Είναι γεγονός ότι η ειρήνη δεν είναι μια παθητική κατάσταση μεταξύ χωρών που δεν έχουν προβλήματα μεταξύ τους. Αυτός ο ιδανικός κόσμος στις διακρατικές σχέσεις δεν υπάρχει. Η ειρήνη είναι αντιθέτως αποτέλεσμα μιας ενεργητικής διαδικασίας εξεύρεσης λύσεων που προλαμβάνουν κρίσεις και διαμορφώνουν κοινά συμφέροντα. Πολύ συχνά ο πόλεμος είναι αποτέλεσμα της αδράνειας, ψευδαισθήσεων και ακινησίας, υποτίμησης των προβλημάτων αλλά και μη κατανόησης των συνθηκών που μπορεί να οδηγήσουν σε κλιμάκωση βήμα βήμα που δεν μπορεί να σταματήσει γιατί έχει δημιουργηθεί σταδιακή δυναμική σύγκρουσης. Σε αυτή τη φάση βρισκόμαστε άσχετα αν η δική μας πλευρά κατηγορεί τον Ερντογάν για "τσαμπουκά" και η τουρκική πλευρά την Ελλάδα ότι "δεν έχει διάθεση για διάλογο". Τα μέσα ενημέρωσης και στις δύο πλευρές ρίχνουν συνεχώς λάδι στη φωτιά με αποτέλεσμα σταδιακά οι πολιτικές ηγεσίες να μην έχουν εύκολα τη δυνατότητα να αλλάξουν πλεύση. Πολύ περισσότερο αν επενδύουν στην ισχύ και όχι στην προετοιμασία της ειρήνης,

Η ευρωπαϊκή εμπειρία είναι χαρακτηριστική. Μέσα στον προηγούμενο αιώνα συνέβησαν δύο παγκόσμιοι πόλεμοι που ξεκίνησαν στην Ευρωπαϊκή Ήπειρο. Όμως λίγα χρόνια μετά από το τέλος του Β' Παγκόσμιου Πολέμου οι κύριοι αντίπαλοι - Γερμανία και Γαλλία - για διάφορους λόγους αποφάσισαν να αντιμετωπίσουν όσα οδηγούσαν συχνά σε πολεμικές αντιπαραθέσεις μεταξύ τους. Με όλες τις αντιφάσεις και αδυναμίες του "πρότζεκτ" έχουμε σήμερα μια Ευρωπαϊκή Ένωση και θεωρούμε πλέον δεδομένο ότι Γερμανία και Γαλλία (και οι άλλες χώρες της ΕΕ) είναι αδύνατον να βρεθούν σε πόλεμο μεταξύ τους, ενώ οι συνοριακές περιοχές που άλλαζαν "αφέντη", σήμερα επιλύουν τα προβλήματά τους συνεργαζόμενες, υπάρχουν κοινές συνεδριάσεις των κοινοβουλίων τους, σχεδιάζουν από κοινού τις υποδομές τους που συνδέονται οικονομικά, πολιτιστικά, περιβαλλοντικά μεταξύ τους, Στην πραγματικότητα δεν έχουν πλέον διαχωριστικά σύνορα μεταξύ τους. Και όμως αυτό δεν ήταν αυτονόητο το 1946 ή το 1947.
Από την άλλη, στο υπογάστριο της ΕΕ, η Ανατολική Μεσόγειος μετατράπηκε τα τελευταία χρόνια στην πιο επικίνδυνη θάλασσα του κόσμου - εξαιτίας και της προώθησης των αγωγών και εξορύξεων υδρογονανθράκων που έθεσαν σε άλλη βάση τα γεωπολιτικά προβλήματα της περιοχής και τους ανταγωνισμούς. Έχει ενδιαφέρον να μελετήσουμε πώς φτάσαμε σε αυτό το σημείο αλλά το πιο επείγον είναι να βρούμε τα εργαλεία για να αλλάξουμε το προδιαγεγραμμένο μέλλον, την επερχόμενη πολεμική σύγκρουση είτε λόγω σκοπιμότητας είτε από ατύχημα, ασχέτως αν ο υπεύθυνος για την πρώτη σπίθα θα είναι ο Ερντογάν ή κάποια ατύχημα. Παρά τα "ηρωικά ξεσπάσματα" στο διαδίκτυο, δεν μπορώ να φανταστώ ότι η ελληνική πλευρά θα είχε την πρωτοβουλία να ξεκινήσει μια πολεμική περιπέτεια που θα οδηγούσε σε εθνική τραγωδία.
Φαίνεται ότι μετά από μια περίοδο έντονης στρατιωτικής κινητοποίησης, το λόγο τώρα θα έχει ο "διάλογος" (για νιοστή φορά εναλλασσόμενος με την ένταση) , όχι κατά ανάγκη σε επίπεδο  επιδίωξης ενός σοβαρού αποτελέσματος όπως θα ήταν για πράδειγμα η επίλυση των όποιων διαφορών και η δρομολόγηση μιας πάγιας ειρήνης, συνεργασίας και καλής γειτονίας. Όλοι μιλάνε για διάλογο: Ο Ερντογάν, η ελληνική κυβέρνηση, η ΕΕ, το ΝΑΤΟ, οι ΗΠΑ, όσοι κήρυσσαν μέχρι σήμερα τον πόλεμο από τα κανάλια και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
Τώρα που όλοι θα μιλάνε για "ειρηνική επίλυση των διαφορών μέσα από διάλογο" (για πόσες μέρες άραγε) αρχίζουν τα δύσκολα για το ελληνικό πολιτικό σύστημα που πρέπει να πάρει σαφή θέση και να μην συνεχίζει να πετάει την μπάλα στην εξέδρα. Αλλιώς θα βρεθεί υπό ασφυκτική πίεση. Ωραία να πατάς σε δύο βάρκες αλλά τώρα θα πρέπει να αποφασίσει ξεκάθαρα. Η ώρα της κρίσης φτάνει:
- Τελεσίγραφο 30 ημερών στην Τουρκία είχε δώσει η ΕΕ για να εγκαταλείψει τις προκλήσεις και να προσέλθει σε διάλογο στο παρελθόν. Ναι μεν οι διεθνείς παίχτες πιέζουν για αποκλιμάκωση των προκλήσεων από τον Ερντογάν - που μπορεί να οδηγήσουν σε πολεμικές περιπέτειες από σκοπιμότητα ή ατύχημα - αλλά όσον αφορά την ουσία των ελληνικών απόψεων πουθενά δεν έχει εκφραστεί ότι οι θέσεις μας είναι 100% σωστές. Όλες οι τοποθετήσεις αφορούν "την επίλυση των διαφορών μέσα από διάλογο", κάτι που δεν είναι φυσικά ταυτόσημο με την επίσημη ελληνική θέση (συζητάμε μόνο για την υφαλοκρηπίδα και την οριοθέτηση της ΑΟΖ).
- Ο Ερντογάν πότε γυρίζει το κουμπί στις απειλές και τον τσαμπουκά, πότε το γυρίζει στο "διάλογος χωρίς προαπαιτούμενα". Αφού παίξει το χαρτί της ισχύος και το τραβάει στα άκρα, μετά παίξει το χαρτί της διπλωματίας και του "διαλόγου" για να δείξει ότι είναι "κήρυκας της λογικής και του διαλόγου" ώστε είτε να αναγκάσει την Ελλάδα να καθίσει στο τραπέζι του διαλόγου επί όλων πλέον των θεμάτων (που και με δική μας ευθύνη άνοιξαν) είτε να την εκθέσει ως αρνούμενη τον διάλογο, οπότε η χώρα μας θα μείνει μόνη της (με τα εξοπλιστικά της προγράμματα!!!). Το σχήμα είναι απλό, το είχαν χρησιμοποιήσει στο παρελθόν οι Τούρκοι διπλωμάτες, πολύ πιθανόν να το επαναλάβουνουν τώρα: "Εμείς λέμε Ναι, η Ελλάδα λέει Όχι". Όποιος έχει διδαχθεί από τις κινήσεις της τουρκικής διπλωματίας είναι εύκολο να κατανοήσει την στρατηγική της: "Όποιος έχει δίκιο δεν αποφεύγει το διάλογο" (άρα ..."όποιος αποφεύγει το διάλογο έχει άδικο")
- Η Γερμανική προεδρία είχε αναλάβει πρωτοβουλίες για έναρξη ελληνο-τουρκικού διαλόγου (με την συμμετοχή και της ίδιας ή και της ΕΕ;) αλλά δεν κατέληξε πουθενά. Είναι πιθανόν ότι το ΝΑΤΟ είτε οι ΗΠΑ να πιέσουν το επόμενο διάστημα για "διάλογο". Θα ήταν αδιανόητο με τον πόλεμο στην Ουκρανία να βρίσκεται σε εξέλιξη, την ένταση σε παγκόσμιο επίπεδο, δύο χώρες μέλη μιας "συμμαχίας" να φτάσουν είτε σκοπίμως είτε από ατύχημα σε πόλεμο. Ούτε να το σκεφτούν δεν θα ήθελαν εκεί στο ΝΑΤΟ και στις ΗΠΑ. Λέγεται ότι και μόνο στην πιθανότητα να γίνει κάποιο ατύχημα που θα μπορούσε να οδηγήσει για λίγο σε πολεμικές περιπέτειες, οι ΗΠΑ θα μπλόκαραν τα ηλεκτρονικά συστήματα των δύο χωρών. Ποιος ξέρει σε τι βαθμό είναι αυτό αληθινό, πάντως δεν μοιάζει και απίθανο. Η Γερμανική προεδρία είχε προετοιμαστεί μια ισχυρή παρέμβαση στα θέματα της ελληνο-τουρκικής αντιπαράθεσης με στόχο να φέρει τους δύο στο τραπέζι του διαλόγου. Η Μέρκελ είχε θέσει φυσικά όρια στην επίδειξη ισχύος από την πλευρά του Ερντογάν αλλά όποιος είχε διαβάσει προσεκτικά τις προτάσεις για κυρώσεις κατανοούσε εύκολα ότι αυτές είχαν συμβολικό χαρακτήρα, δεν μπορούσαν να ανατρέψουν πολιτικές που έχει σχεδιάσει η Τουρκική διπλωματία, αν δεν υπάρχει άλλη "προσφορά προς την Τουρκία" ώστε να προσδεθεί εκ νέου στην ευρωπαϊκή προοπτική που μπορεί να έχει διάφορες όψεις, πάντως όχι (τουλάχιστον στο ορατό μέλλον) με την μορφή της ένταξής της στην ΕΕ. Γιαυτό δεν εφαρμόστηκαν τελικά ούτε οι πιο ελαφριές "κυρώσεις", παρά το γεγονός ότι η κυβέρνηση Μητσοτάκη και τα κατευθυνόμενα ελληνικά ΜΜΕ μιλούσαν για σκληρές κυρώσεις, απομόνωση της Τουρκίας κ.ά.
- Η Ελλάδα φαίνεται ότι έχει ήδη δρομολογήσει αγορές νέων εξοπλιστικών συστημάτων ύψους 11 δις για τα επόμενα 2-4 χρόνια (από τις μεγαλύτερες αγορές σε παγκόσμιο επίπεδο, περίπου 7% του ΑΕΠ της σήμερα) σε περίοδο υψηλού πληθωρισμού, ενεργειακής φτώχειας, κατάρρευσης της οικονομίας και υψηλής ανεργίας. Είναι προφανές ότι το κυνήγι των εξοπλισμών δεν σταματάει πουθενά, με αποτέλεσμα να εξαντλούνται και οικονομικά οι δύο χώρες χωρίς να είναι ρεαλιστικό η μία από τις δύο να επιβληθεί πλήρως με την στρατιωτική ισχύ της επί της άλλης.
- Η παγίωση της διχοτόμησης στην Κύπρο. Όσο περνάει ο καιρός, η επίλυση του Κυπριακού γίνεται όλο και πιο δύσκολη. Η αποτυχία του Ακιντζί στις εκλογές στο Βορρά δημιούργησε κενό συνομιλητή από την τουρκοκυπριακή πλευρά που να στηρίζει έναν δίκαιο συμβιβασμό. Η Τουρκία είχε δείξει το 2017 ότι είχε μετακινηθεί από τις πάγιες απόψεις της προσδοκώντας κάποια ανταλλάγματα, όπως είναι αναμενώμενο. Δεν είναι πλέον διατεθειμένη να συμφωνήσει ακόμα και στα "συμφωνημένα" στο Κραν Μοντάνα.
- Ο Γενικός Γραμματέας του ΝΑΤΟ είχε αναλάβει πρωτοβουλία για δημιουργία "τεχνικών επιτροπών" που θα αντιμετώπιζαν στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ τις ελληνοτουρκικές διαφορές (το περίφημο μήνυμα στο twitter του Jens Stoltenberg "Following my discussions with Greek & Turkish leaders, the two Allies have agreed to enter into technical talks at #NATO to establish deconfliction mechanisms and reduce the risk of incidents & accidents in the #EastMed". Στην πραγματικότητα ο ίδιος ο ΓΓ του ΝΑΤΟ είχε επιβεβαιώσει ότι "Μόνο... τεχνικές συζητήσεις σε στρατιωτικό επίπεδο στο ΝΑΤΟ διεξάγονται, αυτή τη στιγμή, μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας", που ίσως μπορεί να αποτρέψουν μια κλιμάκωση σε περίπτωση ενός "ατυχήματος, αλλά προφανώς δεν είναι αυτές οι "τεχικές συζητήσεις" που μπορεί να οδηγήσουν σε ειρήνη, συνεργασία και σχέσεις καλής γειτονίας. Σε κάθε περίπτωση άλλοι είναι οι συσχετισμοί και δομές "διαλόγου" μέσα στο ΝΑΤΟικό πλαίσιο και άλλο το διεθνές δίκαιο (Χάγη) ή οι απευθείας συνομιλίες με την συμμετοχή της ΕΕ για την επίλυση των Ελληνο-Τουρκικών διαφορών.
Η Ελλάδα θα έπρεπε να επιδιώκει τις συνομιλίες με την ενεργή παρέμβαση της ΕΕ που στάθηκε στο πλευρό της και την πίεση των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ που ενδιαφέρονται για άλλους λόγους να αποκλιμακωθεί η ένταση. Όσο και να βγαίνουν σήμερα κάποιοι και να προσπαθούν να πιέσουν για σκληρή στάση, εξοπλιστικά, ανυποχώρητη στάση, αργά ή γρήγορα η κυβέρνηση πρέπει να απαντήσει ξεκάθαρα αν είναι υπέρ των συνομιλιών και της Χάγης για την επίλυση των προβλημάτων ή όχι. Το να λέει ότι είναι αλλά να μην υπάρχει στρατηγική για αυτό είναι το χειρότερο δυνατό σενάριο.
Οι συνομιλίες, όμως, οδηγούν σε συμβιβασμούς, καλύτερους ή χειρότερους, όπως έγινε με Ιταλία και Αίγυπτο (ή με την Βόρεια Μακεδονία).
Πόσο έτοιμη είναι η ελληνική κοινωνία να αποδεχθεί ότι δεν έχουμε σε όλα 100% δίκιο και ότι θα απαιτηθούν υποχωρήσεις ή συμβιβασμοί με βάση το διεθνές δίκαιο ή την ανάγκη ισορροπημένων παραχωρήσεων από τις δύο πλευρές ώστε να λύσουμε επιτέλους τα ελληνοτουρκικά - συμπεριλαμβανομένου του Κυπριακού - και να ξεκινήσει μια νέα εποχή ελληνοτουρκικών σχέσεων;
Πόσο έτοιμο είναι το ελληνικό πολιτικό σύστημα (κυβέρνηση και αντιπολίτευση) να προωθήσουν στην πράξη μια τέτοια πολιτική αλλά και να παραδεχτούν ότι οι υδρογονάνθρακες και οι εξορύξεις στην Αν Μεσόγειο όχι μόνο δεν ενίσχυσαν την βιωσιμότητα, την ειρήνη και την ασφάλεια στην περιοχή (όπως διαφήμιζαν για να μας πείσουν) αλλά αντιθέτως είναι ο καταλύτης που μπορεί να οδηγήσει σε αντίδραση που θα τινάξει όλη την περιοχή στον αέρα, να προκαλέσει δηλαδή την "τέλεια καταιγίδα";
Είναι έτοιμο το ελληνικό πολιτικό σύστημα να βάλει στο τραπέζι του διαλόγου
- ένα "πράσινο σχέδιο συνεργασίας στην Αν. Μεσόγειο προς όφελος όλων των κοινωνιών και των πολιτών της περιοχής", να πιέσει για να παγώσουν όλα τα σχέδια έρευνας και εξόρυξης υδρογονανθράκων και τα διαλυθούν τα "μέτωπα" που δημιουργήθηκαν γύρω από αυτά τα συμφέροντα;
- πάγωμα των εξοπλιστικών προγραμμάτων από όλους και διάθεση αυτών των τεράστιων ποσών για την ανάκαμψη της οικονομίας, των επιχειρήσεων, της εργασίας και του περιβάλλοντος στην περιοχή;
Υπάρχει πραγματικά ελληνική στρατηγική για τα ελληνο-τουρκικά ή τελικά συγκρούονται μεταξύ τους αντιφατικές πολιτικές;
 
Καταρχάς να πούμε ότι ο σχεδιασμός για εξόρυξη υδρογονανθράκων που έχει καταστεί βασική επιλογή των κυρίαρχων ελληνικών πολιτών δυνάμεων αντιβαίνει σε δύο βασικές πλέον διαχρονικές πολιτικές:
- Προστασία του κλίματος και έξοδος από τα ορυκτά καύσιμα. Η εξόρυξη και οι αγωγοί θα μας δεσμεύσουν ως χώρα ΚΑΙ οικονομία στα ορυκτά καύσιμα μακροχρόνια, δεν είναι μια συμβατή με τις άλλες πολιτικές επιλογή. Η δέσμευση της χώρας στις μεγάλες πολυεθνικές πετρελαίου και φυσικού αερίου θα είναι από 43-99 χρόνια. Πώς λοιπόν το 2040-2050 θα είναι η οικονομία μας κλιματικά ουδέτερη, δηλαδή απεξαρτημένη από τα ορυκτά καύσιμα, όταν τεράστιες επενδύσεις θα γίνουν στην οικονομία εκείνη που πρέπει να εγκαταλείψουμε; Ακόμα και χωρίς εξορύξεις επενδύονται στην οικονομία του παρελθόντος τεράστια ποσά, όπως για παράδειγμα για επέκταση του δικτύου φυσικού αερίου σε 24 πόλεις όταν οι υποδομές θα έπρεπε να αφορούν σε ανανεώσιμη ενέργεια, ενώ οι κρατικές ενισχύσεις στα ορυκτά καύσιμα υπολογίζονται σε 4-5 δις ετησίως, τώρα με την ενεργειακή κρίση μπορεί να φτάσουν τα 12-20 δις. Όσο και να μιλάνε οι πολιτικοί (κυβέρνηση και αντιπολίτευση) για μια πράσινη οικονομία, αυτή την εννοούν όπως φαίνεται σαν το κερασάκι σε μια δηλητηριασμένη τούρτα
- Διασφάλιση της ειρήνης και της ασφάλειας στην περιοχή μας και στην Α. Μεσόγειο. Στην πραγματικότητα η ιστορία των εξορύξεων και των αγωγών έχει βάλει φωτιά στην περιοχή και έχει εντείνει τα προβλήματα. Η ένταση με την Τουρκία έχει μεγαλώσει με τον "σχεδιασμό των υδρογονανθράκων". Αλλά είναι δυνατόν να μην το φαντάζονταν οι καθηγητές, οι απόστρατοι και οι πολιτικοί που πιέζουν τις ελληνικές κυβερνήσεις να προχωρήσουν στις εξορύξεις ως εργαλείο γεωστρατηγικής ...απομόνωσης της Τουρκίας; Υπήρχε περίπτωση η Τουρκία να αποδεχθεί να μείνει εκτός; Ακόμα και αν υπήρχαν αφελείς Έλληνες διπλωμάτες που θα περίμεναν ότι αυτός ο σχεδιασμός θα οδηγούσε σε απομόνωση κι όχι εξαγρίωση της Τουρκίας, αρκούσε να ακούσουν τις δηλώσεις του Ερντογάν, υπουργών και πολιτικών της γειτονικής χώρας για να αντιληφθούν ότι δεν υπήρχε περίπτωση να αποδεχθεί η Τουρκία να μείνει εκτός παιχνιδιού αλλά και να περικυκλωθεί ασφυκτικά από μια οριοθέτηση της ΑΟΖ με βάση τις ελληνικές επιθυμίες. Ή μήπως κάποιοι, ακόμα και στα κυβερνητικά κλιμάκια και στη Βουλή και στα παραστρατιωτικά στέκια, σπρώχνουν συνειδητά για μια "τελική αναμέτρηση" με την Τουρκία προωθώντας με κάθε τρόπο μέτρα και πολιτικές που μας φέρνουν πιο κοντά σε αυτή την πραγματικότητα; Ξεκίνησαν κάποιοι με τον σχεδιασμό των απόστρατων που προσπάθησαν να αλλάξουν το καθεστώς σε βραχονησίδες και οδηγηθήκαμε στην κρίση των Ιμίων, ενώ στο παραπέντε αποτράπηκε η πολεμική σύγκρουση με την παρέμβαση των Αμερικάνων. Τώρα η μεγαλύτερης έκτασης και εφ' όλης της ύλης αντιπαράθεση μπορεί οργασνωμένα (μάλλον απίθανο) αλλά το πιο πιθανό από "ατύχημα" να οδηγήσει σε σύγκρουση έστω και λίγων ωρών στο Αιγαίο. Η κρίση το καλοκαίρι 2021 ήταν πολύ σοβαρή, αποτράπηκε μια μεγαλύτερη κλιμάκωση με παρέμβαση εξωτερικών δυνάμεων (Γερμανία, ΗΠΑ) αλλά τα πράγματα ηρέμησαν μόνο προσωρινά.
Η υπογραφή των συμφωνιών μεταξύ Ιταλίας και Ελλάδας όσο κια μεταξύ Αιγύπτου και Ελλάδας (υποτίθεται ότι) διασφαλίζουν τα εθνικά συμφέροντα. Όσοι/ες δεν παρασύρονται από την μονοδιάστατη σκέψη (και προπαγάνδα) θέτουν σοβαρά ερωτήματα που πρέπει να συζητηθούν δημόσια. Ποια είναι η στρατηγική μας για τις σχέσεις μας με την Τουρκία ανεξαρτήτως ποιος είναι ο ηγέτης της γειτονικής χώρας; Μπορεί να μην μας αρέσει ο Ερντογάν ή και άλλοι πολιτικοί ηγέτες της Τουρκίας, αλλά είναι αλήθεια ότι καλώς ή κακώς η Τουρκία θα είναι για πάντα ο γείτονάς μας, αυτό δεν θα αλλάξει. Άρα ποια μακροχρόνια στρατηγική θα επιλέξουμε;
Στρατηγική επιλογή: Περιθωριοποίηση κι απομόνωση Τουρκίας (με εργαλεία ΑΟΖ, παραχώρηση θαλάσσιων περιοχών σε μεγάλες πολυεθνικές υδρογονανθράκων, κλιμάκωση στρατιωτικής συνεργασίας με Ισραήλ, νέα μεγάλα εξοπλιστικά προγράμματα). Μπορούμε να πολιορκήσουμε και ουσιαστικά να περιθωριοποιήσουμε την Τουρκία στο θαλάσσιο χώρο με διάφορες διπλωματικές ή στρατιωτικές κινήσεις, προβάλλεται ως "ρεαλιστική" προοπτική από τους σχεδιαστές και οπαδούς αυτής της στρατηγικής. Διμερείς συμφωνίες (βασικά με Ισραήλ) και εξοπλισμοί θα είναι το εργαλείο επιτυχίας. Έχουν δοκιμαστεί τα πάντα. Είτε μας αρέσει είτε δεν μας αρέσει, είναι αδύνατο να απομονωθεί η Τουρκία. Ακόμα και η "ιδιαίτερη προσέγγισή της" για τον πόλεμο στην Ουκρανία (και με τον εισβολέα και με τον αμυνόμενο) δεν οδηγεί σε απομόνωση της Τουρκίας. Η γεωπολιτική σημασία της είναι μεγάλη και κανένας δεν ρισκάρει να δει την Τουρκία να επιλέγει μονίμων (και όχι απλώς διαπραγματευτικά) μια απομάκρυνση από τη δύση. Είτε αφορά την Λιβύη είτε την Ουκρανία είτε τη Συρία - και παρά την εμπλοκή της που την κάνει μέρος του προβλήματος - η Τουρκία προσκαλείται σε όλες τις διεθνείς συνδιασκέψεις και λαμβάνεται υπόψη. Επομένως, είτε αυτό είναι σωστό ή όχι, είτε μας αρέσει ή όχι, η στρατηγική ότι μπορούμε ως χώρα να δοηγήσουμε την Τουρκία σε απομόινωση είναι εκτός πραγματικότητας, δεν είναι ρεαλιστική. 
Όμως, είναι ρεαλιστικό να περιμένουμε ότι δεν θα αντιδράσει η Τουρκία έντονα σε κάθε προσπάθεια απομόνωσης; Σοβαρά σχέδια προβάλλονται - και μάλιστα με τη συνοδεία χαρτών (όπως ο πιο πάνω) - όπου η Τουρκία είναι αποκλεισμένη σε επίπεδο θαλάσσιων περιοχών, κι αδυνατεί να προχωρήσει σε εξορύξεις. "Ταυτίζονται", κατά την οπτική αυτή, οι επιθυμίες μας με τις πολύπλοκες νομικές και δικαστικές ερμηνείες του διεθνούς δικαίου, επιθυμίες βέβαια που στοχεύουν στην περιθωριοποίηση της Τουρκίας, παρά την τόσο στενή - γεωγραφικά - επαφή μεταξύ των δύο χωρών; Από άποψη διεθνούς δικαίου αλλά και συμφερόντων των μεγάλων δυνάμεων, οι επιθυμίες ορισμένων κύκλων στη χώρα μας να μετατραπεί το Αιγαίο σε κλειστή ελληνική θάλασσα (όπως πιστεύει ένα σημαντικό ποσοστό της ελληνικής κοινωνίας αγνωόντας στην πραγματικότητα ποιες περιοχές είναι πράγματι στην ελληνική κυριρχεία και ποιες περιοχές είναι διεθνή ύδατα), δεν βασίζεται στις πρόνοιες του διεθνούς δικαίου. 
 
Και επειδή αντιλαμβάνονται ότι σε κάθε περίπτωση η γειτονική χώρα θα αντιδράσει (δικαίως ή αδίκως) μπροστά σε μια τέτοια προοπτική αποκλεισμού, προβάλλουν το "επιχείρημα" της ενίσχυσης της πολεμικής μας μηχανής. Προετοιμασία για πόλεμο λένε, για να φοβάται τις συνέπειες μια πολεμικής αντιπαράθεσης η Τουρκία. Στο πλαίσιο αυτής της στρατηγικής δεν αποκλείεται μια πολεμική αντιπαράθεση, ίσως για κάποιους είναι και ζητούμενο. Αλλά αυτή η στρατηγική ενώ δεν εξασφαλίζει την ειρήνη οδηγεί σε μεγάλες πολεμικές δαπάνες, που θα ξεπεράσουν και τα 18 δις, όταν ήδη έχουν υπάρξει δεσμεύσεις αγορών νέου πολεμικού εξοπλισμού ύψους πάνω από 11 δις για τα επόμενα 2-4 χρόνια. 
Τι θα σήμαινε για τη χώρα μας και το μέλλον της μια έστω ολιγοήμερη πολεμική σύγκρουση (είτε από ατύχημα είτε από σκοπιμότητα) που είναι αναπόφευκτη σε κάποια φάση καθώς θα κλιμακώνεται η κρίση στο πλαίσιο μιας παρόμοιας στρατηγικής; Ας πούμε ότι στην πρώτη πολεμική σύγκρουση επικρατούμε προσωρινά ή υπάρχει "ισοπαλία". Ποιες θα είναι οι απώλειες σε ανθρώπινες ζωές; Θα χάσουν ανθρώπους τους μόνο οι Τούρκοι; Ποιες θα είναι οι συνέπειες στην κοινωνική μας συνοχή και στην οικονομία; Τι διασφαλίζει ότι δεν θα επαναληφθεί μια πολεμική σύγκρουση έστω και για "λόγους τιμής" (αφού στην γειτονική χώρα θα αυξηθεί η πίεση για μια νέα πολεμική περιπέτεια για να αποκατασταθεί η "χαμένη τιμή" σε περίπτωση ήττας της); Κι αν σπάσει ο διάολος το ποδάρι του και συμβεί το απίθανο και αδύνατο, να καταληφθεί κάποιο νησί ή βραχονησίδα από τις χιλιάδες που έχουμε στο Αιγαίο; Δεν θα υπάρξει πίεση στην πολιτική ηγεσία μας να την ανακαταλάβει ή να κλιμακώσει τις πολεμικές επιχειρήσεις; Και αν συμβεί αυτό που ανέφερε ο στρατιωτικός μας ότι δηλαδή "πρώτα θα τους κάψουμε και μετά θα ρωτήσουμε ποιοι ήταν", αυτό δεν θα οδηγήσει σε μεγαλύτερη στρατιωτική κλιμάκωση; Που σταματάει αυτή η κλιμάκωση; Στα ηλεκτρονικά παιχνίδια ή στην τηλεόραση έχεις δυνατότητα να πατήσεις το κουμπί και να σταματήσει το παιχνίδι. Στην πραγματική ζωή και ιδιαίτερα σε μια πολεμική περιπέτεια, η πραγματικότητα είναι κάπως διαφορετική. Ο πόλεμος στην Ουκρανία το αποδεικνύει. Μία από τις δύο χώρες θα πρέπει να καταστραφεί πλήρως ή θα κάτσουμε στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης μετά από μια πολεμική αντιπαράθεση και υπό την πίεση του "διεθνούς παράγοντα" να τα βρούμε; Η Συνθήκη της Λωζάννης είναι σήμερα σημαία μας αλλά δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ήταν επώδυνη, οδήγησε στον ξεριζωμό εκατομμυρίων ανθρώπων ως αποτέλεσμα της ήττας στο μικρασιατικό μέτωπο και των εξωπραγματικών φαντασιώσεων ότι θα νικούσαμε κατά κράτος την γειτονική χώρα. Η κυπριακή τραγωδία μας υπενθυμίζει που μπορεί να οδηγήσει ένας τυφλός φανατισμός και εθνικισμός: μια στρατιωτική δικτατορία οργάνωσε ένα πραξικόπημα, αγνόησε τον παράγοντα "αντίδραση Τουρκίας" και τελικά δεν μπόρεσε καν να προβάλει στοιχειώδη αντίσταση στην εισβολή των τουρκικών στρατευμάτων, ας μην μιλήσουμε για την γελοιοποίηση της επιστράτευσης, τα προβλήματα των στρατιωτικών μονάδων, την κατάρριψη αεροπλάνου μας από φίλια πυρά κ.ά.
2η στρατηγική επιλογή (πράσινη ειρήνη): Βήμα - βήμα επίλυση των ζητημάτων με την Τουρκία με δίκαιο συμβιβασμό, πάγωμα όλων των σχεδίων για έρευνα και εξόρυξη υδρογονανθράκων και στενή συνεργασία στη βάση ενός σχεδίου πράσινης / ανανεώσιμης ενέργειας και πράσινης γαλάζιας οικονομίας
Σε αντίθετη με το πρώτο σενάριο, η στρατηγική ¨πράσινη ειρήνη¨ βασίζεται σε μια προσπάθεια να διαμορφώσουμε βήμα - βήμα μια σχέση συνεργασίας και αυτοσυγκράτησης, αξιοποιώντας έξυπνα τα εργαλεία που προκύπτουν από την συμμετοχή μας στην ΕΕ όσο και διαμορφώνοντας μια λογική πρόταση δίκαιων, μη επώδυνων συμβιβασμών που θα είναι προς όφελος της ειρήνης και θα βασίζονται στην καλή γνώση του Διεθνούς Δικαίου και στην εκ των προτέρων συμφωνία για αποδοχή και από τις δύο χώρες των αποφάσεων του "Δικαστηρίου της Χάγης". Προφανώς δεν είναι μια εύκολη διαδικασία αλλά σε πρώτη φάση αυτό απαιτεί μια γενναία αποφασιστικότητα (ανάλογη με αυτή των ηγετών Γερμανίας και Γαλλίας μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο) αλλά και διαμόρφωση κοινών συμφερόντων και μαλάκωμα των ανταγωνιστικών συμφερόντων μεταξύ των δύο χωρών. Η καλή γνώση του διεθνούς δικαίου μας δίνει επιχειρήματα αλλά και θέτει όρια σε παρανοήσεις που υπάρχουν σε μέρος της κοινωνίας, όπως πχ ότι ΑΟΖ σημαίνει εθνική κυριαρχία (ενώ απλώς σημαίνει οικονομική εκμετάλλευση ή προστασία περιοχών). ότι μποορύμε να ανακηρύξουμε μονομερώς ΑΟΖ (Κάτι που δεν ισχύει, απαιτείται συμφωνία με το άλλο μέρος), ότι οι ακατοίκητες βραχονησίδες έχουν υφαλοκρυπίδα και μπορεί να επεκτείνουμε τα χωρικά ύδατα μονομερώς στα 12 μίλια κ.ά.
Προφανώς δεν μπορεί να είναι κοινό συμφέρον η εξόρυξη υδρογονανθράκων (ακόμα και η από κοινού) μιας και αυτή από μόνη της αποτελεί τρομερή οικολογική και κλιματική απειλή και για τις δύο χώρες. Μπορούμε, όμως, να προτείνουμε να παγώσουν σε όλη την Αν. Μεσόγειο οι έρευνες και η εξόρυξη υδρογονανθράκων για κλιματικούς, οικολογικούς και οικονομικούς λόγους. Και να αντιπροτείνουμε ένα πράσινο -γαλάζιο σχέδιο συνεργασίας που βασίζεται σε συνεργασίες των χωρών και των κοινωνιών της περιοχής, που θα περιλαμβάνει
- κοινές επιστημονικές έρευνες σε θέματα πράσινης / κυκλικής οικονομίας,
- ενίσχυση της κοινωνικής συνοχής,
- στροφή στην προστασία και οικολογική διαχείριση της θαλάσσιας βιοποικιλότητας και οικοσυστημάτων,
- κοινές πανεπιστημιακές πρωτοβουλίες,
- ενίσχυση της συνεργασίας μεταξύ της κοινωνίας των πολιτών, των κοινωνικών και μικρομεσαίων επιχειρήσεων,
- κοινές επενδύσεις σε κυκλική οικονομία, πράσινες και κοινωνικές υποδομές.
Παράλληλα, η προσφυγή στη Χάγη είναι μονόδρομος ασχέτως αν μια τέτοια προσφυγή εμπεριέχει πάντα τον "κίνδυνο" να μην δικαιώσει ευρύτατα διαδεδομένες επιθυμίες που εκλαμβάνονται αυτομάτως ως "ελληνικά δίκαια".
Οι δύο Συμφωνίες με Ιταλία και Αίγυπτο όσο και αν προβάλλονται ως μεγάλες επιτυχίες, στην προσπάθεια να "απομονωθεί" η Τουρκία, εμπεριέχουν στοιχεία που κάλλιστα μπορεί να χρησιμοποιήσει η Τουρκία:
- Ναι μεν αναγνωρίζουν την επήρεια των νησιών στην οριοθέτηση αλλά σχετικοποιούν αυτή την επήρεια τόσο στην περίπτωση της οριοθέτησης Ιταλίας - Ελλάδας όσο και κυρίως στη Συμφωνία Αιγύπτου-Ελλάδας, αφού η δεύτερη αφήνει έξω από τη συμφωνία μεγάλες περιοχές όπου υπάρχουν διαφωνίες μεταξύ των δύο χωρών, όχι μόνο με την Τουρκία, όπως ανατολικά της Ρόδου - και όχι μόνο κοντά στο Καστελόριζο, της Κάσου και Καρπάθου, της Κρήτης κ.ά. Εκ των πραγμάτων, λοιπόν, δίνει την δυνατότητα στην Τουρκία να επικαλεστεί τις αμφισβητήσεις από την πλευρά της Αιγύπτου σε μια περιοχή που είναι ένα από τα πιο σοβαρά αγκάθια στις ελληνο-τουρκικές σχέσεις.
- Οι συμβιβασμοί με Ιταλία και Αίγυπτο θέτουν εκ των πραγμάτων το ερώτημα γιατί δεν μπορούν να υπάρξουν ρεαλιστικοί και δίκαιοι συμβιβασμοί και με την Τουρκία. Βέβαια, οι συμβιβασμοί αυτοί δεν πρέπει να αφορούν στο που κάνει γεωτρήσεις και στήνει πλατφόρμες εξορύξεις η κάθε χώρα αλλά πρέπει να στραφούν γύρω από ένα σχέδιο βιώσιμης διαχείρισης και προστασίας του θαλάσσιου περιβάλλοντος, κοινές επιστημονικές μελέτες σε κάποιες περιοχές, κοινές επενδύσεις για πράσινη-γαλάζια και όχι "μαύρη" οικονομία κ.ά
Πολλές βραχονησίδες εντάχθηκαν στο ευρωπαϊκό Δίκτυο ΝΑΤURΑ 2000 - ήταν μια πρόταση και δική μου και κάποιων οργανώσεων προς την τότε πολιτική ηγεσία του ΥΠΕΧΩΔΕ στην κρίση των Ιμίων, σε αντίθεση με τις βλακώδεις κι επικίνδυνες κινήσεις των απόστρατων να αλλάξουν, με υποδομές σε βραχονησίδες, το καθεστώς στο Αιγαίο, κάτι που προκάλεσε την σχεδιασμένη αντίδραση της Τουρκίας με παρόμοιες, "χαμηλής έντασης", κινήσεις που όμως παραλίγο να οδηγήσουν σε πολεμική αντιπαράθεση. Είναι ένα μοντέλο για το πώς μπορείς να επιλύεις δύσκολα θέματα μέσα από μια "περιβαλλοντική διπλωματία". Λαμβάνοντας αυτό υπόψη μπορούμε να προτείνουμε, παράλληλα με την εγκατάλειψη κάθε σχεδίου για έρευνα κι εξόρυξη υδρογονανθράκων (που είναι η αιτία της κλιμάκωσης της κρίσης), την συνεργασία Ελλάδας - Τουρκίας αλλά και των άλλων χωρών της Α. Μεσογείου για μετατροπή μεγάλου μέρους της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης (Α.Ο.Ζ.) των χωρών της περιοχής - αφού οριοθετηθούν με διμερείς ή πολυμερείς συμβιβαστικές συμφωνίες είτε με προσφυγή στο Δικαστήριο της Χάγης - σε "Αποτελεσματική Οικολογική Ζώνη" (Α.Ο.Ζ.) για την ανάκαμψη του θαλάσσιου / γαλάζιου πλούτου και της θαλάσσιας βιοποικιλότητας προς όφελος του περιβάλλοντος, των τοπικών κοινωνιών, των ψαράδων, του βιώσιμου τουρισμού, της πράσινης-γαλάζιας οικονομίας για όλους κι όλες.
Έτσι κι αλλιώς, πάντως, είναι ώρα η ελληνική κοινωνία να λάβει σοβαρές αποφάσεις πριν είναι αργά και να επιλέξει συνειδητά αν είναι υπέρ της ειρήνης ή του πολέμου, υπέρ της μίας στρατηγικής είτε της άλλης. Φοβάμαι ότι η συζήτηση όπως διεξάγεται δεν βοηθάει τους πολίτες να αντιληφθούν τι σημαίνει η μία ή άλλη στρατηγική. Και για αυτό και η πολιτική ηγεσία κινείται σε πεδία που είναι μεταξύ τους ανταγωνιστικά:
- Δεν μπορεί να περιμένεις πάγωμα των μονομερών ενεργειών από Τουρκία όταν την ίδια στιγμή διακηρύσσεις ότι η συμφωνία Αιγύπτου Ελλάδας μερικής οριοθέτησης της ΑΟΖ μεταξύ τους ακυρώνει το "νομικά ανύπαρκτο" κείμενο Τουρκίας-Λιβύης. Ήταν αναμενόμενο ότι ο Ερντογάν θα αντιδράσει ακραία. 
- Αν οι μονομερείς ενέργειες οριοθέτησης δεν παράγουν από μόνες τους νομικό αποτέλεσμα - τουλάχιστον για χώρες που δεν έχουν απόσταση μεταξύ τους πάνω από 400 χιλιόμετρα - , πώς η ελληνο-αιγυπτιακή συμφωνία παράγει αποτέλεσμα αλλά η τουρκο-λιβυική όχι; Άλλο λοιπόν "διπλωματικό χαρτί" έστω και με σχετική αξία, κι άλλο υπερβολές που κάνουν τρίτους να αναρωτιούνται για την ποιότητα του πολιτικού μας προσωπικού. Άλλο πράγμα είναι οι επιθυμίες και η "επικοινωνία για εσωτερική κατανάλωση" και άλλο η πολιτική και διπλωματική διαχείριση πολύπλοκων θεμάτων.
- Όταν διακηρύσσεις ότι ως χώρα δεν έχεις πολεμικές βλέψεις (και σωστά) γιατί υπερπροβάλλεται η δυνατότητα των νέων εξοπλιστικών συστημάτων να πλήξουν στόχους μέσα στην Τουρκία και μάλιστα σε μεγάλο βάθος; Δεν θα το εκμεταλλευθεί αυτό ο γείτονας για να ενισχύσει την εικόινα περί (δήθεν) απειλής του από τα νέα ελληνικά εξοπλιστικά προγράμματα; Και φυσικά το έκανε, αξιοποίησε όχι μόνο για το εσωτερικό κοινό αλλά και το διεθνές παρόμοια επιχειρήματα περί "επιθετικού γείτονα" (Ελλάδα) που υπερεξοπλίζεται. Στη σημερινή εποχή δεν παίζει ρόλο μόνο τι είναι η κάθε χώρα αλλά και τι εικόνα δημιουργεί προς τους τρίτους. Και σε επικοινωνιακό επίπεδο δημιουργούνται λάθος εικόνες, αποστέλλονται λάθος μηνύματα, η ελληνική κυβέρνηση προσπαθεί με επικοινωνία που θυμίζει καθαρά προπαγάνδα (διαστυπώσεις, ύφος ανακοινώσεις, ακόμα και ο τρόπος που ασχολούνται οι δημοσιογράφοι με την Τουρκία) να απευθύνεται στο ελληνικό κοινό για να συγκρατεί το ακροδεξιό ακροατήριο, αλλά έτσι δίνει επιχειρήματα στη γειτονική χώρα να παίξει ακριβώς το ίδιο παιχνίδι για το δικό της κοινό. 

Φοβάμαι ότι για άλλη μια φορά δεν υπάρχει στρατηγική αλλά σπασμωδικές κινήσεις που η μία αναιρεί την άλλη (από την μία σχεδιασμός για ελληνο-τουρκικό διάλογο με αντάλλαγμα πάγωμα ερευνών σε ευαίσθητες περιοχές, προετοιμασία διαλόγου για ΜΟΕ κι από την άλλη υπερβολικά εξοπλιστικά προγράμματα, υπερπροβολή των δυνατοτήτων των νέων οπλικών συστημάτων. υπερ-προβολή κάθε δήλωσης τούρκου αξιωματούχου που γίνεται συχνά για λόγους εσωτερικής κατανάλωσης). 

Μετά την συνάντηση Ερντογάν - Μητσιτάκη ακολούθηση μια νέα ένταση στις ελληνο-τουρκικές σχέσεις.  Η ανακωχή κράτησε πολύ λίγο. Καιρός για μια αποτελεσματική στρατηγική για δεσμευσης της Τουρκίας (ανεξαρτήτως κυβέρνησης) σε ένα οδικό χάρτη βελτίωσης των ελληνικών σχέσεων και αποκλεισμού κάθε επιθετικής ενέργειας. Ένα νέο Ελσίνκι είναι αναγκαίο.