Print this page
05 Ιουλίου 2013

Ένα σημαντικό βήμα για την επιβίωση του συστήματος εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής CO2

Το Ευρωκοινοβούλιο υπερψηφίζει το backloading

 

Με ψήφους 344 υπέρ, 311 κατά και 46 λευκά η Ολομέλεια του Ευρωκοινοβουλίου στο Στρασβούργο υπερψήφισε τη ρυθμιστική πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που αναβάλλει τη δημοπράτηση 900 εκατομμυρίων δικαιωμάτων εκπομπής CO2 (η λεγόμενη πρόταση backloading). Στόχος της πρότασης που υιοθετήθηκε είναι να αντιμετωπίσει την υπερπροσφορά δικαιωμάτων CO2 που έχει οδηγήσει σε κατάρρευση την τιμή τους υπονομεύοντας έτσι την ίδια τη λειτουργία του μηχανισμού.

 

Πρόκειται στην ουσία για αντιστροφή του αποτελέσματος της ψηφοφορίας στην Ολομέλεια του Απριλίου όπου η αναβολή της δημοπράτησης είχε καταψηφιστεί με ψήφους 334 κατά και 315 υπέρ. Τότε, εκτός από τον ευρωβουλευτή των Οικολόγων Πράσινων Νίκο Χρυσόγελο, μόνο 3 άλλοι Έλληνες ευρωβουλευτές (Αρσένης, Δρούτσας, Χουντής) είχαν υπερψηφίσει την πρόταση της Κομισιόν. Συγκαταλέγεται ασφαλώς στα θετικά ότι στη νέα αυτή κρίσιμη ψηφοφορία όπου το αποτέλεσμα κρίθηκε και πάλι οριακά, και άλλοι Έλληνες ευρωβουλευτές στήριξαν με τη θετική ψήφο τους τη διάσωση του συστήματος εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής.

 

Αξίζει να σημειωθεί επίσης ότι η πλειοψηφία του Ευρωκοινοβουλίου συμπεριλαμβανομένης και της Ομάδας των Πράσινων, απέρριψε (303 υπέρ, 359 κατά, 31 λευκά) τις τροπολογίες που ζητούσαν την ταχύτερη επιστροφή των δικαιωμάτων στην αγορά καθώς και τη δέσμευση 600 εκ δικαιωμάτων σε ένα ειδικό λογαριασμό που στόχο θα είχε την προώθηση καθαρότερων τεχνολογιών. Η απόρριψη αυτών των τροπολογιών από τους Πράσινους έγινε γιατί στην πράξη θα αναιρούσαν την ουσία της αναβολής δημοπράτησης 900 εκ. δικαιωμάτων με αποτέλεσμα να μην ασκείται επαρκής πίεση στις ρυπογόνες εταιρίες  να αλλάξουν τις  πρακτικές τους.

 

Η απόφαση της Ολομέλειας υπέρ του backloadingεξουσιοδοτεί τον MatthiasGroote, συντάκτη της ρυθμιστικής πρότασης, να ξεκινήσει συνομιλίες με τους εκπροσώπους των εθνικών κυβερνήσεων. Το αποτέλεσμα των συνομιλιών αυτών θα χρειαστεί επικύρωση από το Ευρωκοινοβούλιο και τους υπουργούς των κρατών-μελών.

 

Ο Νίκος Χρυσόγελος δήλωσε σχετικά:

«Η απόφαση του Ευρωκοινοβουλίου είναι αναμφισβήτητα ένα ελάχιστο αλλά απαραίτητο βήμα για τη διάσωση της ευρωπαϊκής πολιτικής ενάντια στην κλιματική. Το βήμα αυτό δεν έχει ολοκληρωθεί ακόμα καθώς εκκρεμούν διαπραγματεύσεις με τα κράτη-μέλη στις οποίες είναι επιτακτική ανάγκη η Ελληνική κυβέρνηση να εγκαταλείψει την κοντόφθαλμη οπτική της απέναντι στο κλίμα όπως αυτή διαφάνηκε στην ενημέρωση που έστειλε στους Έλληνες ευρωβουλευτές την παραμονή της ψηφοφορίας του Απριλίου. Σύμφωνα με αυτή, η προβλεπόμενη άνοδος της τιμής των δικαιωμάτων εκπομπών λόγω backloadingεξισωνόταν περίπου με οικονομική καταστροφή για την Ελλάδα. Πέραν των λαθών στους υπολογισμούς και τις παραδοχές, μια πραγματικότητα που το υπουργείο προσπέρασε είναι ότι με τιμή 4 ευρώ τον τόνο είναι αδύνατον να δημιουργηθούν ισχυρά κίνητρα για αλλαγή τεχνολογιών και άρα είναι αδύνατον το σύστημα εμπορίας ρύπων να επιτελέσει τον στόχο για τον οποίο δημιουργήθηκε. Μια δεύτερη πραγματικότητα είναι ότι η ανάγκη αλλαγής τεχνολογιών προς πράσινη κατεύθυνση θα φέρει επενδύσεις και θέσεις εργασίας και στην Ελλάδα και μάλιστα σε βάθος χρόνου.

Η αναβολή δημοπράτησης 900 εκ δικαιωμάτων εντούτοις, δεν αντιμετωπίζει επαρκώς τα μεγάλα προβλήματα του συστήματος εμπορίας ρύπων. Η πραγματικότητα είναι ότι χρειαζόμαστε ένα λειτουργικό σύστημα εμπορίας ρύπων με τιμές CO2 που να δίνουν ισχυρά κίνητρα για επενδύσεις σε πράσινες τεχνολογίες και πράσινη καινοτομία. Με δεδομένο ότι τα πλεονάζοντα δικαιώματα εκπομπών του ETSαγγίζoυν σήμερα τα 2 δις, η αναβολή δημοπράτησης 900 εκ δικαιωμάτων προφανώς δεν αρκεί για να επιτύχει αυτό το στόχο που είναι απαραίτητος για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής. Οι Πράσινοι καλούμε την Επιτροπή να διαμορφώσει πρόταση για την οριστική απόσυρση τουλάχιστον 1.4 δις δικαιωμάτων πριν το τέλος του έτους. Χρόνος για άλλες καθυστερήσεις δεν υπάρχει. Η ΕΕ χρειάζεται να αρθεί στο ύψος των περιστάσεων αναμορφώνοντας τον προ πολλού ξεπερασμένο στόχο της μείωσης των εκπομπών για το 2020 από 20% σε τουλάχιστον 30%»