Print this page
25 Νοεμβρίου 2017

Αλλαγή πολιτικών αλλά και μοντέλου για να βγούμε από την κρίση

 
Το άρθρο αυτό δημοσιεύθηκε στην Athens Voice το Σάββατο 11/11/2017 http://www.athensvoice.gr/politics/402489_allagi-politikon-kai-monteloy-gia-na-vgoyme-apo-tin-krisi

H πολιτική βρίσκεται σήμερα σε βαθιά κρίση. Όλο και πιο λίγοι ενδιαφέρονται για την πολιτική και τα κόμματα. Ο κόσμος αλλάζει με γοργούς ρυθμούς γύρω μας, χωρίς, όμως, να είναι η πολιτική που κινεί τις αλλαγές, αλλά κυρίως η τεχνολογία και η οικονομία.

Σε αντίθεση με τα πολιτικά αιτήματα του παρελθόντος για “αλλαγή” σε έναν κόσμο που κινούνταν με σχετικά αργές διαδικασίες, το ζητούμενο από την πολιτική σήμερα είναι ακριβώς να επηρεάσει τις κατευθύνσεις των αλλαγών που συντελούνται. Τίποτα δεν είναι μονόδρομος, όπως προσπαθούν να μας πείσουν κάποιοι. Σήμερα, περισσότερο από ποτέ, είναι αναγκαία η πολιτική – όχι όπως την ξέρουμε στην Ελλάδα – για να διαμορφώσουμε τις εξελίξεις που θα κάνουν τον κόσμο μας πιο δίκαιο, θα προστατέψουν τον πλανήτη και για τις επόμενες γενιές και θα ελέγξουν την τεράστια οικονομική φούσκα και την υπερ-συγκέντρωση πλούτου στα χέρια περιορισμένων ελίτ. Η “νόμιμη” αποφυγή φόρων ύψους 600 δις δολαρίων χάρη σε ένα δίκτυο offshore είναι ακριβώς το αποτέλεσμα της απουσίας μιας πολιτικής σε διεθνές κι ευρωπαϊκό επίπεδο που θα  περιορίσει την φορο-αποφυγή των “γιγάντων” (Panama Papers, Paradise Papers).

Αν δεν είναι η πολιτική, και μάλιστα σε ευρωπαϊκό καιδιεθνές επίπεδο, ποιος θα θέσει πλαίσιο και κανόνες που θα οδηγήσουν την οικονομία να δουλεύει προς όφελος της κοινωνίας και όχι το ανάποδο; Σήμερα, επιχειρήσεις διαθέτουν μεγαλύτερη ισχύ και οικονομική δύναμη από πολλές κυβερνήσεις. Αυτό οδηγεί σε μεταφορά των διαδικασιών λήψης αποφάσεων από την κοινωνία και την πολιτική στους απρόσωπους εκπροσώπους οικονομικών συμφερόντων. Η “απόσυρση” της πολιτικής επιτρέπει σε μια πολυεθνική εξόρυξης μεταλλευμάτων ή πετρελαίου να καθίσει στο σκαμνί μια κυβέρνηση ή μια τοπική αρχή για την απόφαση (ή έστω την πρόθεσή της) να μην προχωρήσει κάποια επένδυση που βλάπτει το περιβάλλον ή δεν κρίνεται συμφέρουσα για την κοινωνία. Να δύο περιπτώσεις: εξόρυξη χρυσού στη Χαλκιδική και εξόρυξη πετρελαίου στην Αδριατική. Εταιρία πετρελαίου μηνύει την ιταλική κυβέρνηση για την απόφασή της να μην επιτρέψει εξόρυξη πετρελαίου στην Αδριατική λόγω των κινδύνων για το θαλάσσιο περιβάλλον και τις παράκτιες κοινότητες!

Από την άλλη, η πολιτική έχει σήμερα μετασχηματιστεί. Tα κόμματα δεν έχουν πλέον – και σωστά – το μονοπώλιο της πολιτικής, κάτι που μας εκφράζει απολύτως. Στο πλαίσιο ενός νέου μοντέλου πολιτικής για την κοινωνία με την κοινωνία, ισχυρό πόλο αποτελεί η κοινωνία των πολιτών. Η εποχή του διαδικτύου έχει μετασχηματίσει τον τρόπο που οι πολίτες αντιλαμβάνονται την πολιτική τους παρέμβαση. Εκατομμύρια μπορεί να συναντηθούν πραγματικά ή “διαδικτυακά”  για να προστατέψουν το νερό από την ιδιωτικοποίηση, να σταματήσουν έναν αγωγό πετρελαίου ή να πιέσουν για αλλαγή σε κάποια φορολογική ή επενδυτική πολιτική (κίνημα “divest from fossil fuel”, μαζικής δηλαδή απόσυρσης των χρημάτων τους από ομόλογα επιχειρήσεων που σχετίζονται με δραστηριότητες που βλάπτουν το περιβάλλον ή τα κοινωνικά συμφέροντα), ή να δημιουργήσουν έναν ενεργειακό συνεταιρισμό που παράγει και διανέμει ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές.

Παρόλα αυτά ο βασικός πυρήνας της πολιτικής – η ουσία της, όχι όπως εκπροσωπείται από τα κόμματα σήμερα – είναι η σύνθεση επιμέρους παρεμβάσεων και ιδεών σε συγκροτημένες, συνεκτικές στρατηγικές συμβατές με τις ταυτότητες τους (φιλελεύθερες, αριστερές, πράσινες, συντηρητικές κα), ικανές να αποτελούν σχέδιο διακυβέρνησης (ή εν δυνάμει). Εννοείται ότι   λειτουργούν συμπληρωματικά ή αντιθετικά σε σχέση με άλλες στρατηγικές.

Το αν θα γίνουν μαζικές επενδύσεις που διατηρούν ένα ξεπερασμένο ενεργειακό μοντέλο (εξορύξεις πετρελαίου, νέες λιγνιτικές μονάδες κα) ή επενδύσεις (και ποιες) στην εξοικονόμηση και στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας δεν είναι τεχνικό θέμα, ή έστω ζήτημα μιας οικονομικής επιλογής. Συνδέεται με το συνολικό μοντέλο, είναι πολιτική επιλογή και μάλιστα κεντρική.   Όπως ακριβώς συμβαίνει στην διαβούλευση για τον σχηματισμό της νέας γερμανικής κυβέρνησης.

Πολιτική δεν μπορεί να σημαίνει συνονθύλευμα (ετερόκλητων συχνά) αποφάσεων που δεν συγκροτούν στρατηγική, όπως παρατηρούμε να συμβαίνει στη χώρα μας. Χρειαζόμαστε νέες πολιτικές, αποτέλεσμα ουσιαστικής συζήτησης στην κοινωνία και στο κοινοβούλιο, τεκμηρίωσης, αντιπαράθεσης αλλά και διαλόγου, όχι μονοδιάστατης σκέψης και τυφλού κομματικού φανατισμού. Προϋπόθεση είναι να αλλάξουν ριζικά τα κόμματα, να διαμορφώσουμε ένα νέο μοντέλο πολιτικής που φέρνει στο κέντρο της (πολιτικής) αντιπαράθεσης τις εναλλακτικές που υπάρχουν: σε σχέση με τον τρόπο λήψης των αποφάσεων και διαμόρφωσης των επιλογών (μοντέλο δημοκρατίας), το είδος των επενδύσεων και της οικονομίας (οικονομικό μοντέλο), την κοινωνική πολιτική που θα συμβάλλει στην μείωση των ανισοτήτων αλλά και την ενίσχυση της κοινωνικής συνοχής (κοινωνικό μοντέλο), την εκπαίδευση και την παιδεία (εκπαιδευτικό μοντέλο) κα.

Αν και ο μέσος πολίτης διαμορφώνει μια αντίληψη ότι “όλοι είναι ίδιοι, όλα οδηγούν στο ίδιο αποτέλεσμα” και κατά συνέπεια “δεν χρειαζόμαστε την πολιτική και τους πολιτικούς”, αυτό δεν είναι αλήθεια. Μια κριτική προσέγγιση μπορεί εύκολα να πείσει ότι δεν οδηγούν όλες οι επιλογές  στην δημιουργία μιας κοινωνίας συνεκτικής, βιώσιμης, οικολογικά προσανατολισμένης. Αλλά ούτε συνθήματα οδηγούν κατ΄ ανάγκη τη χώρα προς μια “δίκαιη ανάπτυξη”, “κοινωνική συνοχή” επειδή κάποιος τα χρησιμοποιεί επικοινωνιακά.

Παρόμοια ζητήματα δεν φαίνεται να απασχολούν την κεντρική σκηνή και τα κόμματα στην Ελλάδα. Είμαστε θεατές σε ένα παιχνίδι “εξόντωσης του αντιπάλου”, γρήγορης εναλλαγής άσπρου-μαύρου, ανάλογα με την θέση ως προς την κυβέρνηση που βρίσκεται ένα κόμμα. Οι φανατικοί αντιμνημονιακοί έγιναν αυτοί που εφάρμοσαν χωρίς αντιδράσεις ένα από τα πιο σκληρά προγράμματα, που αν στην εξουσία βρίσκονταν οι προηγούμενοι διαχειριστές αποκλείεται να είχαν περάσει χωρίς τρομερές κοινωνικές συγκρούσεις. Οι εκπρόσωποι “της ανατροπής” αποδείχτηκαν οι πιο πετυχημένοι εφαρμοστές των προγραμμάτων των προηγούμενων, έχοντας όμως συμβάλλει στην μαζική κατάθλιψη της κοινωνίας και στην απαξίωση κάθε φωνής που αντιπροτείνει μια εναλλακτική πολιτική, που βασίζεται στην λογική, στην καινοτομία, στις σύγχρονες πράσινες και κοινωνικές αναζητήσεις. Αλλά και οι σημερινοί εκπρόσωποι της αντιπολίτευσης “ξέχασαν” τις δικές τους ευθύνες για την πορεία προς τα βράχια (ελλείμματα, πελατειακό κράτος, διαφθορά) και την προώθηση μιας “δημοσιονομικής εξυγίανσης” που κατέστρεψε την οικονομία, αντί να την κάνει περισσότερο υπεύθυνη, βιώσιμη κι αποτελεσματική.

Η βαθιά αλλαγή της πολιτικής και των κομμάτων είναι για την Ελλάδα θέμα επιβίωσης, μια και δεν υπάρχουν ισχυρές δομές μέσα στην κοινωνία και στην διοίκηση που επιτρέπουν να “δουλεύει το σύστημα” ακόμα και αν τα κόμματα και οι πολιτικοί δρουν καταστροφικά. Η πολύπλευρη κρίση είναι παιδί του πολιτικού συστήματος. Η πραγματική και όχι εικονική έξοδος από την κρίση απαιτεί την αφύπνιση της κοινωνίας και (μεταξύ άλλων) τον μετασχηματισμό των κομμάτων καθώς και την αντιστοίχισή τους με πραγματικές, όχι πλασματικές, πολιτικές ταυτότητες.

Οι επιτυχίες κι αποτυχίες του πράσινου χώρου

Ο δικός μας, πράσινος χώρος συνέβαλε με πολιτικές προτάσεις στο να συνδεθεί η οικολογία και η κοινωνική δικαιοσύνη. Σημαντικά τμήματα της κοινωνίας αντιλαμβάνονται ότι μια κοινωνία δικαιοσύνης, που νοιάζεται για όλες τις γενιές, πρέπει να αλλάξει και η ίδια και να διαμορφώσει ένα νέο παραγωγικό-καταναλωτικό μοντέλο και μια οικονομία που προστατεύει το περιβάλλον, δημιουργεί θετικό αντίκτυπο, βοηθάει στην ποιότητα ζωής και στη βελτίωση της υγείας. Όσο αναδεικνύονταν ως μια αξιόπιστη πολιτική δύναμη, κατάφερνε να επηρεάζει και την πολιτική συζήτηση.

Η πρώτη περίοδος εμφάνισης της πολιτικής οικολογίας έσπρωξε στην δημιουργία οικολογικών τμημάτων και σχετικής συζήτησης μέσα στα κόμματα και στην κοινωνία. Η δεύτερη γόνιμη περίοδος της (2008-2012) δημιούργησε ελπίδες για επηρεασμό της συνολικής πολιτικής και διαμόρφωση μιας εναλλακτικής μεταρρυθμιστικής πρότασης. Το στείρο εξωτερικό περιβάλλον αντιπαράθεσης, δικά μας λάθη και οι φιλοδοξίες λόγω της διαφαινόμενης ανόδου κι εκλογής βουλευτών οδήγησε στην κατάρρευση των Οικολόγων Πράσινων. Τα περισσότερα σημαντικά και ιδρυτικά στελέχη αποχώρησαν ή έμειναν στο περιθώριο, κυριάρχησε ο καιροσκοπισμός και το βόλεμα σε κάποιες θεσούλες μέσω της ένταξης ουσιαστικά στις τάξεις των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ χάρη στην σφραγίδα.

Άτομα που αποχωρήσαμε από τους Οικολόγους Πράσινους κι άλλα νεώτερα στελέχη συγκροτήσαμε το 2014, σε πράσινη πολιτική και ηθική βάση, τους ΠΡΑΣΙΝΟΥΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ, με περιορισμένη όμως ακόμα δυνατότητα επηρεασμού της πολιτικής. Η ανασυγκρότηση του πολιτικού χώρου των Πράσινων σε υγιείς βάσεις είναι σήμερα περισσότερο από αναγκαία. Σε διεθνές κι ευρωπαϊκό επίπεδο η πολιτική αντιπαράθεση αφορά ακριβώς στα θέματα και τις πολιτικές που θέτουμε οι Πράσινοι: κλιματική αλλαγή, οικονομικό μοντέλο, δημοκρατία, κοινωνική συνοχή, οικονομική-κοινωνική δικαιοσύνη. Δεν είναι αλήθεια ότι οι πράσινοι υποχωρούν, αντιθέτως έχουν γίνει μέρος του main stream, η επιρροή τους στην πολιτική, στην κοινωνία και στην οικονομία είναι αυξανόμενη. Δεν είναι τυχαίο, αυτά τα θέματα αποτελούν την βάση για σχηματισμό ή όχι “κυβέρνησης Τζαμάικα” στη Γερμανία, συγκροτούν τα πεδία αντιπαράθεσης  στις ΗΠΑ.

Ανασυγκρότηση κι αυτόνομη παρουσία των Πράσινων (είτε ονομαζόμαστε μελλοντικά ΠΡΑΣΙΝΟΙ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ ή κάπως αλλιώς) είναι επιλογή για να μπορούμε να επηρεάσουμε τις πολιτικές και των άλλων κομμάτων. Άλλες δυνάμεις επέλεξαν να ενσωματωθούν στον ΣΥΡΙΖΑ ή στο Ποτάμι ή στην Δημοκρατική Συμπαράταξη αλλά αφομοιώθηκαν και “νομιμοποιούν” επιλογές που δεν έχουν σχέση με τις σημερινές (οικολογικές κοινωνικές) ανάγκες της κοινωνίας. Το “Πράσινη λύση για την πολύπλευρη κρίση”, κεντρικό σύνθημα του χώρου μας το 2008-2009, παραμένει επίκαιρο. Ένα ισχυρό πράσινο κόμμα (νέου τύπου, συμμετοχικό όχι αρχηγικό ή χαοτικό, μεταρρυθμιστικό αλλά όχι άχρωμο, οικολογικά και κοινωνικά παρεμβατικό στην καθημερινότητα) φαίνεται να ενδιαφέρει εκ νέου αρκετούς πολίτες.

Ποια θα είναι η θέση του στον πολιτικό χάρτη; Θα είναι πράσινο αλλά και αριστερό, θα είναι πράσινο αλλά συντηρητικό; Θα είναι πράσινο αλλά άχρωμο; Ένα σύγχρονο πράσινο κόμμα  επιδιώκει ταυτοχρόνως οικολογικές αλλαγές στην οικονομία και κοινωνικές αλλαγές που συμβάλλουν στην συνοχή, στην εργασία με νόημα, στην συνεργασία των γενεών, αναδεικνύει την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων ως συστατικό στοιχείο της καθημερινότητας, αντιμετωπίζει την πάταξη της φοροαποφυγής ως κεντρικό εργαλείο για να μειωθούν οι ανισότητες και οι κοινωνικές αδικίες. Αυτό είναι αριστερό ή δεξιό; Με παλιούς όρους θα λέγαμε ότι αυτό οδηγεί σε ένα πράσινο κόμμα που έχει αριστερές επιρροές. Αλλά με όσα έχουμε δει στην Ελλάδα, από το ΠΑΣΟΚ, το ΣΥΡΙΖΑ, τη ΔΗΜΑΡ, σηκώνει πολύ συζήτηση για το τι αντιπροσωπεύει σήμερα η κομματική αριστερά και πόσο αριστερά είναι. Προφανώς, το να αλληθωρίζουμε προς την ΝΔ, δεν περνάει καν από τη σκέψη μας.

Οι ΠΡΑΣΙΝΟΙ και οι άλλοι χώροι

Σταθερά προσηλωμένοι/ες σε μια πράσινη πολιτική με ισχυρά στοιχεία οικολογίας, κοινωνικής δικαιοσύνης κι αλληλεγγύης στο πρόγραμμά μας, μεταρρυθμιστικών προτάσεων για να γίνει η Ευρώπη αυτό που ονειρευόμαστε, επιδιώκουμε να παρέμβουμε με την δική μας αυτόνομη παρουσία στις εξελίξεις σε κοινωνικό και πολιτικό επίπεδο. Ελπίζουμε στις επόμενες εκλογές να έχουμε και κοινοβουλευτική εκπροσώπηση.

Μας αφήνουν, όντας αυτόνομος πολιτικός χώρος, αδιάφορες οι εξελίξεις σε άλλους πολιτικούς χώρους; Θα έλεγα όχι. Μας ενδιαφέρουν μέσα από την οπτική ενός πολιτικού φορέα που ανήκει σε άλλη πολιτική οικογένεια, που όμως βλέπει σε βάθος χρόνου, αναγνωρίζει την ανάγκη να αλλάξουν και τα άλλα πολιτικά κόμματα ώστε να υπάρχουν προοπτικές προγραμματικών συμφωνιών μελλοντικά.

Το μέλλον πρέπει να ανήκει σε προγραμματικές συμφωνίες διακριτών πολιτικών ταυτοτήτων, όχι σε αυτοδυναμίες λόγω εκλογικού συστήματος ή αποτυχίας των άλλων, όχι σε τυχάρπαστες συγκολλήσεις. Παρά τις διάφορες προσκλήσεις, έχουμε ξεκαθαρίσει ότι δεν ανήκουμε ή εντασσόμαστε στην κεντρο-αριστερά (ή στον ΣΥΡΙΖΑ ή όπου αλλού). Με δεδομένη την αυτόνομη δική μας πορεία ως ΠΡΑΣΙΝΟΙ, μας ενδιαφέρει να απαλλαγεί η ΝΔ από τα βαρίδια του παρελθόντος της (ακροδεξιά, πελατειακές σχέσεις, απουσία πολιτικού λόγου), να αναλάβει την ευθύνη της (με αυτοκριτική και κριτική) για όσα έκανε και μας οδήγησε στα βράχια, και να εξελιχθεί σε ένα σοβαρό κεντροδεξιό κόμμα, ασχέτως αν εμείς δεν πρόκειται να συνεργαστούμε μαζί της. Μας ενδιαφέρει ο ΣΥΡΙΖΑ να σταματήσει την καταστροφική πολιτική, την πολιτική μίσους και πόλωσης, μας ενδιαφέρει να αναδείξει επιτέλους μια ταυτότητα και να σταματήσει να ισχυρίζεται ότι η καταστροφική πολιτική του είναι μονόδρομος για την …αριστερά. Δεν μπορεί να μην παρακολουθούμε τις εξελίξεις στην κεντρο-αριστερά ώστε να σταματήσει να είναι ένα συνονθύλευμα ετερόκλιτων απόψεων, να αναλάβει με γενναιότητα τις ευθύνες της για την χρεοκοπία της χώρας και την άστοχη πολιτική της. Δεν είναι δυνατόν να συνεχίσει η χώρα να έχει κόμματα που δεν έχουν σχέση με την πολιτική που χρειαζόμαστε σήμερα, κόμματα που χαράσσουν τακτικές με βάση το αν βρίσκονται στην καρέκλα της εξουσίας ή στην καρέκλα της αντιπολίτευσης.

Είναι αλήθεια ότι η προεκλογική “εκστρατεία” των υποψηφίων του φορέα της κεντροαριστεράς δεν μας έκανε πιο αισιόδοξους. Απουσίαζαν τα μεγάλα διακυβεύματα της εποχής μας. Η συζήτηση ήταν επαρχιακού επιπέδου “παράθεση ιδεών”. Ίσως αυτό οφείλεται και στην απεύθυνση κυρίως στο υπάρχον κομματικό ακροατήριο του ΠΑΣΟΚ, της ΔΗΜΑΡ και του ΠΟΤΑΜΙΟΥ. Αλλά και στο γεγονός ότι τα κόμματα συνεχίζουν να αναδεικνύουν στελέχη μέσω κομματικής επετηρίδας. Με την έννοια αυτή θα είχε ενδιαφέρον να δούμε αν ένας άνθρωπος που δεν ανήκει στην κομματική επετηρίδα αλλά και προέρχεται από μια άλλη εμπειρία διαχείρισης των κοινών (αυτοδιοίκηση) θα μπορέσει να αναδειχθεί σε ηγέτη της παράταξης της κεντρο-αριστεράς, και – το πιο σημαντικό – να αναδείξει στο κέντρο ενός νέου προγραμματικού λόγου του φορέα θέματα που σήμερα βρίσκονται εκτός DNA του ή τα προσέγγισε στο παρελθόν μέσα από πελατειακές και καταστροφικές αντιλήψεις (κοινωνικό κράτος, κοινωνική πολιτική).