22 Μαϊος 2020
20.000 πρόσφυγες από τη Μικρά Ασία και τον Πόντο πέθαναν από επιδημίες μέσα σε 1,5 χρόνο
...Μέσα σε 1,5 χρόνο πέθαναν στη νέα τους πατρίδα 20.000 πρόσφυγες από τη Μικρά Ασία και τον Πόντο από τύφο, ελονοσία και δυσεντερία
Όποιος νομίζει ότι οι επιδημίες είναι κάτι καινούριο μάλλον δεν γνωρίζει την πραγματική ανθρώπινη αλλά και την δική μας ιστορία. Η περιοχή έχει πληγεί από σοβαρές ασθένειες που πέρασαν – ως μια λεπτομέρεια όμως - στην ιστορία, την λογοτεχνία, την ιστορική μνήμη, ακόμα και στην προφορική ιστορία. Μιλώντας με τους γονείς μας θα μας πουν ότι έχουν ζήσει τουλάχιστον 2-3 παρόμοιες ή ποιο σοβαρές καταστάσεις επιδημιών από τον τύφο, την ελονοσία, την δυσεντερία και την ισπανική γρίπη 1918-1923 μέχρι τις επανεμφανίσεις των επιδημιών γρίπης σε επόμενες δεκαετίες.
Όμως υπάρχουν και καταστάσεις που επαναλαμβάνονται ξανά και ξανά. Στη Θεσσαλονίκη της δεκαετίας του 1920 οι μεταδοτικές ασθένειες όπως ο τύφος και η ελονοσία, οδήγησαν σε απολύμανση, καραντίνα και ...ομαδικούς τάφους για τους πρόσφυγες από τον Πόντο και τη Μικρά Ασία. Οι «ύποπτοι» πρόσφυγες αναγκάζονταν σε κρύο λουτρό και κουρεύονταν γουλί. Τα ρούχα τους έμπαιναν σε κλίβανο. Η μετακίνηση των προσφύγων απαγορεύονταν με οποιοδήποτε μέσο. Ο στρατός απαγόρευε την είσοδο και έξοδο στους προσφυγικούς οικισμούς, την επικοινωνία με κατοίκους της Θεσσαλονίκης. Μέσα σε 1,5 χρόνο πέθαναν 20.000 πρόσφυγες από την Μικρά Ασία και τον Πόντο εξαιτίας των κακών συνθηκών ζωής στους καταυλισμούς, την απουσία υγιεινής και του γεγονότος ότι ήταν εξαντλημένοι.
Στην έρευνά της Ελένης Ιωαννίδου (Ιστορικό Αρχείο Προσφυγικού Ελληνισμού του Δήμου Καλαμαριάς) «Η προσφυγική Καλαμαριά» που περιλαμβάνεται στην έκδοση της Εταιρίας Μακεδονικών Σπουδών “Οι πρόσφυγες στη Μακεδονία», αναφέρει: “το 1920 καταγράφονταν μέχρι και 44 θάνατοι την ημέρα, ενώ μέσα σε ενάμιση χρόνο έχασαν τη ζωή τους περίπου 20.000 πρόσφυγες στην Καλαμαριά! Η εγκατάσταση των Καυκασίων προσφύγων του 1920-21 στη Θεσσαλονίκη αποτέλεσε αρμοδιότητα της Υπηρεσίας Περιθάλψεως και στη συνέχεια του Υπουργείου Υγείας και Κοινωνικής Πρόνοιας. Στα στρατιωτικά παραπήγματα της Καλαμαριάς συγκροτήθηκε προσφυγικός καταυλισμός. Ήδη το καλοκαίρι του 1920 κατοικούνταν τουλάχιστον 72 από τους υπάρχοντες θαλάμους, ενώ έναν χρόνο αργότερα έφτασε να φιλοξενεί μέχρι και 6.000 πρόσφυγες”.
Στην ίδια έρευνα αναφέρεται:
“Παρά την προηγούμενη εμπειρία των υπηρεσιών, οι συνθήκες διαβίωσης κάθε άλλο παρά οργανωμένες και ιδανικές υπήρξαν. Οι τοπικές εφημερίδες αποκαλούσαν την Καλαμαριά «νεκροταφείον». Στους πέντε θαλάμους του νοσοκομείου περιθάλπτονταν κατά μέσο όρο 200 άτομα, από δύο μόνο γιατρούς. Στα υπομνήματα των προσφυγικών φορέων, όπως η Κεντρική Επιτροπή Καυκασίων Προσφύγων, το κύριο πρόβλημα επί σειρά ετών παραμένει η αυξημένη θνησιμότητα, η συχνότητα και η σφοδρότητα με την οποία σοβαρές ασθένειες, όπως η ελονοσία, η δυσεντερία, τα αποστήματα και κυρίως ο εξανθηματικός τύφος έπλητταν τον πληθυσμό. Οι καταγγελίες συνέδεαν το φαινόμενο με την κάκιστη ποιότητα της παρεχόμενης τροφής, ακόμη και τη λιμοκτονία λόγω έλλειψης συσσιτίων. Εξίσου σημαντική αποδείχθηκε η έλλειψη φαρμάκων, νοσηλευτικού προσωπικού και ιατρικών εργαλείων, η μαζική συμβίωση σε θαλάμους χωρίς τζάμια, κλινοσκεπάσματα και ρουχισμό και οι εστίες μόλυνσης, δηλαδή οι σωροί των σκουπιδιών και οι ξεχειλισμένοι βόθροι που σπάνια απασχολούσαν την υπηρεσία καθαριότητας του δήμου... Η απαξίωση της ανθρώπινης ζωής δεν αποτυπώθηκε μόνο στο τρομακτικό νούμερο των 20.000 περίπου προσφύγων που πέθαναν στην Καλαμαριά σε ενάμισι μόλις έτος. Η καραντίνα στον προσφυγικό καταυλισμό επανέρχεται ως τραυματικό βίωμα στη συλλογική μνήμη των Καυκασίων, όχι τόσο επειδή συνεπαγόταν τον μακροχρόνιο αποκλεισμό τους από την πόλη υποδοχής, όσο γιατί εφαρμόσθηκε, κατά τους ίδιους, με τους σκληρούς όρους ενός στρατοπέδου συγκέντρωσης”.
Μια μνήμη που έμεινε είναι η στάση του αστικού λεωφορείου του ΟΑΣΘ, στη στάση Βενιζέλου – Νέα Κρήνη) «Τα απολυμαντήρια», εκεί όπου υπήρχαν απολυμαντήρια για τους πρόσφυγες 1920-1923.
Στην ελληνική γραμματεία υπάρχουν, επίσης, αναφορές σε λοιμούς / επιδημίες, τόσο από τον Όμηρο (Ιλιάδα) και τον Θουκυδίδη (Πελοποννησιακός Πόλεμος) όσο και από πιο σύγχρονους, όπως ο Παπαδιαμάντης, η Διδώ Σωτηρίου, ο Καραγάτσης, ο Ηλίας Βενέζης και ο Στρατής Μυριβήλης.
Διαβάστε αναλυτικά το άρθρο μου "Οι επιδημίες στην ελληνική λογοτεχνία"
in
ΑΡΘΡΑ