26 Φεβρουαρίου 2013

Το ενεργειακό μέλλον της Ελλάδας χρειάζεται προσεκτικό σχεδιασμό

 

Νέοι κανόνες στις υπεράκτιες εξορύξεις υδρογοναθράκων αλλάζουν τα δεδομένα

 

Συμφωνία σχετικά με τους νέους ευρωπαϊκούς κανόνες για τις υπεράκτιες εξορύξεις πετρελαίου και φυσικού αερίου επιτεύχθηκε την Πέμπτη 21 Φεβρουαρίου μετά από διαπραγματεύσεις μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Η νέα νομοθεσία προτάθηκε για πρώτη φορά από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για να αποτραπούν σοβαρές οικολογικές καταστροφές όπως εκείνη του 2010 στον Κόλπο του Μεξικού.

 

Αν και οι Πράσινοι ζητάμε πολύ πιο τολμηρά μέτρα, η Οδηγία ανοίγει ένα νέο τομέα αρμοδιότητας της ΕΕ, καθώς προηγουμένως τα κράτη μέλη ήταν ελεύθερα να καθορίζουν τα δικά τους πρότυπα για την έκδοση αδειών γεωτρήσεων. Σύμφωνα με τους νέους κανόνες, οι υπεράκτιες γεωτρήσεις θα παραμείνουν μεν στην αρμοδιότητα των κρατών μελών, αλλά τα κράτη μέλη θα πρέπει να απαιτήσουν συγκεκριμένες πληροφορίες από τις εταιρείες που επιθυμούν να πραγματοποιήσουν γεωτρήσεις στα ύδατά τους.

 

Οι νέοι κανόνες απαιτούν από τις εταιρείες εξόρυξης πετρελαίου και φυσικού αερίου, πριν δοθεί η άδεια εξόρυξης, να υποβάλουν αναλυτικές εκθέσεις για τους πιθανούς κινδύνους και τα σχέδια έκτακτης ανάγκης. Επίσης, πρέπει οι εταιρίες να αποδείξουν τη χρηματοοικονομική και τεχνική ικανότητά τους για την αντιμετώπιση τυχόν ζημίας που θα προκληθεί από διαρροή, πράγμα που προβλέπεται να αλλάξει τα οικονομικά δεδομένα των σχετικών επενδύσεων. Η ευθύνη για πιθανή πετρελαιοκηλίδα θα ανήκει στην εταιρεία πετρελαίου ή φυσικού αερίου. Η Οδηγία επιβάλλει, επίσης, στα κράτη μέλη να

καταρτίσουν σχέδια έκτακτης ανάγκης για όλες τις υπεράκτιες εγκαταστάσεις γεώτρησης εντός της δικαιοδοσίας τους. Οι κυβερνήσεις έχουν προθεσμία δύο ετών για να συμμορφωθούν με την Οδηγία.

 

Η νομική αυτή συμφωνία πρέπει τώρα να υιοθετηθεί από τις κυβερνήσεις των κρατών μελών αλλά και από το Ευρωκοινοβούλιο στο σύνολό του. Η σχετική ψηφοφορία προβλέπεται να λάβει χώρα στην Ολομέλεια του Απριλίου.

 

 

Ο Νίκος Χρυσόγελος, ευρωβουλευτής των Οικολόγων Πράσινων / Ομάδα των Πράσινων στο Ευρωκοινοβούλιο δήλωσε σχετικά: «Η συμφωνία αυτή είναι σημαντική καθώς αργά και άτολμα μεν, αλλά σιγά-σιγά μπαίνουν κανόνες σε έναν τομέα που ήταν πλήρως ανεξέλεγκτος και με τεράστια νομικά κενά, όπως άλλωστε είχα επισημάνει με σχετική ερώτησή μου στην Κομισιόν [1]. Οι εταιρίες πλέον πρέπει να είναι σε θέση να αποδεικνύουν ότι μπορούν να αντιμετωπίζουν τεχνικά αλλά και οικονομικά τους κινδύνους από ένα πιθανό ατύχημα και θα πρέπει, όπως και τα ίδια τα κράτη-μέλη να καταρτίσουν σχέδια έκτακτης ανάγκης για όλες τις υπεράκτιες εγκαταστάσεις γεωτρήσεων πετρελαίου και φυσικού αερίου.

 

 

Οι Πράσινοι εκτιμούμε ότι η συμφωνία έχει πολλές ελλείψεις και απέχει πολύ από το να διασφαλίζει ότι δε θα βιώσουμε σε ευρωπαϊκά χωρικά ύδατα τις ολέθριες συνέπειες ενός ατυχήματος σαν αυτό της BP στον Κόλπο του Μεξικού το 2010.

 

Από τη συμφωνία λείπει ο έλεγχος των εγκαταστάσεων γεώτρησης από ανεξάρτητους φορείς, ενώ ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός για την Ασφάλεια στη Θάλασσα (EMSA) δε θα έχει τον εποπτικό ρόλο που προτείναμε να έχει έτσι ώστε να δρα προληπτικά, και όχι μόνο αφού το ατύχημα έχει συμβεί.

 

 

Δε θεσπίστηκε ένας συγκεκριμένος μηχανισμός οικονομικής ασφάλειας, στον οποίο οι εταιρίες θα έπρεπε να συνεισφέρουν για να καλύψουν τις δαπάνες αποκατάστασης σε περίπτωση ατυχήματος, όπως ζητήσαμε.

 

 

Δεν υπάρχει μορατόριουμ σε εξορύξεις σε περιβαλλοντικά ευαίσθητες περιοχές (πχ Αρκτική) καθώς και για μεγάλα βάθη. Ζημιές σε εγκαταστάσεις σε μεγάλα βάθη δεν είναι εύκολο να αντιμετωπιστούν αποτελεσματικά και έγκαιρα, όπως έδειξε η καταστροφή στον Κόλπο του Μεξικού. Μια διαρροή από παρόμοιες εγκαταστάσεις μπορεί να καταστρέψει την οικονομία και τα οικοσυστήματα σε μεγάλη έκταση. Η πετρελαιοκηλίδα που σχηματίστηκε στον κόλπο του Μεξικού το 2010 από διαρροή στις εγκαταστάσεις της BP είχε μήκος 1000 χιλιόμετρα. Αν συνέβαινε στις δικές μας θάλασσες θα κάλυπτε έκταση όσο το νότιο Αιγαίο. Δεκάδες χιλιάδες τόνοι πετρελαίου χύθηκαν στη θάλασσα, ενώ τα άμεσα κόστη του ατυχήματος εκτιμώνται σε τουλάχιστον 12,5 δις δολάρια, αλλά πολύ περισσότερα είναι τα έμμεσα κόστη. Από την άλλη μεριά, η Γαλλική Total που είναι υπεύθυνη για ένα άλλο ατύχημα, την περσινή διαρροή φυσικού αερίου στη Βόρεια Θάλασσα, εμφανίζεται απτόητη, θέλοντας να αυξήσει την παγκόσμια παραγωγή της κατά 2,5% ως το 2015. Στα πλαίσια αυτά η εταιρία, όπως προέκυψε και από την πρόσφατη επίσκεψη Ολάντ στην Ελλάδα, ενδιαφέρεται για τις εξορύξεις υδρογονανθράκων σε Ιόνιο και Νότια Κρήτη.

 

 

Σε κάθε περίπτωση, είναι προφανές ότι όλες αυτές οι εξελίξεις σε ευρωπαϊκό επίπεδο πρέπει να ληφθούν πολύ σοβαρά υπόψη και στην Ελλάδα, όπου η κυβέρνηση βιάζεται να προχωρήσει σε εξορύξεις υδρογονανθράκων, οι οποίες τεχνιέντως παρουσιάζονται σαν η πανάκεια για όλα τα ενεργειακά αλλά και οικονομικά μας προβλήματα. Όμως, δυστυχώς στην Ελλάδα δεν έχουν τεθεί στο δημόσιο διάλογο όλες οι πραγματικές διαστάσεις του θέματος για να μπορεί η κοινωνία να λάβει συνειδητά τις σωστές αποφάσεις. Οι εξορύξεις ενδέχεται να δημιουργήσουν πολύ περισσότερα προβλήματα από όσα θα λύσουν. Είναι ανάγκη να ληφθούν πολύ σοβαρά υπόψη οι περιβαλλοντικοί κίνδυνοι, και να εξασφαλιστεί ότι οι εταιρίες δε θα απαλλαγούν από την τεράστια οικονομική ευθύνη αντιμετώπισης πιθανού ατυχήματος, σε μια χώρα που αδυνατεί να καλύψει ακόμα και συμβατικές της υποχρεώσεις προς τους πολίτες. Κάτι τέτοιο μπορεί ν' αλλάξει δραστικά τα οικονομικά δεδομένα των σχετικών επενδύσεων.

 

 

Οι Οικολόγοι Πράσινοι θεωρούμε ότι το ενεργειακό μέλλον της Ελλάδας διασφαλίζεται πολύ καλύτερα με εντελώς διαφορετικό τρόπο, και με ενέργειες που μπορεί να αποδόσουν σήμερα και όχι μετά από 10-15 χρόνια: Την αποφασιστική στροφή στις ΑΠΕ και την ενεργειακή αποδοτικότητα, άξονες που θα αποτελέσουν μάλιστα κεντρικές προτεραιότητες στα χρηματοδοτικά εργαλεία της νέας προγραμματικής περιόδου 2014-2020 και είναι σε θέση να δημιουργήσουν πολλές θέσεις εργασίας και πολλαπλασιαστικά οφέλη για την εθνική οικονομία. 

 

[1] Εξορύξεις υδρογονανθράκων: Σχεδιασμός στο κενό; - Ερώτηση του Νίκου Χρυσόγελου για το ελλιπές νομοθετικό πλαίσιο των υπεράκτιων εξορύξεων