Σημαντικές αλλαγές σε μια κοινωνία δεν δρομολογούνται μόνο εξαιτίας μιας κρίσης, μπορούν να είναι συνειδητή επιλογή για αποφυγή μιας κρίση ή για βελτίωση των κοινωνικών, οικολογικών ή οικονομικών επιδόσεων. Μια κρίση, όμως, πρέπει να δρομολογεί αλλαγές που αντιμετωπίζουν όσα την προκάλεσαν ή οδήγησαν σε αυτήν. Στην Ελληνική περίπτωση, οι πολιτικές και κοινωνικές δυνάμεις δεν διαμόρφωσαν εγκαίρως ένα σχέδιο για αντιμετώπιση της επερχόμενης κρίσης ή έστω, όταν ξέσπασε όταν ξέσπασε, για μετριασμό της.
Ο στρουθοκαμηλισμός μπροστά στην κρίση και μέσα στη χρεοκοπία
Η ελληνική κρίση δεν αφορά μόνο στο έλλειμμα, χρέος κι εμπορικό ισοζύγιο. Είναι, κυρίως, αποτυχία του πολιτικού, παραγωγικού, καταναλωτικού, οικολογικού και κοινωνικού μοντέλου συνολικά. Ένα τεράστιο έλλειμμα παραμένει και σήμερα. Είναι έλλειμμα σχεδίου αλλαγής του αναπτυξιακού προτύπου, που τα χαρακτηριστικά του – μεταξύ άλλων ξεπερασμένο, συγκεντρωτικό, αρτηριοσκληρωτικό – αναπαράγουν οικολογικά και κοινωνικά αδιέξοδα που οδήγησαν στην κρίση.
Η αποτυχία του συγκεντρωτικού κράτους δεν οδήγησε σε αλλαγή του μοντέλου, ώστε να γίνει συμμετοχικό, με την αυτοδιοίκηση να αναδιοργανώνεται και να αναλαμβάνει – στο πλαίσιο μιας νέας Συμμετοχικής Εταιρικής Σχέσης με τους κοινωνικούς φορείς – ενεργό ρόλο στην μεταρρύθμιση του οικονομικού, κοινωνικού, παραγωγικού-καταναλωτικού μοντέλου.
Το νέο αφήγημα της “επιτυχίας”, επικεντρώνει στην επίτευξη δημοσιονομικών στόχων (πχ πρωτογενή πλεονάσματα), ως αποτέλεσμα μέτρων εξυγίανσης. Αλλά η “επιτυχία” είναι σε σημαντικό βαθμό και εικονική πραγματικότητα, εξαρτάται από την δυνατότητα μετάθεσης στο μέλλον ορισμένων “πληρωμών” (πχ υποχρεώσεις του δημοσίου προς φορείς ή ιδιώτες, καταβολή νέων συντάξεων, επέκταση του χρόνου για το χρέος) ή νέων περικοπών στις κοινωνικές δαπάνες.
Δύο παράγοντες έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην αποτυχία πρόληψης ή έστω ορθολογικής διαχείρισης της κρίσης:
(α) Κοινωνικοί φορείς και πολιτικές δυνάμεις δεν κάθισαν σε ένα τραπέζι διαλόγου για να διαμορφώσουν ένα νέο (Πράσινο) Κοινωνικό Συμβόλαιο για τις αναγκαίες αλλαγές. Αντιθέτως επιδόθηκαν σε μάχη αλληλο-εξόντωσης, “πάλη μέχρι θανάτου”, με επίδικο την καρέκλα εξουσίας (για τις πολιτικές δυνάμεις) ή την διατήρηση του “κεκτημένου” που όμως είχε έτσι αλλιώς μπει στην διαδικασία κονιορτοποίησης.
Αντιθέτως, μια στρατηγική δίκαιου συμβιβασμού για έξοδο από την κρίση ακολουθήθηκε στη Γερμανία, μετά την κατάρρευση του τείχους (δαπάνες 200 δις ετησίως για επανένωση της χώρας) αλλά και στην Φινλανδία για διάσωση του κοινωνικού της μοντέλου όταν διαλύθηκε η Σοβιετική Ένωση και η σκανδιναβική αυτή χώρα έχασε μέσα σε ένα χρόνο το 37% του ΑΕΠ της.
Οι δύο αυτές κοινωνίες επέλεξαν την κοινωνική συνοχή ως προτεραιότητα των πολιτικών αντιμετώπισης της κρίσης. Καθοριστικό ρόλο σε αυτό έπαιξε, όμως, ο κοινωνικός διάλογος και η συμφωνία των κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων για το μίγμα πολιτικών που θα έπρεπε να ακολουθηθεί. Στη Φινλανδία επέλεξαν, για παράδειγμα, να κάνουν αποτελεσματικότερο (κοινωνικά και οικονομικά) το σύστημα υγείας, αντί να το καταστρέψουν με οριζόντιες περικοπές, ενώ στη Γερμανία τα συνδικάτα συμφώνησαν με την κυβέρνηση σε ένα σχέδιο που θα διασφάλιζε ότι δεν θα χάνονταν θέσεις εργασίας με αντάλλαγμα να παγώσουν οι μισθοί.
Φίλοι από τα ευρωπαϊκά συνδικάτα, στις συναντήσεις μαζί τους όταν ήμουν ευρωβουλευτής, μου έλεγαν ότι όταν επισκέπτονταν την Ελλάδα και συνομιλούσαν με τους εδώ εκπροσώπους των εργαζομένων, αυτοί ζητούσαν να τους υποστηρίξουν σε αγώνες για αύξηση των μισθών την στιγμή που όλα έδειχναν ότι η κρίση θα πέταγε στο δρόμο εκατοντάδες χιλιάδες εργαζόμενους. Κάτι ανάλογο συνέβη και με το ασφαλιστικό σύστημα και την κοινωνική προστασία: ενώ όλα τα στοιχεία έδειχναν το 2009 ότι τα Ταμεία κατέρρεαν το αργότερο μέχρι το 2011, επιβλήθηκε σιωπή “μην τυχόν ληφθούν αντιλαϊκά μέτρα”, λες και η διάλυση του ασφαλιστικού συστήματος 2 χρόνια μετά δεν θα ήταν ΤΟ ΠΙΟ ΑΝΤΙΛΑΪΚΟ ΜΕΤΡΟ.
Η απουσία διαλόγου μέσα στην κοινωνία και μεταξύ των πολιτικών και κοινωνικών δυνάμεων είχε ως αποτέλεσμα το “σχέδιο διάσωσης” (δανεισμός, εποπτεία από Τρόικα, Μνημόνια) να μην είναι αποτέλεσμα συνειδητών επιλογών αλλά επιβολής με κυνικά τεχνοκρατικά και μόνο κριτήρια (αριθμοί). Αντί να υπάρξει ένα σχέδιο διάσωσης ιδιοκτησίας της ελληνικής κοινωνίας και σε διάλογο με τους ευρωπαϊκούς θεσμούς, επιβλήθηκε ένα μείγμα πολιτικής το οποίο ναι μεν επέλεγαν οι κυβερνήσεις και διάφορα λόμπυ στο παρασκήνιο αλλά σε δημόσιο επίπεδο η ευθύνη μετατοπίζονταν στους “κακούς τροϊκανούς” που έρχονταν, μετά, να επιβάλλουν την εφαρμογή του. Πόσες φορές δεν είχα ακούσει σε ευρωπαϊκό επίπεδο να μου λένε ότι “έρχονται Έλληνες πολιτικοί και προτείνουν μέτρα τα οποία στην συνέχεια – αφού έχουν υιοθετηθεί και ενταχθεί στα Μνημόνια – τα καταγγέλλουν ή προσπαθούν να μην τα εφαρμόσουν”.
Η κοινωνία δεν συζήτησε σε βάθος τα αίτια της χρεοκοπίας του ασφαλιστικού συστήματος ή της εκτόξευσης του ελλείμματος και του χρέους ή το γιατί το σύστημα υγείας αν και καταβρόχθιζε τεράστια ποσά από τον δημόσιο προϋπολογισμό, απαιτούσε τρομακτικές δαπάνες κι από τον οικογενειακό προϋπολογισμό. Δεν αναρωτήθηκε γιατί υπήρχαν τεράστιες δαπάνες για εισαγωγή ενέργειας και αγαθών. Δεν είναι, λοιπόν, περίεργο που “βρίσκονταν στα κάγκελα” για πολλά χρόνια διεκδικώντας την διατήρηση ενός συστήματος που είχε πλέον καταρρεύσει με θόρυβο. Για την στάση αυτή της κοινωνίας, ευθύνονται σε μεγάλο βαθμό οι κομματικές δυνάμεις που όταν δεν μετείχαν στην κυβέρνηση “έσκιζαν σελίδα-σελίδα” ή “με ένα νόμο” τα “μνημόνια”, αλλά όταν αναλάμβαναν κυβερνητικούς ρόλους “ανακάλυπταν” τη σημασία της εφαρμογής της πολιτικής αυτής.
Η κατάρρευση κλάδων δεν ήταν αναπόφευκτη
Βλέπαμε ολόκληρους κλάδους να καταρρέουν αλλά οι φορείς εκπροσώπησης ήταν αλλού για αλλού, διεκδικούσαν αύξηση μισθών ή κρατικές ενισχύσεις αντί για διαρθρωτικές αλλαγές και στήριξη με στόχο μια δίκαιη μετάβαση στην νέα εποχή. Ο ναυπηγο-επισκευαστικός τομέας, για παράδειγμα, που κάποτε απασχολούσε 30.000 εργαζόμενους κατέρρευσε. Το μέλλον του βρίσκεται σήμερα στην εξέλιξη της παραγωγής βάσης και τεχνογνωσίας προς δύο κατευθύνσεις: έρευνα, κατασκευή κι αναβάθμιση πλοίων που θα ανταποκρίνονται σε νέες περιβαλλοντικές και ενεργειακές προδιαγραφές και παραγωγή τμημάτων της τεχνολογίας ΑΠΕ (πχ πυλώνες ή φτερωτές ανεμογεννητριών κα). Ως ευρωβουλευτής των Πράσινων την περίοδο 2012-2014, συμμετείχα σε σχετικές συζητήσεις σε Ευρωπαϊκό επίπεδο αλλά κι οργάνωσα στην Ελλάδα και στο Ευρωκοινοβούλιο συναντήσεις με εκπροσώπους του ναυπηγο-επισκευαστικού κλάδου, της αυτοδιοίκησης, των εργαζομένων, με στόχο να προχωρήσουν σχετικές πρωτοβουλίες. Αυτές θα μπορούσαν να αξιοποιήσουν ευρωπαϊκά εργαλεία που περιλαμβάνονταν στην πολιτική για τον κλάδο LeaderSHIP 2020 που διαμόρφωνε ευνοϊκό περιβάλλον για νέες δραστηριότητες σε πράσινη κατεύθυνση. Ενημέρωσα πολλές φορές τόσο το Περιφερειακό Συμβούλιο Ν. Αιγαίου, όπου ήμουν και Περιφερειακός Σύμβουλος, όσο και τους φορείς της αυτοδιοίκησης, των εργαζομένων αλλά και της ιδιοκτησίας. Θα μπορούσαν – αν υπήρχε σχέδιο – να αξιοποιηθούν ευρωπαϊκοί πόροι για κατασκευή νέων, πιο πράσινων πλοίων (που να ανταποκρίνονται στις νέες ευρωπαϊκές περιβαλλοντικές προδιαγραφές). Αυτό απαιτούσε εταιρική σχέση Περιφέρειας, Ναυπηγείων και φορέων εκτέλεσης Ακτοπλοϊκού έργου (ιδιωτικών ή συνεργατικών). Κανένας όμως από τους 3 φορείς δεν θέλησε να αναλάβει ενεργό ρόλο σε μια τέτοια κατεύθυνση, συμβάλλοντας με αυτόν τον τρόπο στην επιδείνωση της κρίσης στον τομέα των ναυπηγείων, στην απουσία βιώσιμης συνδεσιμότητας μεταξύ των νησιών αλλά και στην διατήρηση ενός μη βιώσιμου παραγωγικού μοντέλου. Τα ναυπηγεία συνεχίζουν να διεκδικούν συμβάσεις από το πολεμικό ναυτικό, δεξαμενές και κρατικές ενισχύσεις, η Περιφέρεια συζητάει χωρίς αποτελέσματα με τους υπουργούς που αλλάζουν για τα προβλήματα με τα ακτοπλοϊκά δρομολόγια και οι εργαζόμενοι έχουν μείνει χωρίς εργασία.
Νέα σχέση αυτοδιοίκησης και κοινωνικής οικονομίας
Η εν δυνάμει εταιρική αυτή σχέση προσφέρει ένα παράδειγμα για το ρόλο που θα μπορούσε να παίξει η αυτοδιοίκηση, στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής πολιτικής βιωσιμότητας και κοινωνικής συνοχής. Η φιλοσοφία και οι Κανονισμοί των Ευρωπαϊκών Διαρθρωτικών κι Επενδυτικών Ταμείων 2014-2020 προέβλεπαν σχεδιασμό από τα κάτω προς τα πάνω, από την περιφέρεια προς το κέντρο και γιαυτό η πραγματική ονομασία της συμφωνίας ΕΕ-Κρατών Μελών ήταν Σύμφωνο Εταιρικής Σχέσης, δηλ. η κυβέρνηση θα συνδιαμόρφωνε το σχέδιο μέσα από διάλογο με την αυτοδιοίκηση, τους κοινωνικούς φορείς και την κοινωνία των πολιτών. Κάτι τέτοιο δεν έγινε παρά μόνο εικονικά. Χάθηκε η ευκαιρία, έστω μέσα από την διαμόρφωση των προτεραιοτήτων της περιφερειακής πολιτικής, της πολιτικής συνοχής και της επενδυτικής πολιτικής, να αναπτυχθεί μια συνεργατική/συμμετοχική προσέγγιση στην επίλυση των προβλημάτων της χώρας.
Αλλά και η αυτοδιοίκηση δεν μπορεί να αποφασίζει μόνη της, σε άχρωμες και παντελώς αδιάφορες συνήθως διαδικασίες, με λογικές πελατειακών εξυπηρετήσεων και ανακύκλωσης των ίδιων αδιέξοδων τοπικών πρακτικών. Η ανανέωση του ρόλου της αυτοδιοίκησης περνάει (και) μέσα από την διαμόρφωση συνεργατικής σχέσης μεταξύ τοπικών-περιφερειακών αρχών και φορέων κοινωνικής κι αλληλέγγυας οικονομίας.
Πολλοί/ες, ακούγοντας και μόνο την πρόταση για μια τέτοια σχέση, ανατριχιάζουν. Φαντάζονται νέα πεδία πελατειακών σχέσεων και διαφθοράς (τα οποία πράγματι εμφανίστηκαν στο παρελθόν τόσο στο χώρο της αυτοδιοίκησης και σε πολλούς από τους παλιούς συνεταιρισμούς όσο και στις σχέσεις μεταξύ τους). Να ξεκαθαρίσουμε, όμως, ότι δεν είναι το συνεργατικό μοντέλο (κοινωνικές επιχειρήσεις, συνεταιρισμοί, αλληλο-ασφαλιστικά ταμεία, συνεταιριστικές τράπεζες κα) που απέτυχε στη χώρας μας. Αντιθέτως, απέτυχε μια συγκεκριμένη αντίληψη για τα συνεργατικά σχήματα, που τα μετέτρεψε σε μηχανισμούς πελατειακής και κομματικής εξυπηρέτησης, αδιαφανούς διανομής και κατασπατάλησης ευρωπαϊκών πόρων, λόγω απουσίας δημοκρατικής συμμετοχής, ελέγχου κι άρνησης τήρησης των 7 βασικών αρχών του διεθνούς συνεταιριστικού, συνεργατικού κινήματος.
Ο ρόλος μιας νέας συμμετοχικής, εταιρικής σχέσης για αλλαγή του μοντέλου
Σε διεθνές και ευρωπαϊκό επίπεδο η δημιουργία θεσμών συμβουλευτικής, εκπαίδευσης, ελέγχου, μάνατζμεντ, δικτύωσης και συνεργασιών έχει δημιουργήσει ένα μοντέλο που αποδεικνύεται αποτελεσματικό με όρους οικονομικούς, όχι μόνο κοινωνικούς, πολύ πιο ανθεκτικό στις κρίσεις, που επεκτείνεται ακόμα και σε περιόδους κρίσεις, όπως η πρόσφατη. Αναγνωρίζεται πλέον σε διεθνές επίπεδο ο καθοριστικός ρόλος της κοινωνικής κι αλληλέγγυας οικονομίας για το μέλλον της εργασίας, την αλλαγή του επενδυτικού και παραγωγικού μοντέλου, την ενίσχυση της κοινωνικής συνοχής, την προώθηση της οικολογικής και ενεργειακής μετάβασης (transition) σε μια οικονομία πράσινη, δίκαιη, δημοκρατική.
Μια σωστή Συμμετοχική Εταιρική Σχέση τοπικής-περιφερειακής αυτοδιοίκησης και φορέων κοινωνικής-αλληλέγγυας οικονομίας βασίζεται σε αρχές, αξίες, θεσμούς που διασφαλίζουν ότι δεν αναπαράγονται φαινόμενα του παρελθόντος. Δεν χρειάζεται να ανακαλύψουμε τον τροχό. Σε διεθνές κι ευρωπαϊκό επίπεδο υπάρχουν μοντέλα μιας σωστής εταιρικής σχέσης. Το Ευρωπαϊκό Δίκτυο REVES (μέλος του οποίου είναι και ο “Ανεμος Ανανέωσης”) είναι μια τέτοια συνεργασία μεταξύ ευρωπαϊκών περιφερειακών – τοπικών αρχών και οργανισμών κοινωνικής οικονομίας. Η έννοια της κοινωνικής (κι αλληλέγγυας) οικονομίας δεν ταυτίζεται – για το REVES και όλους τους ευρωπαϊκούς ορισμούς – αποκλειστικά με τις κοινωνικές (συνεταιριστικές) επιχειρήσεις (ΚΟΙΝΣΕΠ), αλλά αφορά σε ένα ευρύ φάσμα: συνεταιρισμούς, ενώσεις αλληλο-ασφάλισης, κοινωνικές επιχειρήσεις, ιδρύματα και, γενικότερα, όλες τις οργανώσεις που υποστηρίζουν την υπεροχή του ατομικού και κοινωνικού στόχου πάνω από το κεφάλαιο, την εθελοντική και ανοιχτή συμμετοχή, τον δημοκρατικό έλεγχο με την ιδιότητα μέλους, τον συνδυασμό των συμφερόντων των μελών / χρηστών με το γενικό συμφέρον, την υπεράσπιση και εφαρμογή της αρχής της αλληλεγγύης και της υπευθυνότητας, την αυτόνομη διαχείριση και τη βιώσιμη χρήση του μεγαλύτερου μέρους των πλεονασμάτων. Ο ορισμός αυτός εκφράζει όλα τα ευρωπαϊκά δίκτυα, όπως για παράδειγμα την Social Economy Europe, το δίκτυο δικτύων (ευρωπαϊκών κι εθνικών) κοινωνικής οικονομίας.
Το Ευρωπαϊκό Δίκτυο REVES έχει την μοναδικότητα ότι δεν είναι απλώς δίκτυο κάποιων από τους φορείς κοινωνικής οικονομίας, αλλά μέλη του είναι τόσο οργανισμοί κοινωνικής οικονομίας όσο και τοπικές/περιφερειακές αρχές που αναπτύσσουν ή θέλουν να αναπτύξουν πολιτικές που προωθούν μια κοινωνική και αλληλέγγυα οικονομία, μια πιο δίκαιη, περιεκτική (inclusive), συμμετοχική και υπεύθυνη κοινωνία. Είναι ένα δίκτυο κοινωνικής καινοτομίας με όρους διαδικασιών και μεθόδων, που βασίζεται στην αντίληψη της από κοινού απόκτησης και διαμοιρασμού των ικανοτήτων, δεξιοτήτων, γνώσεων κι εμπειριών των μελών και των περιφερειών. Η εμπειρία του REVES αλλά και πολλών επιμέρους παραδειγμάτων αποδεικνύουν ότι μια (νέα) εταιρική σχέση και συνεργασία μεταξύ δύο (αφετηριακά διαφορετικών αλλά με κοινή αξιακή βάση και παρόμοιους στόχους) θεσμών μπορεί να είναι διαφανής, αποτελεσματική, δίκαιη και προς όφελος της κοινωνίας, της οικολογίας και της παραγωγικής βάσης της χώρας.
Οι τομείς συνεργασίας μπορεί να είναι άπειροι, αλλά θα αναλύσω 3 σημαντικούς, κατά τη γνώμη μου, γι αυτή την περίοδο:
- Μια νέα εταιρική σχέση για την αναβάθμιση της υπαίθρου και της περιφέρειας
Η υιοθέτησης μιας νέας εταιρικής σχέσης αυτοδιοίκησης και συνεργατικής αγροτικής παραγωγής και μεταποίησης, μέσα από ξεκάθαρους ρόλους και συνέργιες, μπορεί να συμβάλλει στην διατήρηση της πληθυσμιακής και κοινωνικής συνοχής των περιφερειών, στην αποκατάσταση της βιολογικής και γενετικής ποικιλότητας, στην ενδυνάμωση του ρόλου των νέων και των γυναικών στην ύπαιθρο, στην στροφή σε ποιοτικά προϊόντα και υπηρεσίες, σε προϊόντα υψηλής οικολογικής αξίας που αναβαθμίζουν την παραγωγική βάση και την οικονομία της χώρας.
Προφανώς, χρειάζεται μια νέα στρατηγική από την πλευρά της αυτοδιοίκησης, πέρα από τα καθιερωμένα, καθώς και ένα σύγχρονο, πράσινο παραγωγικό σχέδιο, με πρωτοβουλία των παραγωγών και ενίσχυσή τους από τους κριτικά σκεπτόμενους καταναλωτές. Η παραγωγή προϊόντων όπως μαρμελάδες ή βότανα, η καλύτερη συσκευασία προϊόντων ή η αναβάθμιση των τεχνικών μέσων είναι μια καλή βάση αλλά δεν αρκεί. Η συνεργασία αυτοδιοίκησης-συνεργατικών σχημάτων (νέου τύπου αγροτικοί συνεταιρισμοί, ομάδες παραγωγών, γυναικείοι συνεταιρισμοί, ΚΟΙΝΣΕΠ κα) θα πρέπει να ανοίξει νέους δρόμους (με εμπλοκή και ερευνητικών κέντρων) για προϊόντα και υπηρεσίες που ανταποκρίνονται σε νέες τάσεις στην υγεία, στην άσκηση, στην διατροφή, στον τουρισμό, να συμβάλλει σε νέα μοντέλα εκπαίδευσης των παραγωγών αλλά και σε νέα χρηματοοικονομικά εργαλεία. Σε πολλές χώρες η αυτοδιοίκηση συνέβαλλε στην ανάπτυξη συνεταιριστικών ή/και ηθικών τραπεζών, όπως πχ στην Ιταλία.
Το μοντέλο του “οικοσυστήματος” της κοινωνικής οικονομίας στην Καρδίτσα είναι υποδειγματικό, όπως το έχω γνωρίσει κι από κοντά. Η δημιουργία της Αναπτυξιακής Καρδίτσας και η συνδυαστική ενδυνάμωση όλου του φάσματος επιχειρήσεων κοινωνικής οικονομίας (αγροτικοί σύλλογοι, κοινωνικοί φορείς, ενεργειακός συνεταιρισμός, κοινωνικές επιχειρήσεις, δίκτυα διακίνησης), η δημιουργία της Συνεταιριστικής Τράπεζας Καρδίτσας αλλά και η δικτύωση και συνεργασία με άλλες περιοχές και δίκτυα έχουν αναδείξει την Καρδίτσα ως ένα – ευρωπαϊκού επιπέδου – εξαιρετικό παράδειγμα ανάπτυξης του οικοσυστήματος κοινωνικής οικονομίας. Είναι η εταιρική σχέση αυτοδιοίκησης, φορέων κοινωνικής οικονομίας κι ερευνητικών κέντρων που διαμόρφωσε αυτό το πετυχημένο παράδειγμα, σε μια περιοχή όπου οι περισσότεροι παραδοσιακοί αγροτικοί συνεταιρισμοί κατέρρεαν, κάποιοι λίγοι μετασχηματίζονταν και νέου τύπου γεννιόντουσαν.
- Ανανέωση κι αλλαγή του κοινωνικού μοντέλου
Σε μοντέλα κοινοτικά υποστηριζόμενης γεωργίας ή δικτύων (συνεργαζόμενων /συνεταιρισμένων) παραγωγών – καταναλωτών η αυτοδιοίκηση μπορεί να παίξει ουσιαστικό ρόλο στην κατεύθυνση της εκπαίδευσης κι επικοινωνίας. Ακόμα πιο σημαντική, όμως, είναι η σύνδεση των δικών της κοινωνικών πολιτικών με νέες προσεγγίσεις για την κοινωνική ένταξη, την μείωση του κοινωνικού αποκλεισμού μέσα από την εργασία ευάλωτων ομάδων σε επιχειρήσεις κοινωνικής οικονομίας (πχ κοινοτικά υποστηριζόμενη γεωργία, δίκτυα εναλλακτικού και οικολογικού τουρισμού όπως το LE MAT, επιχειρήσεις επιδιόρθωσης κι επαναχρησιμοποίησης υλικών και προϊόντων κα).
Μια τέτοια στρατηγική απαιτεί την μετακίνηση της αυτοδιοίκησης από τον ρόλο του παρόχου επιδομάτων (και συσσιτίων), στο πλαίσιο μιας επιδοματικής-ανακουφιστικής πολιτικής (που απλώς αποτρέπει την πλήρη εξαθλίωση κοινωνικά αποκλεισμένων ανθρώπων), στην κατεύθυνση του σχεδιασμού και υλοποίησης ενεργητικών πολιτικών που άρουν την φτώχεια, την ενεργειακή φτώχεια, τον κοινωνικό αποκλεισμό, την περιθωριοποίηση, την ανεργία. Η αξιοποίηση πόρων από το Κοινωνικό Ταμείο για να απασχοληθούν άνεργοι μέσα από σχήματα “κοινωφελούς εργασίας” στην αυτοδιοίκηση προσφέρει μια ανακούφιση, ένα χαρτζιλίκι, για άτομα που είναι για καιρό άνεργα, αλλά στην πραγματικότητα συντηρεί την ανεργία (την μειώνει μόνο στατιστικά), και κυρίως στερεί ουσιαστικούς πόρους που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν ως κεφάλαια έναρξης για δυναμικές επιχειρήσεις ανέργων κι ανθρώπων που αναζητούν νέα μοντέλα οικονομίας, που συνδυάζουν αξίες, κοινωνικούς και παραγωγικούς στόχους, κοινωνικό και οικολογικό αντίκτυπο.
Αντί οι δήμοι να λειτουργούν ως φορείς διατήρησης της υπάρχουσας κατάστασης κοινωνικού αποκλεισμού, χρειάζεται να διαμορφώσουν εταιρική σχέση με τους τους ανέργους, τους κοινωνικά αποκλεισμένους και τον κοινωνικός τους χώρο ώστε να αναλαμβάνουν από κοινού δράση. Η αυτοδιοίκηση οφείλει να σχεδιάζει μαζί τους αλλά και να στηρίζει με ενεργητικές πολιτικές κι εργαλεία την διαμόρφωση ενός ευνοϊκού κοινωνικού περιβάλλοντος που προσαρμόζεται στις νέες ανάγκες και ικανότητες.
Το WELCOMMON είναι ένα παράδειγμα μιας νέας πολιτικής και πρακτικής στα θέματα των προσφύγων. Είναι ένα πρότυπο κέντρο προσωρινής φιλοξενίας και κοινωνικής ένταξης προσφύγων που σχεδίασε και δημιούργησε ο Άνεμος Ανανέωσης, η κοινωνική συνεταιριστική μας επιχείρηση. Μέχρι τα τέλη του 2017 υλοποιείται σε συνεργασία με την Εταιρεία Ανάπτυξης και Τουριστικής Προβολής Αθηνών κι εντάσσεται στο πλαίσιο του προγράμματος “Προσωρινή Στέγαση Προσφύγων” του Δήμου Αθηναίων και της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες (UNHCR). Δεν είναι, όμως, απλώς ένα πρόγραμμα και κέντρο για αξιοπρεπή διαμονή των πιο ευάλωτων ομάδων προσφύγων αλλά και ένα καινοτόμο σχέδιο για κοινωνική κι επαγγελματική ένταξη, μέσα από μια αντίληψη συνεργασίας κι εταιρικής σχέσης, δηλαδή μαζί με τους πρόσφυγες και την τοπική κοινωνία, προς όφελος και των προσφύγων και της τοπικής κοινωνίας.
Όχι τυχαία, ο Άνεμος Ανανέωσης και το WELCOMMON τιμήθηκαν στις 8 Ιουνίου 2017 με το βραβείο “Special Mention” στο πλαίσιο του REVES Excellence Award 2017, μεταξύ πολλών υποψηφιοτήτων από 7 διαφορετικές χώρες, ως επίτευγμα της συνεργασίας μεταξύ της κοινωνικής συνεταιριστικής επιχείρησης «Άνεμος Ανανέωσης» και της Εταιρείας Ανάπτυξης και Τουριστικής Προβολής Αθηνών του Δήμου Αθηναίων. Το βραβείο έχει ως στόχο να ενισχύσει τις συνέργειες μεταξύ τοπικών / περιφερειακών αρχών και φορέων της κοινωνικής οικονομίας, καθώς και να αναδείξει τα επιτεύγματα αυτής της συνεργασίας. Η επιτροπή αξιολόγησης αποτελείτο από εκπροσώπους της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής, του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, της Επιτροπής Περιφερειών και της Social Economy Europe.
- Η ενεργειακή μετάβαση προς ένα μοντέλο κοινοτικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές
Το μοντέλο μας για το WELCOMMON (που σημαίνει welcome in common) δεν αφορά μόνο στους πρόσφυγες αλλά συνολικότερα στην ανανέωση της κοινωνικής πολιτικής στην Ελλάδα που χρειάζεται να αντιμετωπίζει τα σημαντικά προβλήματα με ενίσχυση της κοινωνικής συνοχής, προώθηση της οικολογικής μετάβασης, αλλαγή του ενεργειακού μοντέλου και ενδυνάμωσης της προστασίας του κλίματος και του περιβάλλοντος.
Η μετάβαση από το σημερινό συγκεντρωτικό και ρυπογόνο ενεργειακό μοντέλο, προς ένα μοντέλο που θα βασίζεται αποκλειστικά στην εξοικονόμηση και στις ανανεώσιμες πηγές (άνεμο, ήλιο, νερό, βιομάζα) είναι θέμα επιβίωσης. Αλλά θέλουμε η αλλαγή αυτή να μην αφορά μόνο στην τεχνολογία, αλλά και στο πώς θα οδηγήσει σε ένα νέο αποκεντρωμένο (βασισμένο αποκλειστικά στις ΑΠΕ) μοντέλο, στην αυτο-παραγωγή κι ανταλλαγή ενέργειας σε τοπικό επίπεδο, στην διατήρηση σε τοπικό επίπεδο και στην κοινωνία του πλούτου που παράγεται από την ενέργεια, στην ενίσχυση της κοινωνικής συνοχής και στην αντιμετώπιση της ενεργειακής φτώχειας.
Στο επίπεδο της προμήθειας ενέργειας που παράγεται από ανανεώσιμες πηγές, συντελούνται ήδη ραγδαίες αλλαγές. Πολλοί ευρωπαϊκοί δήμοι (όχι μόνο πολίτες) προμηθεύονται πράσινη ενέργεια από ενεργειακούς συνεταιρισμούς. Αναπτύσσουν, επίσης, εταιρικές σχέσεις με ενεργειακούς συνεταιρισμούς για παραγωγή ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές ή προώθηση εκτεταμένων προγραμμάτων εξοικονόμησης. Η αυτοδιοίκηση έχει παίξει, επίσης, πρωταγωνιστικό ρόλο στην μετάβαση περιοχών που βασίζονταν σε εξορύξεις κάρβουνου ή λιγνίτη σε μια νέα εποχή, μέσα από εταιρικές σχέσεις συνεργασίας με ερευνητικά κέντρα, φορείς και ιδιωτικές ή συνεργατικές επιχειρήσεις.
Υπάρχει τεράστιος χώρος για εταιρικές σχέσεις και στην αντιμετώπιση της ενεργειακής φτώχειας, που πλήττει σήμερα μεγάλα τμήματα του πληθυσμού. Σήμερα πολλοί για να επιβιώσουν, στοιχειωδώς, χρειάζονται επιδόματα θέρμανσης και ενοικίου. Αντί αυτών των επιδομάτων, που αντιπροσωπεύουν μια σπατάλη εκατοντάδων εκατομμυρίων Ευρώ (μια και δεν βγάζουν τα νοικοκυριά απ’ την ενεργειακή φτώχεια), οι δήμοι θα μπορούσαν να αναπτύξουν εταιρικές σχέσεις με συνεργατικά σχήματα που βοηθούν τα νοικοκυριά να αναβαθμίσουν ενεργειακά την κατοικία τους καθώς και να ενθαρρύνουν συνεργατικά σχήματα που θα παράγουν την αναγκαία ενέργεια ακόμα και στο επίπεδο της γειτονιάς, συνδυάζοντας κλιματική-ενεργειακή και κοινωνική πολιτική. Όπως αναδεικνύει και η μελέτη που εκπόνησαν ο Άνεμος Ανανέωσης, το Ίδρυμα Χάινριχ Μπελ και το ΙΝΖΕΒ, οι καταναλωτές (con-sumer) μπορούν στο πλαίσιο μιας κοινωνικής πολιτικής να μετατραπούν σε παραγωγούς-καταναλωτές (pro-sumer), με την στήριξη ευρωπαϊκών αλλά κι εναλλακτικών χρηματοοικονομικών εργαλείων (όπως αυτά που έχουν δημιουργήσει πολλοί ευρωπαϊκοί ενεργειακοί συνεταιρισμοί και η ομοσπονδία τους RESCoop.eu). Η τεχνολογία δίνει την δυνατότητα ανταλλαγής ενέργειας (πραγματικά ή “ψηφιακά”) μεταξύ νοικοκυριών, ενώ η παραγωγή “κοινοτικής ενέργειας” από ανανεώσιμες πηγές δημιουργεί εισοδήματα και θέσεις εργασίας.
Το πεδίο συνεργασιών είναι ανοικτό
Θα μπορούσαμε να αναφερθούμε σε πολλούς άλλους τομείς, όπως είναι πρόληψη και μείωση της παραγωγής αποβλήτων, προετοιμασία για επαναχρησιμοποίηση υλικών και προϊόντων, κομποστοποίηση, αναδιοργάνωση του μοντέλου υγείας κα. Σε ένα τέτοιο πλαίσιο απαιτούνται βαθιές αλλαγές πολιτικών και διαφοροποίηση αξιών. Για παράδειγμα, τα θέματα υγείας δεν είναι κάτι που αφορά μόνο γιατρούς, φαρμακεία, νοσοκομεία και ”ειδικούς της υγείας”. Αφορά συνολικά στην διαμόρφωση νέων, κοινοτικών μοντέλων υγείας, με έμφαση στην ολοκληρωμένη ανάπτυξη σε τοπικό και περιφερειακό επίπεδο πολιτικών και δομών που προωθούν καλύτερη υγεία για ολόκληρο τον πληθυσμό (πρόληψη, αποφυγή ασθενειών) μέσω σωστότερης διατροφής, κατάλληλης άσκησης, μείωσης κοινωνικών ανισοτήτων και αποκλεισμού, υγιούς γήρανσης, υγιών και καθαρών πόλεων, πρωτοβάθμιας φροντίδας και περίθαλψης, παροχής υπηρεσιών υγείας στο σπίτι, ως κυρίαρχων κατευθύνσεων για να μειωθεί η ανάγκη νοσοκομειακής περίθαλψης. Η εμπειρία των κοινωνικών ιατρείων θα ήταν πολύ χρήσιμη για τον επανασχεδιασμό του μοντέλου αλλά εξίσου σημαντική θα ήταν η συμβολή των εκπαιδευτικών (πχ αγωγή υγείας) ή των συλλόγων ποδηλατιστών, των κοινωνικών λειτουργών ή των φροντιστών ΑΜΕΑ, των πολιτών (υγιών ή ασθενών) ή της αυτοδιοίκησης.
Έχουμε πολύ δρόμο μπροστά μας για να διαμορφώσουμε έναν ισχυρό χώρο κοινωνικής κι αλληλέγγυας οικονομίας αλλά και εταιρικές/συνεργατικές σχέσεις μεταξύ αυτοδιοίκησης και οργανισμών κοινωνικής-αλληλέγγυας οικονομίας. Όσο όμως αυτά παραμένουν στο περιθώριο, η αναγκαία αλλαγή στην κοινωνία θα είναι μια μακρινή υπόθεση ή θα ταυτίζεται με αλλαγή κάποιων αριθμών που αφορούν μόνο τα δημοσιονομικά.