ΒΙΟΜΕ Συνεργατική

Το πρωί της 30ης Μαρτίου 2020 συνεργείο της ΔΕΗ, με τη συνοδεία ΜΑΤ, πήγε και έκοψε το ρεύμα στο εργοστάσιο όπου συνεχίζει την παραγωγή καθαριστικών προϊόντων ο συνεταιρισμός εργαζομένων ΒΙΟΜΕ (Σ.Ε.ΒΙΟΜΕ). Φαντάζομαι η τυπική δικαιολογία είναι τα χρέη προς την ΔΕΗ, αλλά προφανώς υπάρχουν πολλά πολιτικά θέματα που αφορούν την πράξη αυτή που έγινε σε μια εποχή μαζικού κλεισίματος μονάδων, αυξανόμενης ανεργίας αλλά και σοβαρής ανάγκης να αυξηθεί η παραγωγή προϊόντων όπως είναι αυτά που παράγει η συγκεκριμένη μονάδα - δηλαδή καθαριστικά και απολυμαντικά, και μάλιστα οικολογικά. Προφανώς είναι μια ενέργεια που δεν έχει να κάνει με την επιβολή της νομιμότητας σε μια περίοδο τεράστιας κρίσης, αφού κάτι παρόμοιο δεν γίνεται σε άλλες ανάλογες περιπτώσεις που έχουν επίσης χρέη προς την ΔΕΗ και μάλιστα τρομακτικά.

Η επιχείρηση είναι μία από τις πολλές που κατέρρευσαν την προηγούμενη περίοδο. Σε αντίθεση με αυτό που έγινε στις περισσότερες περιπτώσεις, εδώ οι εργαζόμενοι αποφάσισαν να παραμείνουν ενεργοί και να αναλάβουν οι ίδιοι την παραγωγή σε συνεταιριστική, όμως, βάση. Για τον σκοπό αυτό δημιούργησαν όπως προβλέπει η σχετική νομοθεσία, έναν συνεταιρισμό εργαζομένων (Σ.Ε.ΒΙΟΜΕ).

Μάλιστα θέτουν και γενικότερα θέματα, όπως για παράδειγμα ότι ένας διαφορετικός τρόπος παραγωγής και συνολικά διαφορετικής ζωής, αφορά "από τον τρόπο που δουλεύουμε, μέχρι τη σχέση μας με το περιβάλλον. Για το λόγο αυτό" λένε "επιλέξαμε την παραγωγή εξ ολοκλήρου και αποκλειστικά φυσικών καθαριστικών, στηρίζοντας τις φωνές εκείνες που δηλώνουν πως για να καθαρίσουμε τα σπίτια μας ή τους χώρους εργασίας μας δε χρειάζεται να επιβαρύνουμε το περιβάλλον, δε χρειάζεται να επιβαρύνουμε την υγεία μας ή αυτή των παιδιών μας".

Το εργοστάσιο ιδρύθηκε το 1982, αποτελούσε θυγατρική της Philkeram Johnson, ιδιοκτησίας της οικογένειας Φιλίππου και κατασκεύαζε δομικά υλικά. Ήταν μια από τις πιο σημαντικές επιχειρήσεις της Β. Ελλάδας μέχρι και το 2010, οπότε παρουσίασε αρνητικό ισολογισμό καθυστερώντας παράλληλα την μισθοδοσία των εργατών. Τον Αύγουστο του 2011 η επιχείρηση προχώρησε σε παύση πληρωμών έχοντας τους εργαζόμενους απλήρωτους από τον Μάιο του ιδίου έτους. Τον Οκτώβριο 2011 με απόφαση της γενικής συνέλευσης οι εργαζόμενοι προχώρησαν σε επίσχεση εργασίας, ενώ δεν έχει γίνει επίσημα απόλυση των 70 εργαζόμενων. Τον Μάιο του 2012 η γενική συνέλευση των εργαζομένων αποφάσισε με ποσοστό 97% την ανάληψη της ευθύνης του εργοστασίου. Στις 12 Φεβρουαρίου 2013 οι εργαζόμενοι ξεκίνησαν τη επαναλειτουργία του εργοστασίου παράγοντας τώρα κυρίως προϊόντα γενικού καθαρισμού καθώς και κάποια από αυτά που παρασκεύαζαν παλαιότερα. Ο συνεταιρισμός έχει αναπτύξει - παρά τα προβλήματα που αντιμετώπιζε - ένα ευρύ δίκτυο διάθεσης των προϊόντων του σε πανελλαδική βάση

Ως αποτέλεσμα, όμως, ασαφειών της νομοθεσίας και απουσίας ενός υποστηρικτικού συστήματος και πολιτικών που επιφέρουν λύσεις σε προβλήματα, και παρά την πολύχρονη - αλλά χωρίς απτά αποτελέσματα - διαδικασία διαλόγου των εργαζομένων με το Υπουργείο Εργασίας (συγκυβέρνηση ΝΔ-ΠΑΣΟΚ, μετά κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ και τώρα ΝΔ), δεν έχει βρεθεί ακόμα, η νομική και κοινωνική βάση για να συνεχιστεί πλέον η παραγωγή από τον συνεταιρισμό εργαζομένων. Είναι εντυπωσιακό ότι η χώρα και οι εκάστοτε κυβερνώντες δεν έχουν μπορέσει να αξιοποιήσουν την πλούσια ευρωπαϊκή και διεθνή εμπειρία πτωχευτικού δικαίου και καλών πρακτικών σε θέματα συνεταιρισμών εργαζομένων,ούτε καν τα αποτελέσματα πιλοτικών προγραμμάτων που χρηματοδότησε η Κομισιόν και περιέλαβαν σχεδόν όλες τις ευρωπαϊκές χώρες (δυστυχώς όχι την Ελλάδα και την Ιταλία, με ευθύνη της τότε κυβέρνησης) που κωδικοποίησαν, με την συμμετοχή ευρωπαϊκών δικτύων και των ίδιων των συνεταιριστικών βιομηχανιών και υπηρεσιών, νομοθετικά πλαίσια, εργαλεία και πρακτικές που διευκολύνουν επιχειρήσεις οι οποίες καταρρέουν ή δεν υπάρχει συνέχεια από τους κληρονόμους να αναλαμβάνονται από τους εργαζόμενους.

Σε ευρωπαϊκό επίπεδο υπάρχουν σήμερα πάνω από 50.000 μεγαλύτερες ή μικρότερες συνεταιριστικές βιομηχανίες και επιχειρήσεις υπηρεσιών που πολλές από αυτές έχουν μια παρόμοια ιστορία με αυτήν της ΒΙΟΜΕ. Επειδή και ως ευρωβουλευτής και ως ενεργός πολίτης προσπάθησα να βοηθήσω προς την κατεύθυνση της προώθησης λύσεων, μπορώ να πω ότι με έχει εντυπωσιάσει η αδυναμία των πολιτικών και των υπηρεσιών να επιλύουν προβλήματα, όταν εκεί έξω υπάρχει τεράστια εμπειρία και καλές πρακτικές και όταν ευρωπαϊκά δίκτυα, όπως η CECOP/CICOPA (ο οργανισμός που εκπροσωπεί 50.000 παρόμοιες επιχειρήσεις) ή ο ILO (Διεθνές Γραφείο Εργασίας) προσφέρονται να συμβάλλουν στην επίλυση των προβλημάτων, καταθέτοντας την τεράστια εμπειρία που έχουν, ιδιαίτερα σε μια εποχή που η εργασία και οι επιχειρήσεις αλλάζουν και προκύπτουν πολλά ερωτήματα και ζητήματα

Τα θέματα που εκκρεμούσαν ήταν και είναι πολλά, μεταξύ των οποίων

- τι γίνεται με τα χρέη όταν μια επιχείρηση καταρρεύσει, ιδιαίτερα με τα χρέη προς εργαζόμενους;

- έχουν δικαίωμα οι εργαζόμενοι να αναλάβουν την λειτουργία και την πώληση αγαθών, έναντι των υποχρεώσεων προς αυτούς που άφησε η χρεοκοπημένη επιχείρηση και έχουν προτεραιότητα σε σχέση με άλλα χρέη της προηγούμενης ιδιοκτησίας, πχ προς τράπεζες και άλλους προμηθευτές;

- με ποια εργαλεία μπορεί να ενισχυθεί το πέρασμα στους εργαζόμενους μιας επιχείρησης που κατέρρευσε (ή που δεν υπάρχει κάποιος ιδιοκτήτης ή κληρονόμος για να την συνεχίσει) αν και εφόσον θέλουν να την αναλάβουν οι ίδιοι και να συνεχίσουν την λειτουργία της;

- τι οικονομικά εργαλεία μπορεί να έχουν οι εργαζόμενους στην διάθεσή τους (κεφάλαια κίνησης, ενισχύσεις δημιουργίας ή διατήρησης θέσεων εργασίας, κίνητρα για επενδύσεις σε νέες παραγωγικές διαδικασίες και νέα πράσινα προϊόντα κ.ά.) για να ξεκινήσουν την παραγωγή, να αναβαθμίσουν την παραγωγική βάση και το πελατολόγιό της, να ενσωματώσουν καινοτομία και νέες τεχνολογίες;

Όμως, η ΒΙΟΜΕ θα μπορούσε να αποτελέσει ένα εργαστήριο εφαρμογής καλών πρακτικών και στήριξης πολλών επιχειρήσεων που βρέθηκαν όλα αυτά τα χρόνια σε παρόμοια κατάσταση (χρεοκοπία) ή μπαίνουν τώρα λόγω πανδημίας. Είναι υποχρέωσή μας να υπερασπιστούμε το εγχείρημα αλλά και να απαιτήσουμε να στηριχθεί ως κέντρο καινοτομίας και εκπαίδευσης των εργαζομένων από άλλες επιχειρήσεις και κλάδους που θα ήθελαν την επόμενη μέρα - στην μετά την κατάρρευση της οικονομίας λόγω της πανδημίας εποχής - να ξαναστήσουν την παραγωγική βάση της χώρας σε συνεργατική και οικολογική βάση.