κλείσει μέσα στο 2015 ή στις αρχές του 2016), με το 15,1% να προέρχεται από το φυσικό αέριο.
Σημαντικές αλλαγές, όμως, έγιναν και μεταξύ των ΑΠΕ, με βάση τα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Το 2015 λόγω των καιρικών συνθηκών αυξήθηκε η παραγωγή ενέργειας από αιολικά από 8,0% (2014), σε 9,6% το 2015, ενώ η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από υδροηλεκτρικά λόγω της μείωσης των βροχοπτώσεων μειώθηκε από 11,9% (2014), σε 10,6% το 2015.
Την Κυριακή 8 Μαΐου, η Γερμανία έπιασε άλλο ένα υψηλό στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές. Η ηλιόλουστη μέρα σε συνδυασμό με τους ανέμους που επικρατούσαν είχαν ως αποτέλεσμα κατά τις 13.00 την μέρα εκείνη οι μονάδες παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από αιολικά, ηλιακά, υδροηλεκτρικά και βιομάζα να συνεισφέρουν περίπου 55 GW, σε σύνολο κατανάλωσης 63 GW, κάλυψαν δηλαδή το 87% της ζήτησης. Μάλιστα για πολλές ώρες η τιμή του ηλεκτρικού ήταν αρνητική, δηλαδή οι εμπορικοί καταναλωτές πληρώνονταν για να καταναλώσουν ηλεκτρική ενέργεια.
Οι ειδικοί επιβεβαιώνουν ότι το σύστημα δούλεψε θαυμάσια, και ανταποκρίθηκε στην αυξημένη παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ. Μερικά χρόνια πριν θεωρούνταν αδιανόητο από τεχνική άποψη να ξεπεράσει η ηλεκτρική ενέργεια από ΑΠΕ το 30-40% της ζήτησης, έστω και για λίγο, χωρίς σοβαρά προβλήματα στο δίκτυο. Επισημαίνεται, όμως, το γεγονός ότι ενώ οι μονάδες φυσικού αερίου μπορούν να βγουν εκτός δικτύου λόγω αυξημένης παραγωγής ενέργειας από τις ΑΠΕ, δεν μπορεί να γίνει αυτό εύκολα με τις πυρηνικές και τις ανθρακικές μονάδες και γι αυτό συνέχισαν να παράγουν και γι αυτό έπρεπε να πληρώνουν για να διαθέτουν την ενέργεια για πολλές ώρες, με αποτέλεσμα μεγάλοι καταναλωτές. όπως τα διυλιστήρια και βαριές βιομηχανίες, να κερδίσουν μεγάλα ποσά καταναλώνοντας αυτή την ενέργεια.
Η Σκωτία παράγει 500 MW ηλεκτρικής ενέργειας από συνεταιρισμούς και τοπικούς φορείς
Η Σκωτία παράγει 500 MW ηλεκτρικής ενέργειας από συνεταιρισμούς και τοπικούς φορείς. Καμπάνια για πιο φιλόδοξους στόχους.
Υπάρχουν καλά παραδείγματα τα οποία θα μπορούσαν να μας βοηθήσουν να στραφούμε σε ένα πιο βιώσιμο ενεργειακό και παραγωγικό μοντέλο και στη χώρα μας. Η Σκωτία αποτελεί ένα παρόμοιο καλό παράδειγμα. Έχει δεσμευτεί να στραφεί γρήγορα προς τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και πετυχαίνει ήδη μερικά σημαντικά αποτελέσματα.
Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, η Σκωτία κάλυψε το 57,7% των αναγκών της σε ηλεκτρική ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές το 2015, ξεπερνώντας τον στόχο που είχε τεθεί για 50% μέχρι τότε, πετυχαίνοντας μια μεγάλη αύξηση σε σχέση με τα ποσοστά του 2014. Μέσα σε 15 χρόνια έχει καταφέρει να αλλάξει το ενεργειακό μοντέλο της, από ένα βρώμικο και βασισμένο σε ορυκτά καύσιμα προς ένα μοντέλο που βασίζεται πλέον σε σημαντικό βαθμό στις ανανεώσιμες πηγές. Μάλιστα στόχος της χώρας είναι να παράγει το 100% της ηλεκτρικής ενέργειας που χρειάζεται από ανανεώσιμες πηγές μέχρι το 2020.
Παράλληλα, όμως, κατάφερε να ηγείται και στο θέμα της λεγόμενης «κοινοτικής ενέργειας» (community power) και να παράγει 500 MW ανανεώσιμης ενέργειας από «κοινότητες και τοπικούς φορείς». Ο στόχος αυτός είχε τεθεί για το 2020 αλλά η κινητοποίηση των πολιτών οδήγησε στην επίτευξη αυτού του στόχου τον Οκτώβριο του 2015. Σε αυτό συνέβαλε σημαντικά η ανάπτυξη υποστηρικτικών μηχανισμών, μεταξύ των οποίων τo CARES - Community and Renewable Energy Scheme - αλλά και η κινητοποίηση οικολογικών οργανώσεων (όπως οι Friends of the Earth), της τοπικής αυτοδιοίκησης καθώς και των συνεταιρισμών.
Πολλοί είχαν υποστηρίξει από την αρχή ότι ο στόχος των 500 MW ανανεώσιμης ενέργειας από τοπικές κοινότητες και συνεταιρισμούς μέχρι το 2020 δεν ήταν φιλόδοξος, κάτι που επιβεβαιώθηκε στην πράξη. Τώρα λοιπόν πρέπει να υιοθετηθεί ένας πιο φιλόδοξος στόχος. Έχει ξεκινήσει ήδη μια πρωτοβουλία για να δεσμευτούν τα πολιτικά κόμματα να υιοθετήσουν τον στόχο των 1GW ανανεώσιμης ενέργειας από τοπικές κοινότητες και συνεταιρισμούς μέχρι το 2020 και των δύο 2GW μέχρι το 2030.
Η καμπάνια αυτή θεωρεί καθοριστική την σημασία της υιοθέτησης ενός πιο φιλόδοξου στόχους γιατί:
- Ο καθορισμός του στόχου παραγωγής 500 MW ανανεώσιμης ενέργειας από τοπικές κοινότητες και συνεταιρισμούς μέχρι το 2020 και η δημιουργία υποστηρικτικών μηχανισμών συνέβαλαν σημαντικά στην επίτευξη του στόχου πολύ πιο γρήγορα και κατέστησαν τη Σκωτία ηγέτη στην μετάβαση σε ένα νέο, πιο δίκαιο και βασισμένο στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας μέλλον.
- Από την στιγμή που επιτεύχθηκε ο στόχος των 500MW ήδη από το 2015, δηλαδή 5 χρόνια πιο νωρίς, χρειάζεται ένα πολιτικό πλαίσιο που θα ενισχύσει τόσο τα υποστηρικτικά σχήματα CARES όσο και τα προγράμματα των τοπικών κοινοτήτων και των συνεταιρισμών και θα συμβάλλει στην μετάβαση προς την οικονομία των ανανεώσιμων πηγών.
- Υιοθετώντας τους στόχους του 1GW μέχρι το 2020 και του 2GW μέχρι το 2030 θα σταλεί ένα σαφές μήνυμα προς τις τοπικές κοινωνίες ώστε να προετοιμάσουν τα δικά τους σχέδια για παραγωγή ηλεκτρισμού ή θέρμανσης από ανανεώσιμες πηγές με δική τους πρωτοβουλία.
Το κλείσιμο του τελευταίου σταθμού κάρβουνου στη Σκωτία
Στις 24 Μαρτίου 2016 έκλεισε ο σταθμός Longannet παραγωγής ρεύματος με τη χρήση κάρβουνου Fife, μετά από 45 χρόνια λειτουργίας. Δίκαια χαρακτηρίστηκε ως η έναρξη του τέλους των ορυκτών καυσίμων στην Σκωτία. Είναι η πρώτη φορά μετά από 115 χρόνια που η Σκωτία δεν θα έχει σε λειτουργία κάποια μονάδα παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας με χρήση κάρβουνου. Είναι μια χώρα στην οποία ξεκίνησε η βιομηχανική επανάσταση και το κλείσιμο του τελευταίου ανθρακικού σταθμού ηλεκτρικής ενέργειας σηματοδοτεί την μετάβαση σε μια νέα εποχή όχι μόνο για την Σκωτία αλλά και για την Ευρώπη, αφού η μονάδα Longannet ήταν ο τρίτος μεγαλύτερος ηλεκτρικός σταθμός στην Ευρώπη που λειτουργούσε με κάρβουνο. Όταν άνοιξε το 1970 ήταν ο μεγαλύτερος παρόμοιος σταθμός στην Ευρώπη. Σήμερα η μόνη μονάδα που συνεχίζει να παράγει ηλεκτρική ενέργεια με ορυκτά καύσιμα στην Σκωτία είναι η μονάδα φυσικού αερίου στο Peterhead. Η καύση κάρβουνου για παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας ξεκίνησε το 1901 στον σταθμό Pinkston στη Γλασκώβη, με στόχο να κινούνται με ηλεκτρισμό τα τραμ και να φωτίζονται οι δρόμοι το βράδυ. Ορισμένοι σταθμοί άνοιξαν τα επόμενα χρόνια, αλλά έκλεισαν κάποιες δεκαετίες αργότερα. Δυο επίσης μονάδες στο Cockenzie έκλεισαν το φθινόπωρο του 2015.
Η μονάδα στο Longannet παρήγαγε 10.000.000 τόνους διοξειδίου του άνθρακα το χρόνο σε πλήρη λειτουργία, το 1/5 όλων των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου της Σκωτίας. Ο σταθμός έκαιγε 4.500.000 τόνους κάρβουνου ετησίως, αλλά σύμφωνα με τις εκτιμήσεις ειδικών και της περιβαλλοντικής οργάνωσης “Friends of the Earth”, μόνο το 40% της παραγόμενης ενέργειας κατέληγε ως χρήσιμη ηλεκτρική, ενώ το 60% κατέληγε είτε στην καμινάδα είτε στα νερά του Forth. Μεγάλο ποσοστό του κάρβουνου εισάγονταν τα τελευταία χρόνια, μια και συνέφερε περισσότερο οικονομικά.
Μεγάλη έμφαση δίνεται και στην εξεύρεση εναλλακτικών λύσεων για τους εργαζόμενους του σταθμού Longannet. Σχεδόν όλοι οι εργαζόμενοι έχουν βρει απασχόληση κάπου αλλού, αλλά χρειάζεται μεγαλύτερη προσοχή για τις κοινότητες και τα χωριά του West Fife που εξαρτιόντουσαν πολλά χρόνια από το κάρβουνο και την μονάδα του Longannet. Υπάρχουν ορισμένα σχέδια να μετατραπεί η περιοχή σε πεδίο δοκιμών για τεχνολογίες ανανεώσιμων πηγών ενέργειας.
Η προετοιμασία για την μετάβαση στην νέα εποχή πρέπει να γίνεται εγκαίρως ώστε να προωθούνται οι εναλλακτικές λύσεις που θα δημιουργούν νέες προοπτικές για τις τοπικές κοινότητες και τους εργαζόμενους, έχει δείξει η εμπειρία από παρόμοιες περιοχές και μονάδες.
Μακάρι αυτό να γίνει σωστά και στις δικές μας περιοχές που σήμερα εξαρτιόνται από τον λιγνίτη. Όσο πιο γρήγορα και ολοκληρωμένα ξεκινήσει η μετάβαση στην μετα-λιγνιτική εποχή τόσο πιο βιώσιμα και δίκαια για τις τοπικές κοινωνίες και τους εργαζόμενους θα είναι. Η αξιοποίηση της εμπειρίας από την μετάβαση στην Γαλλία, στη Γερμανία, στο Βέλγιο, στην Βρετανία, στην Σκωτία είναι πολύ χρήσιμη για να σχεδιαστεί με την συμμετοχή των τοπικών κοινωνιών, των εργαζομένων, της αυτοδιοίκησης και των εμπλεκομένων φορέων η μετάβαση στην μετα-λιγνιτική εποχή. Το να κρύβουμε το κεφάλι μέσα στην άμμο δεν βοηθάει να υπάρξει ένα δίκαιο και βιώσιμο μέλλον, όπως έχει δείξει και η εμπειρία μας από την κρίση και τη χρεοκοπία της χώρας.