Ενημερωτική συζήτηση στην Αθήνα, Κυριακή 2 Δεκεμβρίου,

ώρα 19.30

 
Υπερψηφίστηκε την Τετάρτη 28 Νοεμβρίου, από την Επιτροπή Περιβάλλοντος, Ασφάλειας Τροφίμων και Δημόσιας Υγείας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, η έκθεση γνωμοδότησης του Νίκου Χρυσόγελου, ευρωβουλευτή των Οικολόγων Πράσινων / Ομάδα των Πράσινων στο Ευρωκοινοβούλιο για το νέο Ευρωπαϊκό Ταμείο Θάλασσας και Αλιείας.
 
Η έκθεση γνωμοδότησης, στην οποία κατατέθηκαν περισσότερες από 300 τροπολογίες,  υπερψηφίστηκε με μεγάλη πλειοψηφία (49 υπέρ, 4 κατά και 1 αποχή) και ήταν αποτέλεσμα ενδελεχούς διαλόγου με κοινωνικούς εταίρους, ενώσεις ψαράδων και περιβαλλοντικές οργανώσεις, αλλά και διεξοδικής διαπραγμάτευσης με τις υπόλοιπες πολιτικές ομάδες του κοινοβουλίου που κατέληξαν σε 22 συμβιβαστικές τροπολογίες που ενδυνάμωσαν το τελικό κείμενο. Δίνει δε ένα δυνατό μήνυμα στην αρμόδια Επιτροπή Αλιείας του Ευρωκοινοβουλίου, που θα ψηφίσει την έκθεση τον Ιανουάριο 2013, αλλά και προς την Ολομέλεια ότι το Ταμείο πρέπει να διασφαλίσει ότι η αλιεία και οι υδατοκαλλιέργειες πρέπει να εξασφαλίζουν τη μακροπρόθεσμη περιβαλλοντική βιωσιμότητα που είναι απαραίτητη για την οικονομική και κοινωνική βιωσιμότητα.
 
Ορισμένοι τύποι χρηματοδότησης καταργούνται, όπως:
  • για την αποθήκευση ψαριών που αλιεύονται όταν δεν υπάρχει αγορά. Μεταξύ του να αλιεύονται ψάρια μόνο όταν οι συνθήκες της αγοράς εγγυώνται καλή τιμή και του να αποθεματοποιούνται για μεγάλα χρονικά διαστήματα είναι προτιμητέο το πρώτο
  • για τα ασφάλιστρα των εκμεταλλεύσεων υδατοκαλλιέργειας, δεδομένου ότι πρόκειται για δαπάνες που πρέπει να επιβαρύνουν τους ίδιους τους επιχειρηματίες και όχι τους φορολογούμενους
  • για ενίσχυση της διαχείρισης των «μεταβιβάσιμων αδειών αλιείας»
  • για διαφήμιση και κυκλοφορία στην αγορά ψαριών για τα οποία υπάρχει περιορισμένη ή καθόλου ζήτηση στην αγορά.

Σε αρκετά σημεία προστίθενται διατυπώσεις που επιδιώκουν να διασφαλίσουν ότι η ενίσχυση δεν έχει ως συνέπεια την υπεραλίευση. Τα κονδύλια ανακατανέμονται για να στηριχτεί η συγκέντρωση επιστημονικών και άλλων δεδομένων απαραίτητων για μια διαχειριστική προσέγγιση της αλιείας και των υδατοκαλλιεργειών βασισμένη στο οικοσύστημα και για να βελτιωθεί η επιτήρηση των αλιευτικών δραστηριοτήτων με στόχο να μην ψαρεύονται είδη πάνω από το όριο βιώσιμης αναπαραγωγής τους μέχρι το 2015 και να διασφαλιστεί μια καλή περιβαλλοντική κατάσταση μέχρι το 2020.

Το τμήμα που αφορά τις υδατοκαλλιέργειες τροποποιείται για να μετατοπιστεί η έμφαση από την απλουστευτική προαγωγή της υδατοκαλλιέργειας, ενός κλάδου που μπορεί να προξενήσει σημαντικά περιβαλλοντικά προβλήματα εάν δεν τύχει καλής διαχείρισης, προς μια μεγαλύτερη περιβαλλοντική βιωσιμότητα για τις δραστηριότητες της υδατοκαλλιέργειας.
 
Ο Νίκος Χρυσόγελος δήλωσε σχετικά: Η χρηματοδότηση πρέπει κατά προτίμηση να αποσκοπεί στην στήριξη όσων ψαρεύουν με τον πλέον βιώσιμο από περιβαλλοντική και κοινωνική άποψη τρόπο, στην προστασία του θαλάσσιου οικοσυστήματος και της θαλάσσιας βιοποικιλότητας, στην ενίσχυση της ενημέρωσης των τοπικών, νησιωτικών και παράκτιων περιοχών, στην συγκέντρωση δεδομένων για την κατάσταση των ψαριών σε κάθε αλιευτικό πεδίο και στην είσοδο νέων ανθρώπων στο επάγγελμα του ψαρά.
 
Ακόμα και σήμερα η Ελλάδα, όμως, χάνει ετησίως 2.000.000 ευρώ που είχε από την τρέχουσα προγραμματική περίοδο για συγκέντρωση επιστημονικών στοιχείων για την κατάσταση των αλιευμάτων. Χωρίς στοιχεία πως μπορεί να γίνουν αναλύσεις και σχεδιασμός πολιτικής για τη βιωσιμότητα των αλιευτικών δραστηριοτήτων;
 
Η νέα Κοινή Αλιευτική Πολιτική θα δώσει μεγάλη έμφαση στην περιφερειακή διάσταση, αλλά αυτό σημαίνει εξάλειψη του πελατειακού συστήματος και των αυτοσχεδιασμών και σχεδιασμό μέσα από διάλογο αποτελεσματικών πολιτικών που θα επιτυγχάνουν ταυτοχρόνως τη στήριξη οικολογικά και κοινωνικά βιώσιμων πρακτικών αλιείας, διατήρηση της θαλάσσιας βιοποικιλότητας μακροχρόνια, είσοδο νέων στο επάγγελμα και βελτίωση των συνθηκών εργασίας των ψαράδων.
 
Σε επίπεδο ιχθυοκαλλιέργειας υποστηρίξαμε την ενίσχυση μόνο σχεδίων που αποβλέπουν στη βελτίωση των περιβαλλοντικών επιδόσεων των ιχθυοκαλλιεργειών, με έμφαση στις οργανικές/βιολογικές, και όχι την άκριτη προώθηση των ιχθυοκαλλιεργειών.
 
Οι τροπολογίες που έχω καταθέσει με την έκθεσή μου είναι προς αυτή τη κατεύθυνση. Αποσκοπούν να εδραιώσουν την προσέγγιση ότι η πρόληψη είναι η καλύτερη μέθοδος όπως και ότι η βιώσιμη αλιεία είναι αυτή που βασίζεται σε καλή γνώση και μακροχρόνια διατήρηση του οικοσυστήματος.
 
Η δημιουργία  θαλάσσιων προστατευόμενων περιοχών σε συνεργασία με τους ψαράδες και τις τοπικές κοινωνίες και η αποτελεσματική τήρηση της ευρωπαϊκής νομοθεσίας για αποτροπή της παράνομης αλίευσης και καταστροφικών μορφών αλιείας θα βοηθήσουν να επανακάμψει ο πλούτος των θαλασσών, να επανέλθουν οι καλές ψαριές αλλά και να αποκατασταθεί η θαλάσσια βιοποικιλότητα. Η επένδυση πόρων σε μια τέτοια στρατηγική θα έχει προσφέρει πολλά οφέλη τόσο στο περιβάλλον όσο και στην απασχόληση και την τοπική οικονομία.
 
Παράλληλα, η δημιουργία σε τοπικό επίπεδο ομάδων από τα κάτω που θα συμβάλλουν στην ενημέρωση κι ευαισθητοποίηση καθώς και στην προώθηση της βιωσιμότητας στις παράκτιες και νησιωτικές κοινωνίες είναι προϋπόθεση για την επιτυχία της πολιτικής για τη θάλασσα κι  αλιεία».
 
Με αφορμή την ψήφιση της έκθεσης του Νίκου Χρυσόγελου για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Θάλασσας κι Αλιείας, διοργανώνεται συζήτηση με θέμα “Θαλάσσια κι αλιευτική πολιτική στο Αιγαίο”, την Κυριακή 2 Δεκεμβρίου, ώρα 19.30, στο Οικολογικό Πολιτιστικό Κέντρο, Λεωφόρος Ιωνίας 315, δίπλα από τον σταθμό ΗΣΑΠ Άνω Πατησίων.
 
Συμμετέχουν οι Πέτρος Νικολαΐδης (ωκεανογράφος, βιολόγος “Ο θαλάσσιος πλούτος του Αιγαίου και η διαχρονική επίδραση των κλιματικών αλλαγών στην διαμόρφωση του θαλάσσιου περιβάλλοντος"), Ανδρέας Πράσινος (Διευθυντής Αλιείας Περιφέρειας Αττικής - ειδ. Γραμματέας Ομοσπονδίας Τεχνολόγων Τροφίμων και Διατροφής Ελλάδος), Νίκος Χρυσόγελος, ευρωβουλευτής. Έχουν προσκληθεί να συμμετάσχουν, επίσης, στη συζήτηση με παρεμβάσεις εκπρόσωποι αλιέων, τοπικών φορέων και περιβαλλοντικών οργανώσεων.

 

Αναλυτικά


Η αλιεία είναι ουσιαστικά η ιδιωτική εκμετάλλευση ενός δημόσιου αγαθού και συνοδεύεται κατά συνέπεια από ορισμένες ευθύνες που περιστρέφονται κυρίως γύρω από την μέριμνα για αποφυγή της εξάντλησης των αλιευτικών πόρων ή της υποβάθμισης του θαλάσσιου περιβάλλοντος και των παράκτιων κοινοτήτων που εξαρτώνται από αυτό για την επιβίωσή τους. Η χρηματοδότηση πρέπει κατά προτίμηση να αποσκοπεί αφενός στην συγκέντρωση δεδομένων που θα επιτρέψουν την διεξαγωγή αναλύσεων περί βιωσιμότητας των αλιευτικών δραστηριοτήτων κι αφετέρου στην στήριξη όσων αλιεύουν με τον πλέον βιώσιμο από περιβαλλοντική και κοινωνική άποψη τρόπο.

Τα αλιευτικά πεδία της Ευρώπης ήταν κάποτε από τα πιο παραγωγικά στον κόσμο, αλλά τριάντα χρόνια Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής (ΚΑλΠ) έχουν ως αποτέλεσμα τη σοβαρή μείωση των πληθυσμών των ψαριών, την υποβάθμιση των οικοσυστημάτων, καθώς και βλάβες στα βιολογικά είδη, σε οικοτόπους και αλιευτικά πεδία, ενώ δεν έχουν επωφεληθεί παρά ελάχιστα οι παράκτιοι και μικροί ψαράδες. Το 63% των εξεταζόμενων ιχθυαποθεμάτων στον Ατλαντικό έχουν υπεραλιευθεί, στη Μεσόγειο το ποσοστό αγγίζει το 82%, ενώ στη Βαλτική 4 από τα 6 ιχθυαποθέματα έχουν υπεραλιευθεί). Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αναγνώρισε την πλεονάζουσα αλιευτική ικανότητα ως μία από τις βασικές κινητήριες δυνάμεις της υπεραλίευσης και αναγνωρίζει ότι οι επιδοτήσεις έχουν συμβάλει στη σημερινή ανισορροπία. Το 2011 έκθεση του Ευρωπαϊκού Ελεγκτικού Συνεδρίου το επιβεβαιώνει αυτό, δηλώνοντας ότι η πλεονάζουσα αλιευτική ικανότητα του στόλου οδηγεί στην εξάντληση των αποθεμάτων των ψαριών, απειλώντας την ευημερία των θαλασσών μας και την βιωσιμότητα των αλιευτικών κοινοτήτων.

 

Η πρόταση για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Θάλασσας και Αλιείας (ΕΤΘΑ- EMFF) (COM (2011) 804 τελικό), που θα αντικαταστήσει το ισχύον Ευρωπαϊκό Ταμείο Αλιείας (ΕΤΑ), αποτελεί βασικό στοιχείο της δέσμης μεταρρυθμίσεων της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής. Ο προτεινόμενος Κανονισμός θα διαθέσει 6.5 δις ευρώ για στήριξη: 1) της ανάπτυξης της αλιείας, της υδατοκαλλιέργειας και των αλιευτικών περιοχών, 2) του έλεγχου και της εφαρμογής, 3) της συλλογής στοιχείων, 4) της Ολοκληρωμένης Θαλάσσιας Πολιτικής 5) της ανάπτυξης τεχνικών και διοικητικών μέσων για  εφαρμογή της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής.

 

Η Κοινή Αλιευτική Πολιτική (ΚΑλΠ) χρειάζεται σήμερα ουσιαστική μεταρρύθμιση και το ΕΤΘΑ (EMFF) πρέπει να σχεδιαστεί για να την υποστηρίξει, προκειμένου να διασφαλιστεί η βιώσιμη αλιεία. Η μεταρρύθμιση της ΚΑλΠ και του χρηματοδοτικού μέσου προσφέρει μια σημαντική ευκαιρία για την εξάλειψη των επιδοτήσεων που συμβάλλουν στην υπεραλίευση . Οι πόροι του ειναι αναγκαίο να στοχεύσουν στη μετάβαση προς μια πραγματικά βιώσιμη αλιεία αλλά και στην επίτευξη υγιών θαλάσσιων οικοσυστημάτων.

 

Η πρόταση για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Θάλασσας και Αλιείας προβλέπει διάθεση οικονομικών πόρων για την αλιεία και τις υδατοκαλλιέργειες, καθώς και για τον έλεγχο και την επιβολή των μέτρων, τη συλλογή δεδομένων και την Ολοκληρωμένη Θαλάσσια Πολιτική. Η ενσωμάτωση αυτών των πρώην επιμέρους χρηματοδοτικών εργαλείων σε ένα ενιαίο χρηματοδοτικό μέσο μπορεί να απλοποιήσει τη διοίκηση μέσω ενοποιημένων κανόνων και διαδικασιών, ενώ θα συμβάλει στην αποτελεσματικότερη και αποδοτικότερη κατανομή των διαθέσιμων πόρων.

 

Η πρόταση επιδιώκει να διασφαλίσει ότι ευρωπαϊκή χρηματοδότηση θα είναι διαθέσιμη μόνο για τα κράτη μέλη που συμμορφώνονται με τους στόχους και τους κανόνες της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής, ιδίως τις υποχρεώσεις ελέγχου, το κανονισμό για την καταπολέμηση της παράνομης αλιείας και τις υποχρεώσεις συλλογής δεδομένων, ενώ χρηματοδοτεί μόνο επιχειρήσεις που τηρούν την Κοινή Αλιευτική Πολιτική. Η πρόταση περιέχει ένα μεγάλο αριθμό μέτρων τα οποία μπορούν να συμβάλουν στην βιώσιμη αναβάθμιση του τομέα της αλιείας της ΕΕ: μέτρα για την προώθηση του ανθρώπινου κεφαλαίου και του κοινωνικού διαλόγου, για τη διευκόλυνση της διαφοροποίησης και της δημιουργίας θέσεων εργασίας, για την θέσπιση και ανάπτυξη τοπικών πρωτοβουλιών από τα κάτω με στόχο την υποστήριξη αλιευτικών περιοχών, τοπικών στρατηγικών ανάπτυξης και τοπικών συμπράξεων. Η πρόταση περιλαμβάνει επίσης μέτρα για την υποστήριξη της βιοποικιλότητας, συμπεριλαμβανομένης της διαχείρισης, αποκατάστασης και παρακολούθησης περιοχών Natura 2000 και θαλάσσιων προστατευόμενων περιοχών.

 

Το νέο Ταμείο δεν περιλαμβάνει οικονομική υποστήριξη για την κατασκευή νέων λιμένων, νέων τόπων εκφόρτωσης ή νέων ιχθυοσκάλων, καθώς και ενισχύσεις για αντικατάσταση μηχανών, που είναι ένα βήμα προς τα εμπρός για την αποδέσμευση των επιδοτήσεων της αλιείας από τη πλεονάζουσα αλιευτική ικανότητα. Περιλαμβάνει όμως οικονομική υποστήριξη προς δραστηριότητες όπως η βελτίωση των συνθηκών εργασίας ή μείωση της κατανάλωσης ενέργειας, που είναι ένα θέμα με μεγάλη σημασία για τη μείωση των δαπανών των ψαράδων. Τέλος, η πρόταση περιλαμβάνει διατάξεις οι οποίες θα βελτιώσουν τη διαφάνεια και την ενημέρωση του κοινού, τη συλλογή και μεταφορά δεδομένων, καθώς και τον έλεγχο και την εφαρμογή, αν και δεν είναι προσαρμοσμένες στις περιφερειακές και τοπικές ιδιαιτερότητες.

 


 

 

 

 

Παρουσίαση έκθεσης του Ν.Χρυσόγελου στην Επιτροπή Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Ασφάλειας Τροφίμων

 

Αυτές τις μέρες καλείται το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο να συναποφασίσει για το μέλλον της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής (ΚΑλΠ). Ο ευρωβουλευτής των Οικολόγων Πράσινων, Νίκος Χρυσόγελος, έχει αναλάβει τη σύνταξη της έκθεσης - γνωμοδότησης της Επιτροπής Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Ασφάλειας Τροφίμων, για τη σύσταση του νέου Ευρωπαϊκού Ταμείου Θάλασσας και Αλιείας.

 

Τα αλιευτικά πεδία της Ευρώπης ήταν κάποτε από τα πιο παραγωγικά στον κόσμο, αλλά τριάντα χρόνια Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής (ΚΑλΠ) έχουν ως αποτέλεσμα τη σοβαρή μείωση των πληθυσμών των ψαριών, την υποβάθμιση των οικοσυστημάτων, καθώς και βλάβες στα βιολογικά είδη, σε οικοτόπους και αλιευτικά πεδία (Το 63% των εξεταζόμενων ιχθυαποθεμάτων στον Ατλαντικό έχουν υπεραλιευθεί, στη Μεσόγειο το ποσοστό αγγίζει το 82%, ενώ στη Βαλτική 4 από τα 6 ιχθυαποθέματα έχουν υπεραλιευθεί). Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αναγνώρισε την πλεονάζουσα αλιευτική ικανότητα ως μία από τις βασικές κινητήριες δυνάμεις της υπεραλίευσης και αναγνωρίζει ότι οι επιδοτήσεις έχουν συμβάλει σε αυτή την ανισορροπία μέσω της τεχνητής διατήρησης της πλεονάζουσας αλιευτικής ικανότητας. Το 2011 έκθεση του Ευρωπαϊκού Ελεγκτικού Συνεδρίου το επιβεβαιώνει αυτό, δηλώνοντας ότι η πλεονάζουσα αλιευτική ικανότητα του στόλου οδηγεί στην εξάντληση των αποθεμάτων των ψαριών, απειλώντας την ευημερία των θαλασσών μας και την βιωσιμότητα των αλιευτικών κοινοτήτων.

 

Η πρόταση για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Θάλασσας και Αλιείας (ΕΤΘΑ) (COM(2011) 804 τελικό), η οποία θα αντικαταστήσει το ισχύον Ευρωπαϊκό Ταμείο Αλιείας (ΕΤΑ), αποτελεί βασικό στοιχείο της δέσμης μεταρρυθμίσεων της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής.

 

Με την πρόταση κανονισμού, διατίθεται ποσό 6,567 εκατ. ευρώ για την ενίσχυση:
1) της ανάπτυξης της αλιείας, της υδατοκαλλιέργειας και των αλιευτικών περιοχών,
2) του ελέγχου και της εκτέλεσης στον τομέα της αλιείας,
3) της συλλογής δεδομένων,
4) της ολοκληρωμένης θαλάσσιας πολιτικής και
5) της ανάπτυξης τεχνικών και διοικητικών μέσων για την υποστήριξη της εφαρμογής της ΚΑΠ.

 

«Η ΚΑλΠ έχει κατηγορηθεί για πολλά προβλήματα, αλλά δεν πρέπει να λησμονείται ότι είναι το αποτέλεσμα ενός πολιτικού συμβιβασμού των Υπουργών», δήλωσε ο Ν. Χρυσόγελος. «Η πλήρης και ορθή εφαρμογή της ισχύουσας ΚΑλΠ θα μπορούσε να αποτρέψει ένα μεγάλο μέρος της σημερινής κρίσης που αντιμετωπίζουν τόσο τα ιχθυαποθέματα όσο και ο τομέας της αλιείας στην ΕΕ. Τα κράτη μέλη απέτυχαν παταγωδώς στο παρελθόν να εφαρμόσουν όσα είχαν συμφωνηθεί. Αυτή η μεταρρύθμιση και η εφαρμογή της, θα δείξει αν πραγματικά επιθυμούν να έχουν μια βιώσιμη αλιεία στην Ευρώπη ή αν θέλουν να συνεχίσουν την καθοδική πορεία. Η χρηματοδότηση λοιπόν με δημόσιους πόρους, μέσω του Ευρωπαϊκού Ταμείου Θάλασσας κι Αλιείας, πρέπει να ενθαρρύνει όσους ψαρεύουν με τον πλέον βιώσιμο τρόπο από περιβαλλοντική και κοινωνική άποψη, την προστασία του θαλάσσιου οικοσυστήματος και της θαλάσσιας βιοποικιλότητας καθώς και τη δημιουργία θαλάσσιων προστατευόμενων περιοχών για να ανακάμψει ο πλούτος των θαλασσών. Το Ταμείο πρέπει επίσης να ενισχύσει την συγκέντρωση δεδομένων και την επιστημονική έρευνα που θα επιτρέψουν τη διαμόρφωση πρακτικών που θα καθιστούν βιώσιμες τις αλιευτικές δραστηριότητες. Οι τροπολογίες που έχω καταθέσει με την έκθεσή μου είναι προς αυτή τη κατεύθυνση. Αποσκοπούν να εδραιώσουν την προσέγγιση ότι η πρόληψη είναι η καλύτερη μέθοδος, ότι η βιώσιμη αλιεία είναι αυτή που βασίζεται σε καλή γνώση και μακροχρόνια διατήρηση του οικοσυστήματος καθώς και ότι η αλιεία πρέπει και μπορεί να διατηρεί μακροχρόνια ένα δημόσιο αγαθό, όπως είναι τα ψάρια».

 

(Ακολουθεί ολόκληρη η τοποθέτηση του Νίκου Χρυσόγελου στην Επιτροπή Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Ασφάλειας Τροφίμων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου)

 

"Αξιότιμοι συνάδελφοι, αξιότιμες συναδέλφισσες

 

Η πρόταση για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Θάλασσας και Αλιείας, η οποία θα αντικαταστήσει το ισχύον Ευρωπαϊκό Ταμείο Αλιείας, αποτελεί εργαλείο - κλειδί όσον αφορά τη μεταρρύθμιση της Kοινής Aλιευτικής Πολιτικής (ΚΑλΠ).

 

Η Κοινή Αλιευτική Πολιτική (ΚΑλΠ) χρειάζεται πράγματι μεταρρύθμιση και το νέο Tαμείο πρέπει να σχεδιαστεί προσεχτικά ώστε να μην επαναληφτούν λάθη του παρελθόντος και να διασφαλιστεί η βιώσιμη αλιεία.

 

Η μεταρρύθμιση της ΚΑλΠ και του χρηματοδοτικού μέσου προσφέρει μια σημαντική ευκαιρία για την εξάλειψη των επιδοτήσεων που συμβάλλουν στην υπεραλίευση στοχεύοντας στη μετάβαση προς μια πραγματικά βιώσιμη αλιεία, στην ευημερία των αλιέων αλλά και την επίτευξη υγιών θαλάσσιων οικοσυστημάτων.

 

Η πρόταση για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Θάλασσας και Αλιείας συνδυάζει οικονομικούς πόρους για την αλιεία και τις υδατοκαλλιέργειες, καθώς και για τον έλεγχο και την εφαρμογή των μέτρων, τη συλλογή δεδομένων και την Ολοκληρωμένη Θαλάσσια Πολιτική.

 

Η ενσωμάτωση αυτών των πρώην διαχωρισμένων χρηματοδοτικών εργαλείων σε ένα ενιαίο χρηματοδοτικό μέσο μπορεί να απλοποιήσει τη διοίκηση και διαχείριση μέσω ενοποιημένων κανόνων και διαδικασιών, ενώ θα συμβάλει στην αποτελεσματικότερη και αποδοτικότερη κατανομή των διαθέσιμων πόρων.

 

Η πρόταση αποσκοπεί στο να διασφαλίσει ότι η χρηματοδότηση θα διατίθεται μόνο στα κράτη μέλη που συμμορφώνονται με τους στόχους και τους κανονισμούς της ΚΑλΠ και ειδικότερα με τις υποχρεώσεις ελέγχου, τον κανονισμό για τη Παράνομη Αλιεία και τις υποχρεώσεις συλλογής δεδομένων. Επιτρέπει τη χρηματοδότηση των αλιευτικών επιχειρήσεων μόνο εφόσον συμμορφώνονται με την ΚΑλΠ.

 

Η πρόταση περιλαμβάνει σημαντικό αριθμό μέτρων, αναγκαίων για να στηριχθεί η βιώσιμη αλιεία στην ΕΕ, να μπουν νέοι άνθρωποι στο επάγγελμα και να βελτιωθούν οι συνθήκες εργασίας.

 

Μέτρα όπως η προώθηση του ανθρώπινου κεφαλαίου και του κοινωνικού διαλόγου, η διευκόλυνση της διαφοροποίησης και της δημιουργίας νέων θέσεων εργασίας, καθώς και η δημιουργία και διαχείριση τοπικών, «από τα κάτω» πρωτοβουλιών για την ενίσχυση της σωστής, βιώσιμης διαχείρισης των αλιευτικών περιοχών, την προώθηση τοπικών στρατηγικών βιώσιμης ανάπτυξης και τοπικών συμπράξεων μεταξύ σημαντικών κοινωνικών εταίρων.

 

Η πρόταση περιλαμβάνει, επίσης, μέτρα για την υποστήριξη της βιοποικιλότητας, συμπεριλαμβανομένης της διαχείρισης, αποκατάστασης και παρακολούθησης των περιοχών του δικτύου Natura 2000 και της προώθησης των προστατευόμενων θαλάσσιων περιοχών που μπορούν να συμβάλλουν στην ανάκαμψη της θαλάσσιας βιοποικιλότητας.

 

Τέλος, η πρόταση περιλαμβάνει μερικές θετικές διατάξεις, οι οποίες θα μπορούσαν να ενισχύσουν τη διαφάνεια και την πληροφόρηση του κοινού, να βελτιώσουν τη συλλογή και διαβίβαση δεδομένων, καθώς και τον έλεγχο και την αποτελεσματική εφαρμογή των διατάξεων για την αλιεία, παρόλο που δεν ανταποκρίνονται πλήρως σε περιφερειακά και τοπικά χαρακτηριστικά.

 

Ωστόσο, η πρόταση υπολείπεται των προσδοκιών για μια απαραίτητη διαρθρωτική αλλαγή που θα διασφαλίζει ότι η δημόσια ενίσχυση θα χρησιμοποιηθεί αποκλειστικά για τη προώθηση της αειφόρου αλιείας. Στην πραγματικότητα, η συντριπτική πλειοψηφία της διαθέσιμης χρηματοδότησης θα μπορούσε και πάλι να διατεθεί για μέτρα τα οποία ευνοούν μια μερίδα επιχειρήσεων και όχι ολόκληρο τον αλιευτικό τομέα ή την κοινωνία γενικότερα.

 

Υπάρχει πολύ περιορισμένη αναφορά στη παράκτια μικρής κλίμακας αλιεία, καθώς και στη στροφή προς μια διαχειριστική προσέγγιση με βάση τα οικοσυστήματα και τη προστασία της βιοποικιλότητας.

 

Η πρόταση δεν αντιμετωπίζει ουσιαστικά τις χρηματοδοτήσεις που συμβάλλουν στη διατήρηση της υφιστάμενης πλεονάζουσας αλιευτικής ικανότητας. Θα έπρεπε να επιτρέπει τη χρηματοδότηση για πλοία, στόλους και εργαλεία μόνο στη βάση κατάλληλης αξιολόγησης της αλιευτικής ικανότητας σε σχέση πάντα με τις διαθέσιμες αλιευτικές δυνατότητες, να λαμβάνει υπόψη πόσα ψάρια υπάρχουν στα αλιευτικά πεδία.

 

Η πρόταση περιλαμβάνει επίσης ενισχύσεις για τη δημιουργία συστημάτων Μεταβιβάσιμων Αλιευτικών Παραχωρήσεων (ΜΑΠ), ενώ πολλοί κοινωνικοί φορείς, ΜΚΟ και κράτη μέλη αντιτίθενται στις υποχρεωτικές ΜΑΠ, που τις χαρακτηρίζουν λύση μονόδρομο. Κάθε ενίσχυση που αποσκοπεί στη θέσπιση συστημάτων για τη διαχείριση των αλιευμάτων θα πρέπει να στοχεύει σε διαχειριστικά μέτρα που εμπλέκουν τους κοινωνικούς εταίρους σε επίπεδο αλιευτικού πεδίου.

 

Η ενίσχυση σκαφών ή λιμένων για να κάνουν καλύτερη χρήση των ανεπιθύμητων εμπορικών αλιευμάτων θα υπονομεύσει τις επιθυμητές υποχρεώσεις κατά την εκφόρτωση, καθώς και τη προσπάθεια να αλιεύουν πιο στοχευμένα, επιλεκτικά και βιώσιμα. Η χρηματοδότηση θα πρέπει να στοχεύει στη μείωση των ποσοστών θνησιμότητας των ανεπιθύμητων αλιευμάτων, π.χ. μέσω έρευνας σε πιο επιλεκτικές και φιλικές προς το περιβάλλον πρακτικές και αλιευτικά εργαλεία και όχι τόσο στην εμπορία των ανεπιθύμητων αλιευμάτων.

 

Τέλος, η πρόταση περιλαμβάνει μια σειρά μέτρων τα οποία θα προωθήσουν αδιακρίτως την ανάπτυξη των υδατοκαλλιεργειών, χωρίς την απαραίτητη εξέταση περιβαλλοντικών και κοινωνικών παραμέτρων.

 

Σε αυτό το πλαίσιο οι βασικές τροπολογίες που κατέθεσα επικεντρώνονται σε ορισμένα σημεία:

 

Ορισμένοι τύποι χρηματοδότησης που προβλέπονταν στο σχέδιο καταργούνται με βάση τις τροπολογίες που κατέθεσα, όπως:

- για την αποθήκευση ψαριών που αλιεύονται όταν δεν υπάρχει αγορά. Μεταξύ του να αλιεύονται ψάρια μόνο όταν οι συνθήκες της αγοράς εγγυώνται καλή τιμή και του να αποθηκεύονται για μεγάλα χρονικά διαστήματα είναι προτιμητέο το πρώτο.
- για τα ασφάλιστρα των εκμεταλλεύσεων υδατοκαλλιέργειας, δεδομένου ότι πρόκειται για δαπάνες που πρέπει να επιβαρύνουν τους ίδιους τους επιχειρηματίες και όχι τους φορολογούμενους.
- για ενίσχυση της διαχείρισης των «Μεταβιβάσιμων Αλιευτικών Παραχωρήσεων».
- για διαφήμιση και κυκλοφορία στην αγορά ψαριών για τα οποία υπάρχει περιορισμένη ή καθόλου ζήτηση στην αγορά.

 

Σε αρκετά σημεία προστίθενται διατυπώσεις που επιδιώκουν να διασφαλίσουν ότι η ενίσχυση δεν έχει ως συνέπεια την υπεραλίευση ή την άκριτη προώθηση της υδατοκαλλιέργειας. Τα κονδύλια ανακατανέμονται για να στηριχτεί η συγκέντρωση επιστημονικών και άλλων στοιχείων και για να βελτιωθεί η επιτήρηση των αλιευτικών δραστηριοτήτων.

 

Το τμήμα που αφορά τις υδατοκαλλιέργειες τροποποιείται για να μετατοπιστεί η έμφαση από την άνευ κριτηρίων προώθηση της υδατοκαλλιέργειας, ενός κλάδου που μπορεί να προξενήσει σημαντικά περιβαλλοντικά προβλήματα εάν δεν τύχει καλής διαχείρισης, προς μια προσαρμογή των δραστηριοτήτων της υδατοκαλλιέργειας σε περιβαλλοντικά φιλικότερες συνθήκες. Γι αυτό η προτεραιότητα σε ότι αφορά στις υδατοκαλλιέργειες δίνεται σε έργα σχεδιασμένα με τέτοιο τρόπο ώστε να μειώνεται ο περιβαλλοντικός αντίκτυπος των δραστηριοτήτων τους.

 

Η αλιεία είναι ουσιαστικά η ιδιωτική εκμετάλλευση ενός δημόσιου αγαθού και συνοδεύεται κατά συνέπεια από ορισμένες ευθύνες και προϋποθέσεις που περιστρέφονται κυρίως γύρω από την μέριμνα για αποφυγή της εξάντλησης των αλιευτικών πόρων ή της υποβάθμισης του θαλάσσιου περιβάλλοντος και των παράκτιων κοινοτήτων που εξαρτώνται από αυτό για την επιβίωσή τους.

 

Συνοψίζοντας, η χρηματοδότηση πρέπει κατά προτίμηση να αποσκοπεί στην συγκέντρωση δεδομένων που θα επιτρέψουν την διεξαγωγή αναλύσεων περί βιωσιμότητας των αλιευτικών δραστηριοτήτων και στην στήριξη όσων ψαρεύουν με τον πλέον βιώσιμο τρόπο από περιβαλλοντική και κοινωνική άποψη αλλά και στην προστασία του θαλάσσιου οικοσυστήματος και της θαλάσσιας βιοποικιλότητας μακροχρόνια.

 

Οι τροπολογίες που έχω καταθέσει με την έκθεσή μου είναι προς αυτή τη κατεύθυνση. Αποσκοπούν να εδραιώσουν την προσέγγιση ότι η πρόληψη είναι η καλύτερη μέθοδος όπως και ότι η βιώσιμη αλιεία είναι αυτή που βασίζεται σε καλή γνώση και μακροχρόνια διατήρηση του οικοσυστήματος.
 

Οι θέσεις των Πράσινων στο Ευρωκοινοβούλιο με βάση και την πρόσφατη έκθεση του καταλανού πράσινου Ευρωβουλευτή Raül Romeva i Rueda

 

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ενέκρινε κατά την τελευταία Ολομέλειά του νέα νομοθεσία για την εφαρμογή των διεθνώς συμφωνημένων κανόνων για την αλιεία τόνου. Οι νέοι κανόνες πρέπει να μπουν άμεσα σε εφαρμογή, μια και η αλιευτική περίοδος για τον ερυθρό τόνο άρχισε ήδη για το 2012.

 

Οι Πράσινοι στο Ευρωκοινοβούλιο εξέφρασαν τη δυσαρέσκειά τους για το γεγονός ότι η νέα νομοθεσία απλώς εφαρμόζει τα διεθνή πρότυπα και αποφεύγει να λάβει πιο φιλόδοξα μέτρα για την αντιμετώπιση της πραγματικά κρίσιμης κατάστασης του απειλούμενου είδους ψαριών. Ο ερυθρός τόνος  είναι το πιο πολύτιμο ψάρι στον κόσμο –με τιμή πώλησης που έχει φθάσει πάνω από 100.000 € το κομμάτι κάποιες φορές. Ως εκ τούτου, είναι επίσης ένα από τα πιο δύσκολα είδη για διαχείριση της αλίευσης. Τα αποθέματα του ερυθρού τόνου έχουν μειωθεί κατά 75% τα τελευταία 40 χρόνια και, με δεδομένο τον αργό αναπαραγωγικό κύκλο του ψαριού, οι προοπτικές ανάκαμψης δεν είναι καλές.

 

Μια πραγματική «κούρσα» έχει αναπτυχθεί ανάμεσα σε εκείνους που προσπαθούν να ελέγξουν την εκμετάλλευσή του και να προλάβουν  την εξαφάνιση του είδους, και αυτούς που αναπτύσσουν ολοένα και πιο εξελιγμένες τεχνικές για την αλίευση των ψαριών εκμεταλλευόμενοι παραθυράκια στις διαδικασίες ελέγχου. Η  «νόμιμη», τεκμηριωμένη υπεραλίευση του τόνου έχει επιδεινωθεί σε μεγάλο βαθμό από την παράνομη, λαθραία και άναρχη αλιεία του μεγάλης αξίας ψαριού. Είναι σαν να προσπαθούν οι αλιείς αυτού του ψαριού να πιάσουν όσα περισσότερα μπορούν προτού το είδος εξαφανιστεί και ο καθένας τους όσα περισσότερα μπορεί πριν τον προλάβουν άλλοι. Σοβαρές περιπτώσεις παράνομης αλιείας καταγράφτηκαν τον περασμένο χρόνο στα νερά της Λιβύης κατά τη διάρκεια του πολέμου. Η μεγάλη εμπλοκή του οργανωμένου εγκλήματος στην αλιεία και «καλλιέργεια» του ερυθρού τόνου στη Μεσόγειο είναι επίσης μια σημαντική πηγή ανησυχίας.

 

Μιλώνταςμετά την ψηφοφορία, ο Πράσινος ευρωβουλευτής Raül Romeva, αντιπρόεδρος της Ομάδας των Πρασίνων στο Ευρωκοινοβούλιο,ο οποίος και συνέταξε σχετική εισηγητική έκθεση, δήλωσε: «Η θλιβερή κατάσταση των αποθεμάτων τόνου στον Ατλαντικό και στη Μεσόγειο είναι σε όλους γνωστή και η Ευρωπαϊκή Ένωση, ως βασικός αλιέας του είδους, πρέπει να αναλάβει ένα μεγάλο μέρος της ευθύνης για το γεγονός ότι ο τόνος έχει οδηγηθεί στο χείλος της εξαφάνισης. Αυτό που εγκρίθηκε αποτελεί το απολύτως ελάχιστο και δεν είναι τίποτα περισσότερο από μια μινιμαλιστική εφαρμογή του διεθνούς σχεδίου αποκατάστασης της Διεθνούς Επιτροπής για την Προστασία του Τόνου - ICCAT, σε επίπεδα πολύ χαμηλότερα από ό,τι οι επιστήμονες πιστεύουν ότι είναι απαραίτητα ώστε να δοθεί στα αποθέματα του ερυθρού τόνου μια πιθανότητα για ανάκαμψη. Με αυτή την έννοια, πρόκειται για μια χαμένη ευκαιρία για την ΕΕ να πάρει τα απαραίτητα μέτρα που θα απέτρεπαν την κατάρρευση του τόνου».

 

Πράγματι, κατά τη διάρκεια των τελευταίων 20 ετών, έχουν εγκριθεί 64 μέτρα διαχείρισης με αποφάσεις της Διεθνούς Επιτροπής για την Προστασία του Τόνου -ICCAT και η αλιεία του ερυθρού τόνου έχει τις πιο αυστηρές ρυθμίσεις στην ΕΕ και κατά πάσα πιθανότητα στον κόσμο. Ωστόσο, τα μέτρα αυτά εγκρίνονται συνήθως σε ετήσια βάση, γεγονός που δείχνει ότι η ICCAT αγωνίζεται να συμβαδίσει με τη βιομηχανία σε ό,τι αφορά τον περιορισμό των επιπτώσεων στα αποθέματα του τόνου,. Η έκταση της παράνομης αλιείας, που υπερβαίνει τις εθνικές ποσοστώσεις, η δήλωση ανακριβών στοιχείων και άλλα προβλήματα είναι τόσο διαδεδομένα που το 2008 μια ανεξάρτητη επιτροπή που εξέτασε τα αποτελέσματα των επιδόσεων της ICCAT στη διαχείριση της αλιείας του τόνου στον Ανατολικό Ατλαντικό και στη Μεσόγειο τα χαρακτήρισε ως  «μια διεθνή ντροπή»

 

Μεγάλα χρηματικά ποσά έχουν δαπανηθεί, στις προσπάθειες να επιβληθούν οι Κανονισμοί, και αναμφίβολα σημειώνεται μεγαλύτερη συμμόρφωση, ωστόσο, παραμένουν πολλές ανησυχίες σχετικά με τον βαθμό της υπεραλίευσης και της πραγματικής συμμόρφωσης. Ανησυχίες διατυπώνονται επίσης για την εγκυρότητα των στοιχείων σχετικά με την αλιεία τόνου. Η βιομηχανία έχει πολύ βαθύτερες τσέπες για την ανάπτυξη νέων εργαλείων και πρακτικών, καθώς και τρόπους για να αποφύγει τα μέτρα ελέγχου. Επίσης, πολλά μέλη της ICCAT απλά δεν έχουν τα μέσα για τον έλεγχο της αλιείας. Μια πρόσφατη ανάλυση χρησιμοποιεί εμπορικά έγγραφα και εκτιμά το πραγματικό εμπόριο τόνου σε 32.000 τόνους το 2010, σε σύγκριση με την αντίστοιχη ποσόστωση 13.500 τόνων. Η μεγάλη απόκλιση θα μπορούσε να έχει καταστροφικές συνέπειες για την ανάκαμψη του είδους. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η ΕΕ πρέπει να βγει μπροστά, αντί να προσπαθεί μόνο να ακολουθήσει.


Ο Έλληνας Ευρωβουλευτής των Οικολόγων Πράσινων Νίκος Χρυσόγελος, δήλωσε σχετικά: «Οι νέοι κανόνες της ICCAT που εγκρίθηκαν από την ΕΕ συμβάλουν στο σχέδιο ανάκαμψης, με μείωση των ποσοτήτων τόνου που επιτρέπεται να αλιευθούν και ενίσχυση των ελέγχων, αλλά και πάλι, είναι σαφές ότι η οργάνωση είναι τουλάχιστον ένα βήμα πίσω από την πραγματικότητα. Αν η ΕΕ θέλει να πάρει στα σοβαρά το θέμα της σωτηρίας του τόνου, πρέπει να προχωρήσει σε απαγορεύσεις αλιείας σε κάποιες περιοχές - ιδιαίτερα κατά την περίοδο αναπαραγωγής - καθώς επίσης να θεσπίσει αυστηρότερα μέτρα για να κλείσει κάποια από τα κενά, που εντείνουν την υπερεκμετάλλευση των αποθεμάτων. Ένα μέτρο που θα βοηθούσε στην ανάκαμψη θα ήταν οι αυστηρότεροι έλεγχοι στο μέγεθος των ψαριών που μπορούν να διατίθενται στις αγορές. Το ελάχιστο μέγεθος στο πλαίσιο του σχεδίου αποκατάστασης του τόνου είναι 30 κιλά αλλά υπάρχουν εξαιρέσεις για ψάρια έως και 8 κιλά υπό ορισμένες συνθήκες. Οι παρεκκλίσεις αυτές μπορούν να καταργηθούν για τα κοινοτικά σκάφη και να επιδιωχθεί να υιοθετηθούν μέσω των διακρατικών συμφωνιών της ΕΕ με άλλα κράτη. Η υπεραλίευση μπορεί να μοιάζει συμφέρουσα αλλά αυτό μπορεί να είναι αλήθεια μόνο για πολύ λίγο. Αν εξαντληθούν τα αποθέματα του τόνου τόσο η αλιεία όσο και όσοι ζουν από αυτήν θα υποστούν μια μεγάλη καταστροφή που θα είναι μακροχρόνια. Χρειάζεται, λοιπόν, να προσπαθήσουμε περισσότερο ώστε οι εικόνες με τον πλούτο που είχε η θάλασσα αλλά και οι ψαριές να επανέλθουν σύντομα. Η ΕΕ μπορεί να υιοθετήσει αυστηρότερα μέτρα για τη διατήρηση του τόνου κάτι που θα είναι μακροχρόνια προς όφελος τόσο των ψαράδων όσο και του θαλάσσιου πλούτου».